Γη και σελήνη: μια «έντονη» σχέση

earth-moon


Ότι ισχύει για τους πλανήτες ισχύει και για τη Σελήνη. Άρα, τη μια είναι πιο κοντά στη Γη -356.000 χιλιόμετρα τουλάχιστον- και την άλλη πιο μακριά – σχεδόν 385.000 χιλιόμετρα. Όταν βρίσκεται κοντά στη Γη, είναι λίγο ταχύτερη και όταν βρίσκεται μακριά της, κατά τι βραδύτερη. Για μία πλήρη περιφορά γύρω από τη Γη χρειάζεται λίγο παραπάνω από 27 ημέρες.

Η μάζα της αντιστοιχεί στο 0,0123 της γήινης μάζας. Όλοι οι παράγοντες επηρεάζουν συνολικά τη Γη, διότι η βαρυτική έλξη είναι αμφίδρομη. Δεν έλκει μόνο η Γη τη Σελήνη, αλλά και η Σελήνη με τη σειρά της τη Γη. Βέβαια, επειδή είναι η μικρότερη και ασθενέστερη εκ των δύο, δεν είναι δυ­νατόν να περιστρέφεται γύρω της η Γη. Ωστόσο, μπορεί να προκαλέσει κάποιες αναταραχές στον πλανήτη μας. Ακόμα και το φλοιό του μπορεί να ανασηκώσει μέχρι και 25 πόντους, κυρίως όμως τις θάλασσες. Η Σελήνη ρυθμίζει τις παλίρροιες. Η στάθμη όλων τα υδάτων που βλέπουν κάθε φορά προς τη Σελήνη ανυψώνεται, δη­μιουργώντας ένα υδάτινο όρος, ενώ ένα δεύτερο υδάτινο όρος σχηματίζεται στην αντίθετη πλευρά της Γης.

moon

Για μια στιγμή σαστίζουμε: Από πού προέρχεται το δεύτερο υ­δάτινο όρος, αφού δεν υπάρχει δεύτερη Σελήνη; Θα το κατανοή­σουμε αν συνεκτιμήσουμε έναν πρόσθετο παράγοντα: τη φυγόκεντρο δύναμη. Επίσης, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι ο πλανήτης μας έχει μεν ένα κέντρο, δεν περιστρέφεται όμως ακριβώς γύρω από αυτό. Πολύ περισσότερο, Γη και Σελήνη αποτελούν, λόγω της αμφίδρομης επίδρασής τους, ένα ενιαίο σύστημα το οποίο στρέφεται γύρω από ένα κοινό κέντρο μάζας που βρίσκεται μερι­κές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το επίκεντρο της Γης. Γι’ αυ­τό και η Γη γέρνει λιγάκι, σαν να ήταν μεθυσμένη. Το επακόλου­θο αυτής της κλίσης είναι η δημιουργία του δεύτερου υδάτινου ό­ρους στην πλευρά που δεν βλέπει προς τη Σελήνη.

Πολύπλοκο; Το πράγμα δυσκολεύει ακόμα περισσότερο. Έτσι όπως η κυρία Σελήνη περιστρέφεται γύρω από τη Γη, διαγράφει την τροχιά της γύρω από τον Ήλιο, όντας αιχμάλωτη της πελώ­ριας μάζας του, και το κάνει -ακολουθώντας ταπεινά τους Νό­μους του Κέπλερ- ελλειψοειδώς. Και ο Ήλιος ασκεί ελκτική δύναμη στον πλανήτη μας, έστω κι αν έχει μόνο το ένα τρίτο της ισχύος της Σελήνης. Ανάλογα με την απόσταση από τον Ήλιο ή μι τη διάταξη των γύρω πλανητών (που όλοι ποντάρουν στο παι­χνίδι τη μάζα τους), η ελκτική δύναμη μπορεί να ποικίλλει – σε κάθε περίπτωση όμως ο αγαπημένος μας Ήλιος παίζει βαρύνοντα ρόλο στην εξίσωση της βαρύτητας.

Ειδικά οι εκλείψεις Ηλιου αποτελούν συμβάντα στη διάρκεια των οποίων αρέσει στη θάλασσα να σηκώνεται από το κρεβάτι της. Γιατί τότε Ήλιος, Σελήνη και Γη βρίσκονται στον ίδιο άξο­να και οι βαρυτικές δυνάμεις τους αθροίζονται. Το αποτέλεσμα είναι οι παλίρροιες συζυγιών. Αν, πάλι, οι τρεις τους σχηματίζουν ορθή γωνία, με τη Γη στην κορυφή, Ήλιος και Σελήνη συναγω­νίζονται ως προς τη βαρύτητα. Θα λέγαμε ότι ο Ήλιος κλέβει τον αέρα από τα πανιά της Σελήνης και οι παλίρροιες μετριάζονται.

Όλα τα νερά πάνω στη Γη είναι υποταγμένα στις κοσμικές δυ­νάμεις. Οι άνθρωποι ρυθμίζουν τη ζωή τους ανάλογα με την κυ­ρία Σελήνη, τους αρέσει δηλαδή να ισχυρίζονται ότι όταν έχει Παν­σέληνο ανυψώνονται και οι ίδιοι στο διάστημα, στο κάτω κάτω υποτίθεται πως το σώμα τους αποτελείται κατά τα δύο τρίτα του­λάχιστον από Η20. Είναι αλήθεια. Μόνο που αν εφαρμόσουμε την εξίσωση της βαρύτητας σε ανθρώπους, η επιρροή της γίνεται μηδαμινή. Άλλο πράγμα η αμφίδρομη έλξη Σελήνης και Ειρηνι­κού και άλλο της κυρίας Σελήνης και της κυρίας Σμιτς, η οποία, βάσει υπολογισμών, υποτίθεται πως διατρέχει μεγαλύτερο κίν­δυνο να υποκύψει στη βαρυτική δύναμη του αβγού στο πρωινό της. Και πότε είδαμε ανθρώπους να περιστρέφονται γύρω από αβγά ή να προσκρούουν στην επιφάνειά τους;


Space_Earth_and_Moon_dance_042929_

Ένας ωκεανός όμως έχει εν προκειμένω μεγαλύτερη βαρύτη­τα. Μετά από αυτή την παρέκβαση στους κόσμους των Κέπλερ και Αϊνστάιν, γνωρίζετε πλέον ότι οι θάλασσες έλκονται από τον Ήλιο, από την πλευρά τους όμως τον επηρεάζουν κι αυτές, σαν να συνδέονταν μαζί του με ένα λάστιχο. Σε αυτό έρχεται να προ­στεθεί το γεγονός ότι ο δορυφόρος μας ναι μεν κάνει μια πλήρη περιφορά γύρω από τη δική μας σφαίρα μέσα σε 27 ημέρες, η Γη ωστόσο περιστρέφεται κατά τι ταχύτερα. Γι’ αυτό και τα παλιρροϊκά όρη δεν βρίσκονται ποτέ κάτω ακριβώς από τη Σελήνη, αλλά, στην προσπάθειά τους να βρουν τη θέση τους, παραμορφώνονται, αναγκάζονται να παρακάμψουν ηπείρους και να υπερνικήσουν την αντίσταση τριβής του θαλάσσιου πυθμένα, άρα είναι πάντοτε λιγάκι καθυστερημένα. Ως αποτέλεσμα, επηρεάζουν τη ροπή περιστροφής της Σελήνης, η οποία απομακρύνεται από εμάς 3,28 εκατοστά το χρόνο. Στους προϊστορικούς χρόνους βρισκόταν πολύ πιο κοντά μας. Τότε ο ρυθμός της απομάκρυνσης ήταν χαμηλότερος, διότι οι ήπειροι ήταν ενωμένες σε μία ενιαίο χερσαία μάζα και το νερό μπορούσε να παρακολουθεί πιο γρήγορα τη θέση της Σελήνης. Σήμερα η Αφρική, η Ευρώπη, η Αμερική, η Αυστραλία, η Ασία και όλα τα νησιά αναστέλλουν τη δημιουργία παλιρροιών. Επομένως, η απόσταση Γης – Σελήνης αυξάνεται διαρκώς. Την περίοδο αυτή ο πλανήτης μας είναι στα καλύτερα του, πράγμα που σημαίνει ότι του απομένουν άλλα 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια μέχρι να συγκρουστεί με τον Ήλιο. Το αργότερο μέχρι τότε, η Σελήνη δεν θα είναι παρά μια κουκκίδα στον ουρανό – όχι βέβαια πως μπορούμε να εκφράσουμε τη δυσαρέσκειά μας για το γεγονός. Ως τότε θα έχουμε προ πολλού εξαϋλωθεί, μαζί μι όλους τους λύκους που θεωρητικά θα ούρλιαζαν στον απομακρυσμένο δορυφόρο μας.

Η σχέση Γης – Σελήνης θα έχει αλλάξει βέβαια πολύ νωρίτε­ρα. Όπως βλέπουμε, τα δύο υδάτινα όρη επιβραδύνουν σταθερά την περιφορά της Γης, οπότε ο πλανήτης μας περιστρέφεται κά­θε χρόνο και λίγο βραδύτερα: 0,002 δευτερόλεπτα για να είμαστε ακριβείς. Ένα αθροιστικό αποτέλεσμα. Σε δύο δισεκατομμύρια χρόνια τα συνεχή φρεναρίσματα θα έχουν επιβραδύνει τη Γη τό­σο πολύ, που θα κάνει την περιφορά της βαρυγκωμώντας. Πώς αλ­λάζουν οι καιροί! Όποιος θα θέλει τότε να το ξενυχτήσει, θα πρέ­πει να γλεντάει και να πίνει επί 960 ώρες στην καθισιά του. Μια τόσο ωραία μέρα όσο η σημερινή θα έχει ανάλογη διάρκεια, προ­φανώς όμως θα χρειάζεται μόνο η μισή προκειμένου να συνέλθεις από το φονικό χανγκόβερ. Οι μεγαλύτερες μέρες και νύχτες οδη­γούν σε ακραίες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας, ως αποτέλεσμα των οποίων τα βουνά θα διαβρωθούν στο σύνολό τους και εμείς είτε θα ζούμε μέσα σε θόλους ή θα ταξιδεύουμε ακολουθώντας το ηλιακό φως μέσα σε γιγάντιες κινούμενες πόλεις. Έχοντας γεμί­σει τις μπαταρίες τους με ενέργεια για έναν ολόκληρο μήνα, τα φυτά θα βυθίζονται τη νύχτα μέσα στο έδαφος όπου και θα τρέφονται με κονσέρβες, ενώ τα ζώα θα δημιουργήσουν ημερόβια και νυχτόβια είδη που δεν θα συναντούν ποτέ το ένα το άλλο – κάτι που θα ήταν βολικό, γιατί έτσι θα μπορούσαν να μοιράζονται τις σπηλιές.

qE2yY6sCBX-8

Μπροστά σε τέτοιες προοπτικές, αναρωτιόμαστε τι θα ήταν η Γη χωρίς καθόλου Σελήνη.

Θα την έλεγαν Σόλον (Solon). Τουλάχιστον έτσι το θέλει ο κα­θηγητής αστρονομίας Νιλ Φ. Κόμινς, ο οποίος περιγράφει με γλαφυρότητα το σενάριο μιας ασέληνης νύχτας στο βιβλίο του What If the Moon DidnExist (Τι θα γινόταν αν δεν υπήρχε η Σελήνη). Οι σκέψεις του έχουν την εξής αφετηρία: Η Θεία δεν συγκρούστηκε με τη Γη, αλλά την προσπέρασε, δηλαδή δεν διασταυρώθη­κε καν μαζί της. Η Γη επομένως δεν ενσωμάτωσε πρόσθετα υλικά και ο πιστός συνοδός μας δεν σχηματίστηκε από θραύσματα. Σε αυτή την περίπτωση ο Καρλ Ένσλιν δεν θα μπορούσε να τραγου­δήσει την όμορφη Σελήνη που περνάει τόσο σιωπηλά, αλλά αυτό θα ήταν το μικρότερο κακό. Πολύ πιο άσχημα θα ήταν τα πράγ­ματα όταν θα έβγαινες για να ψωνίσεις παπούτσια: Θα χρειαζό­σουν έξι με οχτώ πατούμενα και θα ’πρεπε να τα δοκιμάσεις όλα, μ ια και οι άνθρωποι μπορεί να είχαν μερικά πόδια παραπάνω. Κα­τά πάσα πιθανότητα δεν θα υπήρχαν καν – τουλάχιστον όχι ακό­μα, γιατί οι συνθήκες εργασίας στη Σόλον δεν θα άρεσαν στη Μις Εξέλιξη, με αποτέλεσμα να αναλάβει δράση 100 εκατομμύρια χρό­νια αργότερα.

Επιπλέον, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι η Γη πριν από το επει­σόδιο με τη Θεία περιστρεφόταν λιγάκι πιο γρήγορα, περίπου τρεις φορές ταχύτερα απ’ ό,τι σήμερα. Το έτος είχε 1.095 ημέρες. Ο υψηλότερος ρυθμός περιφοράς προκαλούσε έντονες αναταρά­ξεις στη νεαρή ατμόσφαιρα. «Κράτα γερά!» θα φωνάζαμε στον δύστυχο που θα ’θελε να στεριώσει σ’ έναν τέτοιο κόσμο, εκεί ό­μως δεν ζούσε ακόμα κανείς. Μόνο μετά την ηχηρή προσγείωση της Θείας ξεκίνησε η νεογέννητη Σελήνη το ελλειψοειδές ταξίδι της κι άρχισε να φρενάρει τη Γη που έτρεχε σαν μανιακή, δημιουρ­γώντας την άμπωτη και την πλημμυρίδα. Αμέσως μετά τη γέννη­σή της ήταν πολύ πιο κοντά μας. Έλαμπε πελώρια στον ουρανό και ανάλογα έντονες ήταν και οι παλίρροιες που προξενούσε, πε­λώρια παλιρροϊκά όρη, που είχαν ως αποτέλεσμα μια ζωηρή α­νταλλαγή θρεπτικών υλικών μεταξύ στεριάς και θάλασσας. Χω­ρίς τη Σελήνη δεν θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Ο Ήλιος θα ήταν ο μόνος υποκινητής της παλίρροιας, αυτός όμως είναι 400 φορές πιο μακριά από τη Σελήνη και σχεδόν ακατάλληλος να μετακινήσει σε μεγάλο βαθμό τη θάλασσα. Για παράδειγμα, η μεταφορά του οξυγόνου μεταξύ ωκεανού και ακτής δεν θα συνέβαινε απαραιτήτως, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η δημιουργία ανώτερων μορ­φών ζωής, που μετά τη νικηφόρα πορεία της φωτοσύνθεσης ευ­δοκιμούσαν αρχικά στις μεταβατικές ζώνες μεταξύ νερού και ξηράς. Αμφίβολο είναι βέβαια το κατά πόσο θα μπορούσαν να υ­πάρξουν ακόμα και οι πιο πρωτόγονες μορφές ζωής, τα πρώτα κύτ­ταρα. Η θεωρία των Ράσελ και Μάρτιν ωστόσο (η ζωή σχηματί­στηκε μέσα σε υποθαλάσσιες ηφαιστειακές καμινάδες) τα καταφέρ­νει και χωρίς στεριές και παλίρροιες. Τα μόνιμα εγκατεστημένα πρωτόζωα μπορούσαν να υπάρχουν σε αμιγώς ηφαιστειακή βά­ση. Όταν όμως τα κύτταρα αποκολλήθηκαν από τα τοιχώματα της καμινάδας και κινούνταν μέσα στον ανοιχτό ωκεανό, ήταν ήδη ε­ξαρτημένα από τα βασικά χημικά δομικά στοιχεία. Τα νερά ανα­δεύονταν αδιάκοπα και τα μέταλλα ξεπλένονταν στις ακτές προ- κειμένου να εξασφαλίσουν επαρκή ζωτική ενέργεια – μία διαδι­κασία που δύσκολα μπορούμε να τη φανταστούμε χωρίς άμπωτη και πλημμυρίδα.

Δεύτερον, σύμφωνα με τον Κόμινς, πριν από τη συνάντηση με τη Θεία ένα παχύ και βαρύ στρώμα από ηφαιστειακό διοξείδιο του άνθρακα κάλυπτε τη Γη. Η σφοδρή σύγκρουση έστειλε ένα μέρος από τα δηλητηριώδη αέρια του θερμοκηπίου στο διάστημα, οπότε η ατμόσφαιρα έγινε ελαφρύτερη και μπόρεσε να απορρο­φήσει καλύτερα το οξυγόνο που απελευθερώθηκε αργότερα. Χω­ρίς αυτή την καραμπόλα η ζωή θα βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέ­ση. Ακόμα και με την προϋπόθεση ότι η φωτοσύνθεση θα μπο­ρούσε να υπάρξει κάτω από τόσο δυσχερείς συνθήκες, η ατμό σφαίρα πάλι δεν θα μπορούσε να αποθηκεύσει αρκετό οξυγόνο, που θα ευνοούσε τη σταθερή ανάπτυξη των πλατύφυλλων εργο­στασίων φωτοσύνθεσης, με άλλα λόγια των χερσαίων φυτών.

Ο Κόμινς περιγράφει τα πράγματα με εντυπωσιακή ακρίβεια. Μια Γη δίχως φρένα περιστρέφεται τόσο γρήγορα, που η μέρα διαρκεί τέσσερις με πέντε ώρες. Ως επακόλουθο, πάνω από τους ωκεανούς και τις ηπείρους μαίνονται αδιάκοπα τερατώδεις κυ­κλώνες. Στη Σόλον δεν θα βρούμε ψηλά, απόκρημνα βουνά, η α­νελέητη θύελλα τα έχει στρογγυλέψει προ πολλού. Δεν μπορού­με πλέον με τίποτα να διαπλεύσουμε τις θάλασσες, κύματα ύ­ψους 30 μέτρων αποκλείουν κάθε σκέψη για ταξίδι με πλοίο. Τη Σόλον δεν θα τη συνιστούσαμε καθόλου σε όσους χρειάζονται η­ρεμία. Το κλάμα και το βουητό του ανέμου αναμειγνύεται με το πλατάγισμα των κυμάτων, άμμος και πετρώματα συγκρούονται στους γυμνούς βράχους με εκκωφαντικό θόρυβο, που καλύπτεται από τις τυμπανοκρουσίες της βροχής διάρκειας. Ούτε για κούρα καθαρού αέρα θα τη συνιστούσαμε, εξαιτίας της πενιχρής περιεκτικότητάς της σε οξυγόνο, αλλά και επειδή μπροστά σε ταχύτη­τες ανέμων μερικών εκατοντάδων χιλιομέτρων την ώρα, χρειάζο­νται πάρα πολύ δυνατά πνευμόνια.

Κι όμως, σύμφωνα με τον Κόμινς, θα μπορούσε να υπάρξει ζωή στη Σόλον, και μάλιστα ακόμα και σε ανώτερο εξελικτικό στάδιο. Μόνο που θα είχε εντελώς διαφορετική εμφάνιση. Αν υ­ποθέσουμε ότι ήσασταν Σολονίτης, τότε οι πρόγονοί σας δεν θα ανέβαιναν στα δέντρα, γιατί στη Σόλον τίποτα δεν μπορεί να ψηλώσει. Μόνο η χαμηλή βλάστηση, όπως οι λειχήνες και τα έρποντα φυτά, που έχουν τις ρίζες τους χωμένες σαν πασσάλους μέσα στο χώμα, αντέχουν στις δυνάμεις της Φύσης. Τα πλατιά, τρυφερά φύλλα σκίζονται. Παρόμοια προβλήματα έχουν να α­ντιμετωπίσουν και τα ζώα και τα άλλα ζωντανά πλάσματα, που θα πρέπει να τα φανταστούμε σαν δημιουργήματα που βγήκαν από αεραγωγό, δηλαδή επίπεδα και πολύ κοντά στο έδαφος. Μια εύθραστη ομορφιά που θα την έπαιρνε ο άνεμος, όπως τη Σκάρλετ Ο’Χάρα, προτού καν προλάβει να φωνάξει «Τάρα!» τρεις φορές. Η Σολονίτισσα Σκάρλετ είναι κοντόχοντρη, έχει κε­ράτινο, ανθεκτικό δέρμα και έξι ή οχτώ μυώδη πόδια με δυνατά νύχια για να στηρίζεται στο έδαφος γερά. Άρα λοιπόν, δεν θα τρεχε χαρούμενη προς το μέρος του Ρετ Μπάτλερ, πάρα μάλλον θα σερνόταν προς αυτόν με κίνηση εξαιρετικά αργή. Για να κοι­τάξει τα μάτια του αγαπημένου της, θα χρειαζόταν να ανοίξουν διαδοχικά κάμποσα βλέφαρα, μια απαραίτητη προστασία από τις αμμοθύελλες. Κι όταν στο τέλος την εγκαταλείπει με ρυθμό χε­λώνας, λίγο νόημα θα είχε να τον κυνηγήσει και να του φωνάξει, αφού με όλο αυτό το θόρυβο δεν θα μας είχε προκύψει καν η δη­μιουργία της γλώσσας – τουλάχιστον όχι έτσι όπως την ξέρουμε. Ί­σως εκείνος, την ώρα που θα έφευγε, να μπορούσε να πει «Frank­ly, my dear, I don’t give a damn» χρησιμοποιώντας μια διαπερα­στική ακολουθία συχνοτήτων, ενδεχομένως με τη μορφή υπέρη­χου, την οποία η Σκάρλετ θα φίλτραρε με την ακοή της μέσα από τις συνεχείς βροντές και τα βουητά. Θα ήταν λογικότερο να υπο­θέσουμε ότι οι Σολονίτες συνεννοούνταν διά του φωτός. Η Σολονίτισσα Σκάρλετ θα αποκτούσε μια δυνατή, μακριά ουρά, που θα είχε στην άκρη της βιοφωταυγή βακτήρια. Δεν αποκλείεται να διέθετε και περισσότερα από ένα άκρα, αντίστοιχης κατασκευής. Φωτεινά σήματα, όπως αυτά που εκπέμπουν τα ψάρια του βυ­θού, θα ωφελούσαν περισσότερο από τους διαλόγους, αντί να βγαίνει στους κατοίκους η ψυχή ουρλιάζοντας μέσ’ από το θωρα­κισμένο σώμα. Οι νοήμονες Σολονίτες θα είχαν πιθανώς αναπτύ­ξει μία σύνθετη, φωτεινή γλώσσα. Το λεξιλόγιο θα ποίκιλλε ανά­λογα με την περιοχή, με αποτέλεσμα οι πολύγλωσσοι να καμώνο­νται τους φωστήρες. Όσο για τα νυχτερινά ραντεβουδάκια, ούτε που να τα φανταστούμε. Γιατί οι σολονίτικες νύχτες είναι μαύρες, κατάμαυρες. Κανένα φωτεινό λαμπιόνι δεν περιβάλλει τη Γη με το ασημένιο φως του, έστω κι αν παραβλέψουμε το γεγονός ότι ό­λα είναι ούτως ή άλλως σκεπασμένα με σύννεφα.

eartheye

Και πώς είναι τα πράγματα στη θάλασσα;

Δεν υπάρχουν βέβαια στεριανοί χωρίς θαλάσσια βιοποικιλότητα. Οι σολονίτικες θάλασσες είναι φτωχές σε τροφή και οξυγό­νο. Αν όμως ακολουθήσουμε το μοντέλο των Ράσελ και Μάρτιν, η δημιουργία των πρώτων οργανισμών οφείλεται στη χημική τρο­φοδοσία από το εσωτερικό της Γης, όπου οι παλίρροιες δεν ήταν καθόλου αναγκαίες. Στις υδροθερμικές καμινάδες του βυθού δεν υπήρχε αρχικά καμία εξάρτηση από το οξυγόνο. Αυτό το απε­λευθερώσαμε αργότερα από μόνοι μας. Η άμπωτη και η παλίρ­ροια μπορεί να ευνόησαν την ταχεία εξέλιξη της ζωής, προμη­θεύοντας με οξυγόνο και ορυκτά μέταλλα τα βαθύτερα στρώμα­τα του νερού, ωστόσο η επανάσταση της φωτοσύνθεσης πραγμα­τοποιήθηκε στην επιφάνεια. Δεν υπάρχει ομοφωνία σχετικά με το βάθος στο οποίο έφταναν οι ανώτερες μορφές ζωής μέσα στους ωκεανούς της Σόλον καθώς και με το αν υπήρχαν ψάρια, τα ο­ποία εξαρτώνται από το οξυγόνο. Από την άλλη πλευρά, το με­θάνιο ή το θείο αρκούν για να επιβιώσουν οι απλοί οργανισμοί. Γιατί να μη βρήκε η Εξέλιξη κάποιον άλλο τρόπο να καταστήσει δυνατή την ύπαρξη ανώτερων όντων χωρίς πολύ οξυγόνο;

Ακόμα πιο αμφιλεγόμενο είναι το ζήτημα της σύστασης της πρώτης ατμόσφαιρας πριν από την πρόσκρουση με τη Θεία. Σύγ­χρονα μοντέλα περιγράφουν μια δηλητηριώδη μεν, αλλά λεπτή ατμόσφαιρα, η οποία διαλυόταν ακατάπαυστα από ηλιακές θύελ­λες, πόσω μάλλον αφού ο πλανήτης δεν είχε αρκετό βάρος για να συγκρατήσει πάνω του τον αέρινο μανδύα. Εδώ είναι που το φί­δι δαγκώνει την ουρά του. Χωρίς πρόσκρουση, καμία αύξηση βά­ρους, άρα ούτε και σταθερή ατμόσφαιρα. Προφανώς, το μόνο που κάλυπτε τότε τη Γη ήταν ήλιο και υδρογόνο, ενώ το βαρύτερο διοξείδιο του άνθρακα ήταν αποθηκευμένο στο εσωτερικό της. Επομένως, ήταν απολύτως λογικό η ζωή να είχε μείνει κρυμ­μένη στα βάθη των ωκεανών, όπου θα μπορούσε να ακολουθή­σει άλλες ατραπούς.

Οι γνώμες διίστανται όσον αφορά στη βασική αρχή. Ο Γάλ­λος αστρονόμος Ζακ Λασκάρ, για παράδειγμα, αποκλείει το εν­δεχόμενο να υπήρξε ζωή χωρίς τη Σελήνη. Αν τον πιστέψουμε, η Γη -εκτεθειμένη αποκλειστικά στα βαρυτικά πεδία του Ήλιου και των άλλων πλανητών-, χωρίς τη σταθεροποιητική δύναμη ε­νός δορυφόρου, θα είχε αρχίσει να τρεκλίζει. Πράγμα που κα­θαυτό δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο. Όλοι οι άξονες περιστροφής των ουράνιων σωμάτων ταλαντώνονται, όπως και της Γης βέβαι,α, αν και ελάχιστα. Κι όμως, ακόμα κι αυτή η ακίνδυνη ταλάντωση συντέλεσε στη δημιουργία των παγετώνων. Χωρίς Σελήνη, ο ά­ξονας της Γης δεν θα τρέκλιζε απλώς, θα αναποδογύριζε τελείως ανά τακτά εκατομμύρια χρόνια, όπως συνέβη με την Αφροδίτη. Όταν όμως ο Ισημερινός και ο Νότιος Πόλος αλλάζουν θέσεις, α­ναμένονται κλιματικές ανωμαλίες. Όχι και οι καλύτερες προϋπο­θέσεις για τη ζωή.

Άλλοι επιστήμονες θεωρούν το σενάριο του Κόμινς άκρως υ­περβολικό. Σίγουρα οι παλίρροιες θα ήταν ασθενέστερες, αλλά α­κόμα και χωρίς τη Σελήνη η περιφορά της Γης θα είχε επιβραδυν­θεί, θα είχε φροντίσει γι’ αυτό ο Ήλιος. Μπορεί και να είναι έτσι, αντιτείνει ο Κόμινς, ωστόσο η διάρκεια μιας μέρας δεν θα ξεπερ- νούσε τις οχτώ ώρες. Πάρα πολύ σύντομη για να ασχοληθούμε με ουσιαστικές δραστηριότητες. Μόλις που θα φορούσε τα οχτώ πα­πούτσια του ο Σολονίτης, θα ερχόταν η ώρα να τα ξαναβγάλει.

Θα πρέπει λοιπόν να είμαστε χαρούμενοι που την έχουμε αυτή τη γεμάτη κρατήρες σύντροφό μας. Χωρίς να το λάβει υπόψη του, ο Αμερικανός καθηγητής μαθηματικών Αλεξάντερ Έιμπιαν τά­χθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 υπέρ της άποψης να ανα- τιναχθεί η Σελήνη. Μερικές έξυπνα τοποθετημένες ατομικές βόμ­βες, κι αυτό το γεμάτο ουλές αντικείμενο θα μετατρεπόταν και πά­λι σε ένα σωρό από μπάζα, από τον οποίο κάποτε δημιουργήθηκε. Ο άξονας περιστροφής της Γης θα ερχόταν σε όρθια θέση, οι τε­ρατώδεις κυκλώνες θα ανήκαν στο παρελθόν, όλα θα άνθιζαν και θα κελαηδούσαν, στη Σαχάρα θα κτίζαμε γήπεδα του γκολφ και όλος ο κόσμος θα απολάμβανε τη μέση θερμοκρασία ενός αυθε­ντικού παραδείσου για συνταξιούχους. Η Γη δεν θα περιστρεφό­ταν πιο γρήγορα, αφού όταν λέμε φρένο, εννοούμε φρένο.

Και τι θα τον κάναμε το δορυφόρο; Κανένα πρόβλημα! Οι α­νατινάξεις θα γίνονταν με τέτοιον τρόπο ώστε η Σελήνη να προσ­γειωθεί στον Ειρηνικό. Το ότι κάθε παραθαλάσσια πόλη θα θα­βόταν στην κυριολεξία κάτω από πελώρια τσουνάμι, «εντάξει, μω­ρέ… παράπλευρες απώλειες». Μερικές πόλεις θα τις παρέκαμπτε ανώδυνα ο Έιμπιαν, αρκεί να μπορούσε να φοράει Νοέμβρη μή­να σορτσάκι και κοντομάνικο.

Σε αυτό, νομίζω, δεν χρειάζεται να προσθέσω κανένα σχόλιο.

___

 ~ Φρανκ Σετσινγκ

  Απόσπασμα από το βιβλίο του «Ειδήσεις από ένα άγνωστο σύμπαν» – Εκδόσεις Καστανιώτη

by Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Συναφές: 

Η Σελήνη με άλλο μάτι

Η μέτρηση της ακτίνας της Γης, της Σελήνης και του Ήλιου από τον Ερατοσθένη

 

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

1 σχόλιοΣχολιάστε