Πώς επιδρά η κρίση στο ευρωπαϊκό όραμα

385277_323216911117988_29264957_n
«Ημουν πάντοτε της γνώμης ότι η Ευρώπη θα παίρνει σάρκα και οστά στις κρίσεις και τελικά θα αποτελεί το άθροισμα των λύσεων που θα δίνονται στις κρίσεις αυτές», έγραφε ο Ζαν Μονέ στα απομνημονεύματά του. Και καλόν είναι να αναλύσει κανείς αν αυτή του η παρατήρηση επαληθεύεται από τα γεγονότα. Διότι, χωρίς καμία αμφιβολία, από την ημέρα που ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας Γ. Α. Παπανδρέου αποκάλυπτε το χαοτικό έλλειμμα των δημοσίων οικονομικών της χώρας μας, στα τέλη του 2009, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα γνώρισε τη σοβαρότερη κρίση της ιστορίας του. Μια κρίση απειλητική για την 55ετή πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οποία, επίσης, τροφοδοτεί ακόμα και σήμερα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά παιχνίδια εις βάρος της γηραιάς ηπείρου – η οποία, παρ’ όλα αυτά, παραμένει η πρώτη εμπορική δύναμη στον κόσμο.


Υπό αυτές τις συνθήκες, η ρήση ενός από τους αρχιτέκτονες της σημερινής Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ε.Ε.) παραμένει εξόχως επίκαιρη, αλλά θέτει και ένα καίριο ερώτημα: Το ευρωπαϊκό όραμα βγαίνει ενδυναμωμένο ή τραυματισμένο από την οξύτατη κρίση του ευρώ;

Διότι, τελικά, περί αυτού πρόκειται. Η πυρκαγιά που εκδηλώθηκε αφορά κυρίως το πιο εμβληματικό έργο της ευρωπαϊκής οικοδομήσεως, που χωρίς αμφισβήτηση είναι το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα. Φαινομενικά, όλα δείχνουν ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας. Υστερα από συνεχείς συναντήσεις κορυφής, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ε.Ε. έριξαν αρκετό νερό στη φωτιά και, παρά κάποια λάθη και μερικούς δισταγμούς, δημιούργησαν τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), ο οποίος μπορεί να παρέχει χρηματοοικονομική βοήθεια στις χώρες-μέλη που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Δημιουργήθηκε επίσης και ένα πλαίσιο δημοσιονομικού ελέγχου, μέσω του οποίου εικάζεται ότι θα αποφεύγονται στο μέλλον δημοσιονομικές υπερβάσεις ελληνικού τύπου.

Ταυτοχρόνως, τέθηκαν και οι βάσεις για μία τραπεζική ένωση, η οποία, όπως μας είπε η διευθύντρια οικονομικής ανάλυσης της «Μπανκ οφ Αμέρικα», Λοράνς Μπουν, από τη μια πλευρά, θα τερματίσει τον επικίνδυνο χρηματοοικονομικό κατακερματισμό της Ευρωζώνης και, από την άλλη, θα γίνει αντίβαρο στην αδυναμία ορισμένων κρατών να σώσουν τις τράπεζές τους. Στο σημείο αυτό, όπως μας τόνισαν και άλλοι Ευρωπαίοι χρηματοοικονομικοί αναλυτές, η τραπεζική ένωση αποτελεί τον προθάλαμο και για μια μορφή δημοσιονομικής ένωσης της Ευρωζώνης, παρά τα όσα αντίθετα κυκλοφορούν.

Είναι επίσης γεγονός ότι, χάρη στον πρόεδρό της, Μάριο Ντράγκι, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ξεπέρασε σε χρόνο ρεκόρ κάποια καταστατικά της ταμπού, με αποτέλεσμα σταδιακά να παίξει ρόλο «έσχατου δανειστή» για τις χώρες που είναι θύματα της καχυποψίας των αγορών. Την ώρα, λοιπόν, που το ευρώ είναι το δεύτερο αποταμιευτικό νόμισμα στον κόσμο, η ΕΚΤ αλλάζει ρόλο και σε κάποιο βαθμό αναλαμβάνει καθήκοντα παρόμοια με αυτά της αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας (Fed), η οποία, ως γνωστόν, κάθε φορά που το επιβάλλουν οι συνθήκες δεν διστάζει να εκδίδει χρήμα.

199694_515053801841659_22976135_n

Σε πολιτικό επίπεδο, είναι εμφανής η αλλαγή της γερμανικής στάσης απέναντι στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και αν σήμερα μία χώρα επιθυμεί την ενδυνάμωση του ευρώ με πολιτική εξουσία, αυτή είναι η Γερμανία. Σαφώς δε αυτή η γερμανική επιδίωξη είναι και γενεσιουργός αιτία του αντιγερμανισμού που καλλιεργείται στην Ευρώπη από φανερούς και μη αντιευρωπαϊστές, αλλά και από τον αγγλοσαξωνικό χώρο – που σε καμία περίπτωση δεν θέλει τη γεωπολιτική ενίσχυση της Ευρώπης, για προφανείς λόγους.


Στη βάση λοιπόν των όσων προηγούνται, όσοι αντικειμενικοί παρατηρητές παρακολουθούν τις εξελίξεις στην οικοδόμηση της Ευρώπης, δεν μπορούν παρά να ομολογήσουν ότι τα δύο τελευταία χρόνια η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση προχώρησε τόσο όσο δεν είχε προχωρήσει την τελευταία δεκαπενταετία. Στη διάρκεια αυτής της διετούς περιόδου εκδηλώθηκε επίσης και η μεγαλύτερη αλληλεγγύη μεταξύ των χωρών-μελών που είχε ποτέ εκδηλωθεί από τη Συνθήκη της Ρώμης, το 1957, και μετά.

Δυστυχώς, όμως, αυτά τα πολύ θετικά και ουσιαστικά βήματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης όπως και η επίδειξη αλληλεγγύης -ειδικά προς την Ελλάδα, η οποία την τελευταία διετία δέχθηκε περί τα 250 δισ. ευρώ βοήθεια- συνοδεύονται από μία γενικευμένη πολιτική λιτότητας, η οποία, με δεδομένη και την οικονομική στασιμότητα στη γηραιά ήπειρο, δείχνει να μην έχει τέλος.

Ακόμα χειρότερα, αυξημένη είναι και η ανεργία στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα σε αρκετές περιοχές να αναδύονται επικίνδυνοι εθνικισμοί αλλά και αβεβαιότητες ως προς το μέλλον της Ε.Ε. και του ενιαίου νομίσματός της. Τα διασπαστικά κινήματα στην Καταλονία, τη βελγική Φλάνδρα, το ιταλικό νότιο Τιρόλο, τη γαλλική Κορσική και τη Σκωτία είναι μία σαφής ένδειξη ότι, όπως λέει και ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ, «το ευρωπαϊκό σχέδιο μπορεί να προχωρήσει υπό την σχετική αδιαφορία των λαών, όμως σε καμία περίπτωση δεν θα προχωρήσει περαιτέρω υπό τον σκεπτικισμό τους».

Ο αρχιτέκτονας της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης (ΟΝΕ) έχει απόλυτο δίκιο. Με αφετηρία την περίφημη Κοινή Αγορά, το ευρωπαϊκό σχέδιο τα τελευταία 55 χρόνια στηρίχθηκε σε ατέρμονες συζητήσεις και διαπραγματεύσεις, που πάντα είχαν στόχο να προκύψει, κάποια στιγμή, μέσω της οικονομικής αλληλεξάρτησης, η πολιτική ένωση της Ευρώπης – χωρίς, όμως, να φαίνεται ως τέτοια. Ποιος αμφιβάλλει ότι το στοίχημα είναι πρωτότυπο; Πρέπει δε να δεχθούμε ότι έως τις μέρες μας έχει εξασφαλίσει στη γηραιά ήπειρο 60 και πλέον χρόνια ειρήνης. Ειρήνη που οι νέες γενιές Ευρωπαίων θεωρούν δεδομένη και αυτονόητη, αγνοώντας ότι Ευρωπαίοι ήσαν αυτοί που προκάλεσαν δύο Παγκόσμιους Πολέμους στη διάρκεια του 20ού αιώνα…

Δεδομένη επίσης θεωρείται και η συνεχής ανάπτυξη σε μιαν Ευρώπη η οποία, αν και είναι ακόμα παγκόσμια εμπορική υπερδύναμη, εντούτοις δεν έκανε πολλά πράγματα για να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στο φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης και στην εξ αυτού παρουσία νέων φιλόδοξων παικτών στον παγκόσμιο οικονομικό ανταγωνισμό. Παρά τη δημιουργία της ενιαίας αγοράς και στη συνέχεια της Ευρωζώνης, το ενιαίο νόμισμα, λόγω της απουσίας μιας κάποιας δημοσιονομικής πολιτικής, ναι μεν διόρθωσε τις ανισορροπίες που προκαλούσαν οι νομισματικοί πόλεμοι στη γηραιά ήπειρο, κυρίως όμως συγκάλυψε τις αυξανόμενες διαφορές ανταγωνιστικότητας μεταξύ των χωρών-μελών.

Ετσι, στην παρούσα φάση, η επιβίωση του όλου εγχειρήματος εξαρτάται από οδυνηρές για ορισμένους λαούς της Ε.Ε. προσαρμογές, οι οποίες φυσικό είναι να δημιουργούν εχθρικές προς το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι αντιλήψεις. Αρκετοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η αδυναμία της Ευρώπης να πάει μπροστά αρκετά γρήγορα αποτελεί σήμερα απειλή οπισθοδρόμησής της. «Πρέπει επειγόντως να βρεθεί ένα πολιτικό σχέδιο, του οποίου τα οφέλη θα μπορούν οι πολίτες να αισθάνονται στην καθημερινή ζωή τους», υποστηρίζει ο Ζακ Ντελόρ. Οπως τονίζουν δε κορυφαίοι αναλυτές της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, αν αυτό δεν συμβεί, τότε η έκβαση των ευρωεκλογών του Μαΐου 2014 είναι πολύ πιθανό να φέρει στην επιφάνεια οδυνηρές εκπλήξεις.

united_europe_533175  Agim Sulaj'sΑνεξάρτητα, όμως, από το πολιτικό σχέδιο -το οποίο είναι αντικείμενο άτυπων γαλλο-γερμανικών συζητήσεων, με τη Γαλλία να αντιδρά σε αυτό- στην Ευρωζώνη επείγουν και οι παραγωγικές επενδύσεις. Ωστόσο, για να πραγματοποιηθούν παραγωγικές επενδύσεις σε ευρεία κλίμακα, πρέπει, στην Ευρωζώνη κυρίως, να αρθούν κάποια σοβαρά γραφειοκρατικά και θεσμικά εμπόδια. Μόνον αν αυτό συμβεί, οι μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα περιορίσουν τις εγκαταστάσεις τους στην Ασία και τη Λατινική Αμερική.

Από την άλλη πλευρά, σημαντική είναι επίσης η ενίσχυση των συγχωνεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να δημιουργηθούν «Ευρωπαίοι προμηθευτές». «Πρέπει να δημιουργηθεί και μια Ευρώπη των επιχειρήσεων, με κοινά ερευνητικά προγράμματα και καλύτερη δικτύωση από αυτή που παρατηρείται σήμερα», υποστηρίζει ο Βέλγος σύμβουλος επιχειρήσεων Γκιγιόμ Λεμέρ, που με ανησυχία βλέπει την Ε.Ε. να χάνει μερίδια αγοράς στο παγκόσμιο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών.

Οπως επισημαίνει ο Λικ Τριάνγκλ, υπεύθυνος αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, παρά την εικοσαετή λειτουργία της ενιαίας αγοράς, η τελευταία δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Και το γεγονός αυτό, που κάποιοι το εμφανίζουν ως «εθνική επιτυχία», στην ουσία πλήττει την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία και τους δορυφορικούς της κλάδους. «Η ευρωπαϊκή ενιαία αγορά απέχει αρκετά από τις αντίστοιχες ενιαίες αγορές στις ΗΠΑ και στην Κίνα, και αυτό είναι σοβαρό μειονέκτημα για τους Ευρωπαίους εργαζομένους. Αυτοί που παίζουν με τον εθνικό προστατευτισμό, πλήττουν ολόκληρη την ευρωπαϊκή παραγωγή, χωρίς να αντλούν σοβαρά πλεονεκτήματα για τη δική τους», μας είπε Ευρωπαίος συνδικαλιστής. Την ίδια περίπου άποψη εκφράζει και ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Αυτοκινητοβιομηχανίας, Ιβάν Χαντόκ, που τονίζει ότι οι ενδοευρωπαϊκές ανταγωνιστικές αντιπαραθέσεις είναι μέλι στη φρυγανιά των ανταγωνιστών της Ευρώπης.

Μία Ευρώπη που, κατά τον Ιταλό επίτροπο αρμόδιο για τη βιομηχανία, Αντόνιο Ταγιάνι, πρέπει να ενισχύσει την εσωτερική της αγορά, αλλά και να διεθνοποιήσει ακόμα περισσότερο τη βιομηχανική της παραγωγή και παρουσία. «Επειτα από αρκετά χρόνια όπου σκεφτόμαστε μόνον τις υπηρεσίες και τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ήλθε εκ νέου η ώρα να ξανασκεφτούμε για εκβιομηχάνιση με παράλληλη υψηλή εξωστρέφεια της τελευταίας», μας είπε ο κ. Αν. Ταγιάνι, που είναι και αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε δική του πρωτοβουλία, εξάλλου, οφείλεται η πρωτοβουλία της Ε.Ε. «Αποστολές για την Ανάπτυξη», στόχος της οποίας είναι Ευρωπαίοι επιχειρηματίες να επισκεφθούν στρατηγικής σημασίας χώρες και να δημιουργήσουν σε αυτές εμπορικές συμμαχίες προωθητικές της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. «Μετά την πρόσφατη επίσκεψή μας στο Μαρόκο, θα πραγματοποιηθεί στα τέλη του Ιανουαρίου επίσκεψη στη Χιλή και στο Περού και θα ακολουθήσουν η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία, η Αυστραλία, η Βιρμανία και το Βιετνάμ», μας είπε σύμβουλος του Ιταλού αντιπροέδρου της Επιτροπής.

Από αυτά που προηγούνται είναι σαφές ότι οι εξελίξεις στην Ευρώπη είναι πολλές και οι περισσότερες από τις επιλογές των ηγετών της, με αρκετά βήματα μπρος-πίσω, πάνε προς τη σωστή κατεύθυνση. Ετσι, το οικοδόμημα βρίσκεται σε καλό δρόμο. Το πρόβλημα είναι ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες έχουν ελάχιστη γνώση περί του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι και λίγοι από αυτούς γνωρίζουν ποια είναι τα δικαιώματά τους σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Συνεπώς, η άγνοια, συνδυαζόμενη με την υψηλή ανεργία και τις πολιτικές λιτότητας σε ορισμένες χώρες, είναι ο μεγαλύτερος τροφοδότης του αντιευρωπαϊκού λαϊκισμού και των φορέων που τον μεταφέρουν. Από την άλλη πλευρά, οι επικοινωνιακές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωκοινοβουλίου είναι λίγες και άτολμες, με αποτέλεσμα πλάι στο λαϊκισμό να κυριαρχεί και η παραπληροφόρηση. Στο μέτρο δε που οι ηγεσίες της Ε.Ε. δεν έχουν και όραμα, η Ευρώπη δεν κινδυνεύει τόσο από τον έξωθεν ανταγωνισμό όσο από τον εσωτερικό της κοντοθωρισμό. Και στις μέρες μας, αυτός ο τελευταίος είναι πρόβλημα ικανό να πάρει υπέρ το δέον διαστάσεις.

  ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ

  * Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα  “ Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ 3/1/2013

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Συναφές: 

Τι μπορούν να αγοράσουν τα χρήματα 

Ιδιωτικός πλούτος και ευρωπαϊκή αλληλεγγύη 

Ο δολοφόνος με το σμόκιν. Η νέα πολιτική της Γερμανίας απέναντι στην ελληνική περίπτωση 

Η κρίση του ευρώ σε εικόνες 

Μήπως έχουμε και την Ευρώπη που μας αξίζει; 

Μόνο η εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης μπορεί να σώσει το ευρώ

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -