Τυχαιότητα και Σερεντίπιτι


Σερεντίπιτι (Serendipity) είναι η λέξη που περιγράφει σημαντικές ανακαλύψεις που γίνονται είτε τυχαία είτε ψάχνοντας για κάτι άλλο από αυτό που τελικά ανακαλύφθηκε.

Μέχρι και το 1954, σε όσους έβγαζαν τις αμυγδαλές, τους έβαζαν να μασούν Aspergum, κάτι που περιείχε ασπιρίνη που υποτίθεται ότι ανακουφίζει τον πονόλαιμο. Αν και είχε παρατηρηθεί ήδη από το 1940 ότι μετά από αμυγδαλεκτομή μάτωναν τα ούλα των ασθενών, ήταν ένας γιατρός στην Καλιφόρνια, ο Lawrence Craven, που «ένωσε τις τελίτσες» κάνοντας τη σύνδεση ότι η ασπιρίνη είχε αντιπηκτική δράση.

Εκείνη την εποχή ήξεραν ήδη ότι οι καρδιακές προσβολές και τα εγκεφαλικά μπορούσαν να προκληθούν από θρόμβους και έτσι ο Craven άρχισε να θεραπεύει ασθενείς με στεφανιαία νόσο. Οπότε, δίνοντάς τους ασπιρίνη οδήγησε σε μειωμένη συχνότητα καρδιακών προσβολών!

Η λέξη «serendipity» εισήχθη στην αγγλική γλώσσα τον 18ο αιώνα από τον συγγραφέα Horace Walpole, ο οποίος την ανέφερε σε ένα γράμμα του, προερχόμενη από το περσικό παραμύθι “Οι τρεις ήρωες του Σερεντίπ (Serendip)”, οι οποίοι έκαναν ανακαλύψεις πραγμάτων που δεν αναζητούσαν, από καθαρή τύχη ή οξύνοια.

Το παραμύθι λέει ότι οι πρίγκιπες κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους σε μια ξένη χώρα, συναντούν έναν άνθρωπο που τους ρωτά μήπως είδαν τη χαμένη καμήλα του. Και ενώ οι ίδιοι δεν έχουν δει ποτέ τους καμήλα, τον υποβάλλουν σε μια σειρά τόσο εύστοχων ερωτημάτων –αν η καμήλα είναι μονόφθαλμη, αν μεταφέρει μια έγκυο γυναίκα, αν της λείπει ένα δόντι, αν είναι κουτσή, αν στη μια της πλευρά έχει φορτωθεί με βούτυρο και στην άλλη με μέλι– που ο άνθρωπος σχηματίζει την ιδέα ότι, για να γνωρίζουν τόσα για τη χαμένη καμήλα και τη γυναίκα, τις έχουν κλέψει οι ίδιοι.

Έτσι οδηγούνται στον πέρση βασιλιά Μπαχράμ, που τους καταδικάζει σε θάνατο, παρ’ ότι του εξηγούν ότι τα συμπεράσματα για τα χαρακτηριστικά του ζώου και της αναβάτριάς του, οφείλονται στην παρατήρηση των ιχνών που άφησε η καμήλα πίσω της.


  • Το χορτάρι ήταν φαγωμένο από τη μια πλευρά του δρόμου μόνο, συνεπώς το ζώο ήταν μονόφθαλμο.
  • Το ίχνος που άφηνε η δαγκωματιά του ζώου πάνω του είχε ένα κενό, που σημαίνει ότι από την καμήλα έλειπε ένα δόντι.
  • Η μία από τις οπλές της καμήλας είχε αφήσει αποτύπωμα μικρότερου βάθους στην άμμο, άρα η καμήλα ήταν κουτσή.
  • Στη μια πλευρά του δρόμου είχαν μαζευτεί μυρμήγκια, ένδειξη ότι από την πλευρά αυτή ήταν φορτωμένο βούτυρο που έλειωνε, ενώ στην άλλη πλευρά είχαν μαζευτεί μύγες, ένδειξη ότι από την πλευρά αυτή η καμήλα ήταν φορτωμένη με μέλι που έσταζε.
  • Τα αποτυπώματα που άφηνε ο αναβάτης, όταν ανέβαινε ή κατέβαινε από την καμήλα, μαρτυρούν ότι δεν ήταν έμπειρος, συνεπώς ήταν γυναίκα και μάλιστα έγκυος, γιατί εκεί που ούρησε υπήρχαν ίχνη από δύο παλάμες στο χώμα, πράγμα που σημαίνει ότι η αναβάτρια είχε να σηκώσει μεγαλύτερο βάρος.

Το παραμύθι τελειώνει με την αθώωση των τριών πριγκίπων, μετά τη μαρτυρία ενός περαστικού που συνάντησε την περιπλανώμενη καμήλα με τη γυναίκα στην έρημο, αλλά και την αναγόρευσή τους σε συμβούλους του βασιλιά, ως επιβράβευση της παρατηρητικότητας και της οξύνοιάς τους.

Ο ίδιος ο Παστέρ (δικό του το απόφθεγμα στην αρχή της παραγράφου) μας έδωσε ένα εξαιρετικό παράδειγμα τυχαίας ανακάλυψης. Πριν ακόμη από το 1878, είχε διατυπώσει τη θεωρία των ασθενειών από μικρόβια και είχε στρέψει κυρίως την προσοχή του στη χολέρα των κοτόπουλων, ένα πρόβλημα που μάστιζε τη γαλλική βιομηχανία πουλερικών. Κατάφερε τελικά να απομονώσει ένα μικρόβιο από τα άρρωστα κοτόπουλα, καθώς πίστευε ότι αυτό ήταν που προκαλούσε την ασθένεια, για να αποδείξει στη συνέχεια ότι αρκούσε μια ένεση με το μικρόβιο αυτό σε υγιή πουλιά για να πεθάνουν μέσα σε μια μέρα. Τα επιστημονικά στοιχεία απαιτούν επανάληψη του πειράματος, έλα όμως που παρενέβησαν οι καλοκαιρινές διακοπές. Κανένα πρόβλημα, σκέφτηκε ο Παστέρ, αποθήκευσε τη βακτηριακή του καλλιέργεια και θα την ξαναδοκίμαζε από Σεπτέμβριο.

Όταν επέστρεψε, διαπίστωσε με μεγάλη έκπληξη, ότι η ένεση του υλικού που είχε αποθηκευτεί για τρεις μήνες δεν είχε καμία επίδραση στα κοτόπουλα! Δοκίμασε ξανά με μια νέα, αλλά και πάλι τα κοτόπουλα δεν ασθενούσαν. Και ενώ πολλοί θα είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι στο αρχικό πείραμα τα κοτόπουλα πρέπει να είχαν επηρεαστεί από κάτι άλλο παρά από τα ύποπτα βακτήριά του, ο Παστέρ υπέθεσε ότι ίσως η αποθήκευσή τους για τρεις μήνες είχε αλλάξει τα μικρόβια κατά τέτοιο τρόπο, που είχε σαν αποτέλεσμα την προστασία των κοτόπουλων από τη μόλυνση.

Πράγματι, όπως τελικά και αποδείχθηκε, ο Παστέρ είχε καταφέρει να ανοσοποιήσει τα κοτόπουλα με ένα εξασθενημένο μικρόβιο! Δε χρειάστηκε πολύς χρόνος για να αποδειχθεί ότι μια εξασθενημένη μορφή μολυσματικού οργανισμού θα μπορούσε να προσδώσει ανοσία έναντι της νόσου που προκαλείται συνήθως από μια πιο “ζωντανή” της εκδοχή. Στη συνέχεια, ο Γάλλος χημικός άρχισε να παράγει εμβόλια κατά του άνθρακα και της λύσσας, θέτοντας τα θεμέλια για την επιστήμη της ανοσολογίας

***

Πηγή: Από το βιβλίο του Γιώργου Γιώτη HOAX – Οδηγός επιβίωσης στην εποχή της παραπληροφόρησης των εκδόσεων Θύραθεν

by Αντικλείδι ,  https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -