Ντέιβιντ Ρόμπερτς – Η μετατόπιση των βασικών γραμμών


O Ντέιβιντ Ρόμπερτς, αρθρογράφος του Vox, έγραφε σχετικά πρόσφατα για το πώς η «μετατόπιση των βασικών γραμμών» επηρεάζει τη σκέψη μας και πόσο εύκολα μπορούν να ομαλοποιηθούν τεράστια ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή ή μια πανδημία.

Ίσως αυτό το κλιματικό χάος που ήδη βιώνουμε, αυτή η αυξανόμενη χορωδία σημάτων συναγερμού από όλο τον κόσμο, να γίνει απλώς η νέα μας κανονικότητα, το νέο φυσιολογικό. Ίσως απλά να συνηθίσουμε την εισοδηματική ανισότητα, την πολιτική δυσλειτουργία και τα διαδοχικά κύματα ενός θανατηφόρου ιού. Εξάλλου οι άνθρωποι συχνά δεν θυμούνται τι είναι αυτό που έχουν χάσει και δεν απαιτούν να αποκατασταθεί. Αντίθετα, προσαρμόζονται σε αυτό που έχουν.

Η έννοια της μετατόπισης βασικών γραμμών εισήχθη σε μια εργασία του 1995 από τον Daniel Pauly. Ο Ρόμπερτς εξηγεί:

Τι είναι λοιπόν οι μεταβαλλόμενες γραμμές βάσης; Σκεφτείτε ένα είδος ψαριού που υπεραλιεύεται μέχρι εξαφάνισης σε μια περιοχή για, ας πούμε, 100 χρόνια. Μια παλιότερη γενιά ψαράδων αρχικά ψάρευε αυτά τα ψάρια σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο αφθονίας. Σιγά σιγά ύστερα από χρόνια, όταν αυτοί οι ψαράδες βγουν στη σύνταξη ή αποσυρθούν, το επίπεδο έχει πέσει χαμηλότερα.

Για τη νέα γενιά ψαράδων που μπαίνει μετά από αυτούς, αυτό το χαμηλότερο επίπεδο είναι το νέο φυσιολογικό, η νέα γραμμή βάσης τους. Σπάνια γνωρίζουν τη βασική γραμμή που χρησιμοποιήθηκε από την προηγούμενη γενιά, η οποία έχει και μικρή συναισθηματική σημασία σε σχέση με την προσωπική τους εμπειρία.

Και έτσι συνεχίζεται η ιστορία, κάθε νέα γενιά μετατοπίζει τη γραμμή βάσης προς τα κάτω. Μέχρι που στο τέλος, οι ψαράδες δραστηριοποιούνται σε ένα ριζικά υποβαθμισμένο οικοσύστημα, αλλά δεν το αντιλαμβάνονται πλήρως, γιατί οι βασικές τους γραμμές είχαν τεθεί ήδη σε χαμηλό επίπεδο.

Με τον καιρό, τα ψάρια εξαφανίζονται – μια τεράστια, τραγική απώλεια – αλλά κανένας ψαράς δεν βιώνει την πλήρη μετάβαση από την αφθονία στην ερήμωση. Καμία γενιά δεν βιώνει το σύνολο της απώλειας. Αυτή η τμηματοποίηση της εμπειρίας που βιώνει η κάθε γενιά με την πάροδο του χρόνου, δεν είναι αρκετά μεγάλη για να οδηγήσει σε προληπτική δράση. Μέχρι να εξαφανιστούν τα ψάρια, οι ψαράδες μετά βίας το αντιλαμβάνονται, γιατί έτσι κι αλλιώς δεν εκτιμούσαν ιδιαίτερα αυτά τα λίγα πλέον ψάρια.


Και μη νομίζεται ότι είναι μόνο ομάδες που λειτουργούν έτσι. Αποδεικνύεται ότι, κατά τη διάρκεια της ζωής τους και ατομικά οι άνθρωποι κάνουν ακριβώς το ίδιο, δηλαδή προσαρμόζονται σε νέες γραμμές βάσης.

«Υπάρχει πλήθος ερευνών που δείχνουν ότι τείνουμε να προσαρμοζόμαστε στις περιστάσεις εάν είναι σταθερές με την πάροδο του χρόνου, ακόμα κι αν σταδιακά επιδεινώνονται», αναφέρει ο George Loewenstein, καθηγητής οικονομικών και ψυχολογίας, που φέρνει ως παράδειγμα το London Blitz (όταν κατά τη διάρκεια του Β’ ΠΠ, οι βόμβες έπεφταν στο Λονδίνο επί μήνες) ή την Ιντιφάντα στο Ισραήλ, όπου οι άνθρωποι προσαρμόστηκαν σιγά σιγά σε αδιανόητες συνθήκες.

«Ο φόβος τείνει να μειώνεται με την πάροδο του χρόνου όταν ένας κίνδυνος παραμένει σταθερός. Μετά από λίγο, υποχωρεί στο παρασκήνιο, φαινομενικά όσο άσχημος κι αν είναι».

***

Σχόλιο 1: Σε ένα άρθρο του 2009 που γράφτηκε για το The New Republic, ο Pauly συγκρίνει τη σημερινή αλιεία με ένα παγκόσμιο πρόγραμμα Ponzi ( είναι η γνωστή απάτη της πυραμίδας ή αεροπλανάκι ). Λέει ότι υπάρχουν δύο έως τέσσερις φορές περισσότερα αλιευτικά σκάφη από όσα απαιτούν τα ετήσια αλιεύματα, και ωστόσο, τα κεφάλαια για την «οικοδόμηση ικανότητας» συνεχίζουν να πέφτουν σωρηδόν. Οι κυβερνήσεις παρέχουν σχεδόν 30 δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις κάθε χρόνο – περίπου το ένα τρίτο της αξίας των παγκόσμιων αλιευμάτων – που συντηρούν την αλιεία, ακόμη και όταν έχει υπερεκμεταλλευτεί τη βάση των πόρων της.

Σχόλιο 2: Ο Payly γράφει επίσης ότι το 1950, ο νεοσύστατος Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) των Ηνωμένων Εθνών υπολόγισε ότι, παγκοσμίως, αλιεύαμε περίπου 20 εκατομμύρια μετρικούς τόνους ψαριών (μπακαλιάρος, σκουμπρί, τόνος κ.λπ.) και ασπόνδυλων (αστακός, καλαμάρι, μύδια κτλ.). Αυτά τα αλιεύματα εκτοξεύθηκαν στους 90 εκατομμύρια τόνους ετησίως στα τέλη της δεκαετίας του 1980, και έκτοτε μειώνονται. Όπως ακριβώς η περιβόητη απάτη (τύπου Πόντζι) του Madoff, η οποία απαιτούσε συνεχή εισροή νέων επενδύσεων για τη δημιουργία «εσόδων» για τους προηγούμενους επενδυτές, το παγκόσμιο αλιευτικό-βιομηχανικό συγκρότημα απαιτούσε μια συνεχή εισροή νέων αποθεμάτων για να συνεχίσει να λειτουργεί. Έτσι αντί να περιορίζει τα αλιεύματά της έτσι ώστε τα ψάρια να μπορούν να αναπαράγονται και να διατηρούν τους πληθυσμούς τους, η βιομηχανία απλώς αλιεύει μέχρι να εξαντληθεί ένα απόθεμα και στη συνέχεια μεταφέρεται σε νέα ή βαθύτερα νερά και σε μικρότερα και πιο ξένα ψάρια. Δυστυχώς, δεν διακυβεύεται μόνο το μέλλον της αλιευτικής βιομηχανίας, αλλά και η συνεχής υγεία του μεγαλύτερου οικοσυστήματος στον κόσμο. Ενώ η κλιματική κρίση συγκεντρώνει τακτικά την προσοχή των πρωτοσέλιδων, οι άνθρωποι -ακόμη και αυτοί που δηλώνουν μεγάλη περιβαλλοντική συνείδηση- συνεχίζουν να τρώνε ψάρια σαν να ήταν μια βιώσιμη πρακτική. Αλλά η κατανάλωση ενός ρολού τόνου σε ένα εστιατόριο σούσι δεν πρέπει να θεωρείται πιο φιλική προς το περιβάλλον από το να οδηγείς ένα Hummer.

Γιώργος Γιώτης

by Αντικλείδι ,  https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -