Η «πόλη των χοίρων». Ποιος παράδεισος είναι αρκετός;


«Εμπρός λοιπόν, με τη συζήτησή μας, ας δημιουργήσουμε μια πόλη από την αρχή. Όπως φαίνεται, θα δημιουργηθεί από τις ανάγκες μας.» Πλάτωνας, Πολιτεία 369c

Όταν ο πλατωνικός Σωκράτης συστήνει με τους φίλους του την ιδανική πολιτεία, ξεκινάει από την αρχή. Ένα «πέπλο της άγνοιας» καλύπτει τις προηγούμενες προσπάθειες ίδρυσης πόλεων και, με τη βοήθεια των φίλων του, ο Αθηναίος φιλόσοφος θα ταξινομήσει τα αναγκαία για τη ζωή των πολλών. Η αυτάρκεια περιλαμβάνει κατ’ αρχάς την εξασφάλιση τροφής που είναι η προϋπόθεση της ζωής και της. Ακολουθούν η κατοικία και η ενδυμασία. Ο καταμερισμός της εργασίας αποδεικνύεται επιτακτικός, ενώ προκύπτουν συνεχώς νέες ανάγκες που θα απαλλάξουν τους πολίτες από περιττές ασχολίες και θα τους βοηθήσουν να επικεντρωθούν ο καθένας στο έργο του. Για παράδειγμα, ο γεωργός δεν θα κατασκευάσει μόνος τα εργαλεία του, το ίδιο και τα υπόλοιπα επαγγέλματα. Θα χρειαστούν οικοδόμοι, ξυλουργοί, υποδηματοποιοί αλλά και έμποροι και μεταπράτες (κάπηλοι). Τελευταίοι αναφέρονται οι «μισθωτοί», όσοι δηλαδή προσφέρουν τη σωματική τους ρώμη έναντι μισθού. «Τώρα λοιπόν Αδείμαντε έχει αυξηθεί αρκετά η πόλη ώστε να είναι τέλεια;», ρωτάει ο Σωκράτης, για να συνεχίσει: «Και πού βρίσκεται η δικαιοσύνη ή η αδικία;».

Το νοητικό πείραμα του Σωκράτη απαιτεί να εξετάσουν τον τρόπο ζωής των ανθρώπων που μόλις έχουν εγκαταστήσει στη νεοσύστατη πόλη. Η εικόνα ανοίγεται μπροστά μας:

«Αφού θα έχουν χτίσει τα σπίτια τους, το καλοκαίρι θα εργάζονται σχεδόν γυμνοί και ξυπόλητοι, ενώ τον χειμώνα ντυμένοι γερά με ρούχα και παπούτσια. Θα τρέφονται με ψωμί από κριθάρι που θα παρασκευάζουν οι ίδιοι και αλεύρι από σιτάρι, άλλα θα ζυμώνουν και άλλα θα τα ψήνουν, ωραίες γλυκιές πίτες από κριθάρι και ψωμάκια, αφού τα τοποθετήσουν πάνω σε κάποια καλάμια ή σε καθαρά φύλλα, ξαπλωμένοι σε ξύλινα στρώματα με σμιλακιά και μυρτιά, τρώγοντας πλουσιοπάροχα (εὐωχήσονται) μαζί με τα παιδιά τους, πίνοντας έπειτα κρασί, φορώντας στεφάνια και υμνώντας τους θεούς, περνώντας ευχάριστα με τη συντροφιά ο ένας του άλλου, χωρίς όμως να κάνουν παιδιά πέρα από τις δυνατότητές τους (οὐχ ὑπὲρ τὴν οὐσίαν), γιατί φοβούνται τη φτώχεια ή τον πόλεμο.» Πλάτωνας, Πολιτεία 372 a-c

Στο σημείο αυτό θα επέμβει ο Γλαύκων. Η πρόταση του Σωκράτη δεν δείχνει τόσο δελεαστική. Μπορεί στον φιλόσοφο  να αρκούν τα κριθαρένια ψωμάκια», αλλά οι πολίτες της νεοϊδρυθείσας πόλης χρειάζονται λιχουδιές και συνοδευτικά. Ο Σωκράτης διορθώνει την πρότασή του, προσθέτοντας στη διατροφή τους αλάτι, ελιές, τυρί, βολβούς, ρεβίθια ακόμη και βελανίδια, ώστε «με αυτό τον τρόπο να διάγουν τη ζωή τους σε ειρήνη, έχοντας υγεία και φτάνοντας σε βαθιά γηρατειά και στη συνέχεια να παραδώσουν τον ίδιο βίο στους απογόνους τους.».

Ο Γλαύκων διαμαρτύρεται μπροστά στην προοπτική μιας τέτοιας ζωής και, ορμώμενος από τα βελανίδια που προσφέρονται ως λιχουδιά, παρομοιάζει τη νέα πολιτεία με μία «πόλη χοίρων». Η συζήτηση κινείται γοργά. Είναι φανερό ότι ο αρχικός σχεδιασμός της πόλης (που απλώς ικανοποιεί τις βασικές ανάγκες των κατοίκων της -τροφή, κατοικία, ένδυση) απέχει από την ευημερία που έχει στον νου του ο ευγενής Γλαύκων. «Τουλάχιστον, μην ταλαιπωρείς τους ανθρώπους. Πρέπει να δειπνούν σε τραπέζια, να κοιμούνται σε κρεβάτια, να έχουν τις απολαύσεις των σημερινών πολιτών στο φαγητό και λιχουδιές» ειρωνεύεται, εκπροσωπώντας τη γνώμη πολλών.


Ο Σωκράτης δέχεται εύκολα τη διαφορετική αφετηρία της «τρυφηλής» πλέον πολιτείας τους (τρυφῶσαν πόλιν), αν και δηλώνει την προτίμησή του προς την πρώτη, την «υγιή» πόλη (ὑγιής τις). Οι απολαύσεις που πρέπει να προστεθούν τώρα επιβάλλουν ένα πλήθος ανθρώπων, πρόθυμων να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της τρυφηλής ζωής των κατοίκων, από ραψωδούς μέχρι εταίρες και από χοιροβοσκούς μέχρι και γιατρούς (καθώς το κρέας των ζώων αποτελεί μέρος της διατροφής της αρρωστημένης πόλης που λόγω της αλλαγής στην τροφή θα χρειαστεί γιατρούς). Φυσικά ένας στρατός από μισθοφόρους καθίσταται αναγκαίος. Ο πόλεμος σε μια τέτοια αρρωστημένη κοινωνία (φλεγμαίνουσαν πόλιν) είναι προ των πυλών, ειδικά, αν έχουν γείτονες σαν τους ίδιους, δηλαδή «αν αφεθούν ελεύθερα στην άπειρη απόκτηση πραγμάτων, και αν υπερβούν κατά πολύ τα αναγκαία».

Ο Πλάτωνας καθοδηγεί αριστοτεχνικά τον αναγνώστη του διαλόγου να συμμετάσχει στο ιδεολογικό του κατασκεύασμα. Πού οδηγεί η πλήρωση των απολαύσεων; Η πλεονεξία; Η πλατωνική κοινωνία χρειάζεται διαστρωμάτωση. Η συζήτηση για την ιδανική πολιτεία μόλις έχει ξεκινήσει.

Η Δρ. Έλσα Νικολαΐδου είναι συγγραφέας του βιβλίου Φιλοσοφία για όλους, Φιλοσοφία για όλους: Γιατί να διαβάζουμε τους αρχαίους Φιλοσόφους, Μεταίχμιο 2022

[email protected]  

by Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -