Marguerite Yourcenar – Το ανθρώπινο πνεύμα μισεί να δεχθεί πως βρίσκεται στα χέρια της τύχης


Το βιβλίο “Αδριανού Απομνημονεύματα” της Marguerite Yourcenar αποτελεί μια βαθιά, ουσιαστική μελέτη στην ανθρώπινη φύση και στην πολιτική σκέψη. Κάθε παράγραφος σε γεμίζει με ιδέες και προβληματισμούς. Ένα βιβλίο που θα έπρεπε να διάβαζαν όσοι εμπλέκονται με την πολιτική, για να αντιληφθούν τι σημαίνει παιδεία, απονομή του δικαίου και ενδιαφέρον για τον τόπο. Παρακάτω μια επιλογή αποσπασμάτων, μόνο κάποια απ’ όσα μου άρεσαν, νομίζω ότι αξίζουν την προσοχή σας. Αξίζει να το αναζητήσετε και να προστεθεί στη βιβλιοθήκη σας.

«…το ανθρώπινο πνεύμα μισεί να δεχθεί πως βρίσκεται στα χέρια της τύχης, πως δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα περαστικό προϊόν συμπτώσεων που δεν κυβερνάει κανένας Θεός, που προπαντός δεν κυβερνάει το ίδιο. Κάθε ζωή, ακόμα και η πιο ταπεινή, περνάει ένα μέρος της αναζητώντας τους λόγους της ύπαρξης της, τα σημεία απ’ όπου ξεκίνησε, τις πηγές. Ήταν η αδυναμία μου να τις ανακαλύψω που μ’ έκανε μερικές φορές να στραφώ προς μαγικές ερμηνείες, που με έκανε να ψάξω μέσα στα παραληρήματα του απόκρυφου για να βρω αυτό που δε μου έδινε η ανθρώπινη αίσθηση. Όταν όλοι οι πολύπλοκοι υπολογισμοί αποδεικνύονται ψεύτικοι, όταν οι ίδιοι οι φιλόσοφοι δεν έχουν τίποτα να μας πούνε πια, είναι νόμιμο να στρεφόμαστε προς την άσκοπη φλυαρία των πουλιών ή προς το μακρινό αντίβαρο των άστρων.» (σ. 37)

 «Πραγματικός τόπος γέννησης μας είναι εκείνος στον οποίο βλέπουμε για πρώτη φορά με καθαρό μάτι τον εαυτό μας. Πρώτες μου πατρίδες ήτανε τα βιβλία. Σ’ ένα μικρότερο βαθμό, τα σχολεία.» (σ. 45)

 «Το μεγάλο λάθος μας είναι πώς προσπαθούμε να αποσπάσουμε από τον καθένα αρετές που δεν έχει, παραμελώντας να του καλλιεργήσουμε εκείνες που έχει.» (σ. 54)

 «Η ζωή ήταν ένα άλογο που παντρεύεσαι τις κινήσεις του, αφού όμως πρώτα το προπονήσεις όσο μπορείς καλύτερα.» (σ.55)

 «Ορισμένα πλάσματα μετατοπίζουνε τα όρια του πεπρωμένου, αλλάζουν την ιστορία» (σ.105)

«Δεχόμουνα τον πόλεμο σαν ένα μέσο που θα έφερνε την ειρήνη, αν οι διαπραγματεύσεις δεν αρκούσαν γι’ αυτό, ακριβώς όπως ένας γιατρός παίρνει την απόφαση να καυτηριάσει αφού πρώτα δοκιμάσει όλα τα βότανα. Είναι τόσο περίπλοκα τα ανθρώπινα, που η ειρηνική ηγεμονία μου θα είχε, κι αυτή, τις πολεμικές περιόδους της, όμοια με τη ζωή ενός μεγάλου καπετάνιου, που θέλει δε θέλει, έχει κι αυτή τα ειρηνικά της διαλείμματα.» (σ.120)

«Η εξαιρετική ευγένεια μου, στην οποία τα χυδαία πνεύματα διέκριναν μια μορφή αδυναμίας, δειλίας ίσως, φαινόταν τώρα σαν το λείο και στιλπνό θηκάρι της δύναμης. Με εξεθείαζαν που δεχόμουνα τόσο υπομονετικά τις αιτήσεις, που επισκεπτόμουν συχνά τα στρατιωτικά νοσοκομεία, που είχα μια φιλική οικειότητα με τους συνταξιούχους απόμαχους. Τίποτα απ’ όλ’ αυτά δε διέφερε από τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίστηκα σ’ όλη μου τη ζωή τους δούλους μου και τους γεωργούς του κτήματος μου. Καθένας από εμάς έχει περισσότερες αρετές απ’ όσες νομίζουμε, αλλά μόνο η επιτυχία τις φέρνει στο φως, ίσως γιατί τότε περιμένουν να μας δουν να παύουμε να τις εξασκούμε. Όταν τα ανθρώπινα πλάσματα παραξενεύονται που κάποιος κοσμοκράτορας δεν είναι ανόητα άπονος, φαντασμένος ή σκληρός, ομολογούν τη χειρότερη αδυναμία τους.» (σ. 126-127)

«Όλοι οι λαοί που χάθηκαν ως τα σήμερα, χάθηκαν από μιαν έλλειψη γενναιοδωρίας. Η Σπάρτη θα επιζούσε πολύ περισσότερο, αν είχε κάνει τους είλωτες να ενδιαφερθούν για την επιβίωσή της. (…) Επιμένω: το πιο απόκληρο από τα πλάσματα, ο σκλάβος που καθαρίζει το βόρβορο των πόλεων, ο λιμασμένος βάρβαρος που περιτριγυρίζει τα σύνορα, πρέπει να έχουν το συμφέρον να δουν τη Ρώμη να διαρκείΑμφιβάλλω αν ολόκληρη η φιλοσοφία του κόσμου θα φτάσει ποτέ να καταργήσει τη δουλεία. Θα της αλλάξουν το πολύ πολύ όνομα. Μπορώ να φανταστώ μορφές δουλείας, χειρότερες από τη δική μας, γιατί θα είναι πιο δόλιες. Θα καταφέρουν είτε να μεταμορφώσουν τον άνθρωπο σε μια ηλίθια ικανοποιημένη από τον εαυτό της μηχανή, που θα πιστεύεται ελεύθερη τη στιγμή ακριβώς που θα υποτάσσεται, είτε θα του αναπτύξουν, αποκλειστικά με την άνεση και την ηδονή, μια τόσο παράφρονη κλίση προς την εργασία, όσο είναι και το πάθος των βαρβάρων για τον πόλεμο. Απ’ αυτή τη δουλεία του πνεύματος ή της φαντασίας του ανθρώπου, εξακολουθώ να προτιμώ την πραγματική δουλεία μας.» (σ.140)

«Μερικοί άλλοι άνθρωποι είχαν διασχίσει τη γη πριν από μένα. Ο Πυθαγόρας, ο Πλάτωνας, καμιά δωδεκαριά σοφοί και αρκετοί τυχοδιώκτες. Ήταν η πρώτη φορά όμως που ο ταξιδιώτης ήταν ταυτόχρονα και αφέντης, απόλυτα ελεύθερος να δει, να μεταρρυθμίσει, να δημιουργήσει. Ήταν η τύχη μου, και αντιλαμβανόμουνα πώς θα μπορούσαν να περάσουν αιώνες προτού να ξανασυμπέσει να ταιριάξουν τόσο ευτυχισμένα ένα λειτούργημα, μια ιδιοσυγκρασία, ένας κόσμος. Και τότε κατάλαβα πόσο προνομιούχος είναι ένας άνθρωπος που είναι νέος, που είναι μόνος, πολύ λίγο παντρεμένος, δίχως παιδιά, δίχως σχεδόν προγόνους, ο Οδυσσέας χωρίς άλλη Ιθάκη από εκείνη που έχει μέσα του. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σου κάνω μιαν ομολογία που δεν την έχω κάνει σε κανέναν. Ποτέ μου δεν είχα το συναίσθημα ότι ανήκω απόλυτα σε κάποιο μέρος, ούτε και σε αυτή την πολυαγαπημένη μου Αθήνα, ούτε στη Ρώμη καν. Ξένος παντού, δεν ένιωθα ιδιαίτερα αποξενωμένος από κανέναν τόπο.» (σ.149)

«Η αφοσίωση του σε μια και μοναδική σκέψη, προίκιζε εκείνο το αγόρι των δεκαοχτώ χρονών με μια δύναμη αδιαφορίας που λείπει από τους σοφότερους.» (σ. 203)

«Ο θάνατος είναι αποτρόπαιος. Αλλά και η ζωή είναι. Τα πάντα μορφάζουνε.» (σ. 242)

«Κατάληγα να το βρίσκω φυσικό, αν όχι δίκαιο, ότι έπρεπε να χαθούμε. Τα γράμματα μας εξασθενούνε. Οι τέχνες μας αποκοιμιούνται. Ο Παγκράτης δεν είναι Όμηρος. Ο Αρριανός δεν είναι Ξενοφώντας. Όταν προσπάθησα ν’ αποθανατίσω στην πέτρα τη μορφή του Αντίνοου, δε βρήκα Πραξιτέλη. Οι επιστήμες μας βαδίζουνε σημειωτόν από την εποχή του Αριστοτέλη και του Αρχιμήδη. Η πρόοδος της τεχνολογίας μας δε θ’ αντέξει στις φθορές ενός μακροχρόνιου πολέμου. Η φιληδονία μας μάς κάνει ν’ αηδιάζουμε την ευτυχία. Τα ημερότερα ήθη, οι πιο προοδευτικές ιδέες αυτού του τελευταίου αιώνα, είναι έργα μιας ελάχιστης μειοψηφίας ωραίων πνευμάτων. Η μάζα, παραμένει αγράμματη, άγρια όταν μπορεί, οπωσδήποτε εγωίστρια και στενόμυαλη, και όλα δείχνουνε πως θα μείνει πάντα τέτοια. Πάρα πολλοί αχόρταγοι έμποροι και τελώνες, πάρα πολλοί δύσπιστοι συγκλητικοί πάρα πολλοί κτηνώδεις κεντυριώνες έχουν εκθέσει προκαταβολικά το έργο μας.» (σ. 284)

«Ένας από τους καλύτερους τρόπους να πλάσουμε ξανά τη σκέψη ενός ανθρώπου, είναι να ανασυγκροτήσουμε τη βιβλιοθήκη του

***

Marguerite Yourcenar, Αδριανού Απομνημονεύματα, μτφ. Χατζηνικολή Ιωάννα, Εκδ. Χατζηνικολή, 8η έκδοση.

Διαβάστε περισσότερα στο: roadartist.blogspot.com

by Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -