Μια διαφορετική ανάγνωση του Φινλανδικού συστήματος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης


Στην Ελλάδα οι περισσότερες αναφορές για το Φινλανδικό Εκπαιδευτικό Σύστημα, συνήθως προκαλούν πολιτική φόρτιση. Κατά την διάρκεια της βαθύτατης ελληνικής οικονομικής, κοινωνικής και θεσμικής κρίσηςεπιχειρήθηκε η επίλυση των προβλημάτων (που αυτή προκάλεσε) με την ενεργοποίηση κοινωνικών αυτοματισμών οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για την στοχοποίηση επαγγελματικών ομάδων (π.χ εκπαιδευτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι κ.λ.π).

Αντίθετα στην δεκαετία του 1990 η Φινλανδία αποφάσισε να αντιμετωπίσει την δική της οικονομική κρίση χρησιμοποιώντας την εκπαίδευση ως βασικό πυλώνα επαναχάραξης του παραγωγικού της μοντέλου. Τα αποτελέσματα της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας που επιχείρησε η Φινλανδική κοινωνία διαπερνούν την κουλτούρα της σημερινής Φινλανδίας και αποτυπώνονται στο σύνθημα « όλα είναι εκπαίδευση».

Σε αυτό το άρθρο η προσέγγιση του Φινλανδικού εκπαιδευτικού μοντέλου βασίζεται στην αξιοποίηση των βιωματικών δεδομένων που προέκυψαν από την επίσκεψη επιμορφωτικού χαρακτήρα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο Ευρωπαϊκού Προγράμματος Erasmus + ΚΑ1 σε σχολικές μονάδες του Ελσίνκι, τον Απρίλιο του 2018.

Η Φινλανδία είναι μία χώρα η οποία παρουσιάζει παρόμοια οικονομικά, γεωστρατηγικά και ιστορικά χαρακτηριστικά με τη Ελλάδα. Ειδικότερα χαρακτηρίζεται από το μικρό μέγεθος του πληθυσμού και την συγκέντρωση του σε μεγάλες πόλεις. Συνορεύει με την Ρωσία η οποία κάνει αισθητή την παρουσία της χρησιμοποιώντας μηχανισμούς πίεσης όπως είναι οι ελεγχόμενες μεταναστευτικές ροές. Ο σκληρός εμφύλιος πόλεμος που πραγματοποιήθηκε στην δεκαετία του 1920 άνοιξε πληγές οι οποίες επουλώθηκαν σύντομα από τους Φινλανδούς. Ωστόσο – κατά την άποψη ενός Φινλανδού συναδέλφου – δεν έχουν κατορθώσει να μιλήσουν με αυτοκριτική διάθεση για τα μελανά σημεία της ιστορίας τους όπως είναι η συνεργασία της Φινλανδικής Κυβέρνησης με το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.

Σε αντίθεση με το ελληνικό μοντέλο σχολικών υποδομών το οποίο χαρακτηρίζεται από την κατασκευή μικρού μεγέθους σχολικών μονάδων, το αντίστοιχο Φινλανδικό μοντέλο βασίστηκε στην κατασκευή μεγάλου μεγέθους σχολικών μονάδων με σκοπό την δημιουργία οικονομιών κλίμακας, συνεργειών και γνώσης. Για παράδειγμα στην περιοχή του Ελσίνκι υπάρχουν κτιριακά συγκροτήματα με χωρητικότητα μεγαλύτερη των 2000 μαθητών, στα οποία στεγάζονται οι δομές της τυπικής και της άτυπης εκπαίδευσης και κατάρτισης. Χαρακτηριστικά οφέλη που απορρέουν από την επιλογή του συγκεκριμένου μοντέλου είναι η ορθολογική διαχείριση των λειτουργικών δαπανών, η αποτελεσματική αξιοποίηση των υποδομών όπως βιβλιοθήκες, αθλητικές εγκαταστάσεις από έναν ικανοποιητικό αριθμό εκπαιδευομένων και εκπαιδευτικών.

Η χρηματοδότηση του φινλανδικού εκπαιδευτικού μοντέλου πραγματοποιείται κυρίως από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, ενώ οι δήμοι είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση των δημοσιονομικών κονδυλίων που προορίζονται για την χρηματοδότηση της προσχολικής, πρωτοβάθμιάς, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.


Σε αντίθεση με τις προτάσεις του Ο.Ο.Σ.Α που προτείνουν την αύξηση του εκπαιδευτικού ωραρίου, την μείωση των δημόσιων δαπανών για την εκπαίδευση, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μέσω των επιταγών εκπαίδευσης (vouchers), την τυποποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, την κοινωνική λογοδοσία, την αύξηση της αναλογίας μαθητών/τριων ανά εκπαιδευτικό, οι σχεδιαστές του Φινλανδικού μοντέλου επέλεξαν να δημιουργήσουν ένα εκπαιδευτικό σύστημα προσαρμοσμένο στις ανάγκες της Φινλανδικής κοινωνίας και όχι στα συμφέροντα των επιμέρους ομάδων πίεσης. Αποφάσισαν να δώσουν προτεραιότητα στην αναμόρφωση των ωρολογίων προγραμμάτων δημιουργώντας θεματικές ενότητες και προσεγγίζοντας ολιστικά τα γνωστικά αντικείμενα. Εστίασαν στην κινητικότητα του μαθητικού δυναμικού μεταξύ διαφορετικών τύπων σχολείων στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε θέματα παιδαγωγικού χαρακτήρα, διδακτικών προσεγγίσεων και συμβουλευτικής, στην κοινωνική συνεργασία και στην εξατομικευμένη μαθησιακή διαδικασία.

Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού απολαμβάνει υψηλό βαθμό κοινωνικού κύρους ως αποτέλεσμα των επαγγελματικών προσόντων του (παιδαγωγικού, διδακτικού συμβουλευτικού χαρακτήρα), την συχνή επικοινωνία με τους γονείς και την τοπική κοινωνία. Ο Φινλανδός εκπαιδευτικός μπαίνει σε τάξεις των 10 ή των 15 μαθητών (υπάρχουν και οι τάξεις των 20 ή 25 ατόμων) συνεργάζεται με τους γονείς των μαθητών στο πλαίσιο συναντήσεων που ορίζονται σε τακτά χρονικά διαστήματα και παρέχει υπηρεσίες συμβουλευτικής σε συγκεκριμένες ομάδες μαθητών. Κάθε εκπαιδευτικός εντάσσεται σε επιμέρους ομάδες εκπαιδευτικών που αναλαμβάνουν την αντιμετώπιση επιμέρους θεμάτων που αφορούν την λειτουργία των σχολικών μονάδων και την επικοινωνία τους με τη τοπική κοινωνία.

Ο σημαντικός αριθμός επαγγελματικών προσόντων του Φινλανδού εκπαιδευτικού – μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών, παρακολούθηση προγραμμάτων επιμόρφωσης για την διαχείριση συγγενών γνωστικών αντικείμενων και την παροχή συμβουλευτικού έργου – και η συχνή επικοινωνία με τους γονείς και την τοπική κοινωνία αποτελούν τις μεταβλητές της διαδικασίας αξιολόγησης του. Υπάρχει και η διοικητική αξιολόγηση που συνδέεται κυρίως με τις επιμορφωτικές ανάγκες των εκπαιδευτικών οι οποίες θα πρέπει να προσαρμόζονται στην αποτελεσματική βελτίωση του εκπαιδευτικού τους έργου.

Στις συζητήσεις με εκπαιδευτικούς και μαθητές/τριες των τριών σχολείων (Γυμνασίου, Γενικού και Επαγγελματικού Λυκείου) μπορείς να εντοπίσεις το κλίμα που χαρακτηρίζει κατά κανόνα τις σχέσεις εκπαιδευτικών και μαθητικού δυναμικού, κατά την διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας εντός και εκτός τάξης. Συγκεκριμένα το ωρολόγιο πρόγραμμα περιλαμβάνει έναν ικανοποιητικό αριθμό θεματικών ενοτήτων που καλούνται οι μαθητές/τριες να επιλέξουν με σκοπό την απόκτηση και την ενδυνάμωση των γνωστικών, επικοινωνιακών και κοινωνικών δεξιοτήτων τους. Η ολιστική προσέγγιση των θεματικών ενοτήτων μέσω των διαθεματικών και διεπιστημονικών συνδέσεων (όπου είναι εφικτό) αποτελεί ένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του εκπαιδευτικού συστήματος όπως αυτά αποτυπώνονται στους διαγωνισμούς της PISA. Μία θεματική ενότητα δεν συνδέεται αποκλειστικά με ένα γνωστικό αντικείμενο άλλα με έννοιες που απαιτούν την διεπιστημονική προσέγγιση του.Η μετωπική διδασκαλία έχει αντικατασταθεί από την εργασία μέσω ομάδωνκαι την εξατομικευμένη μάθηση που προσαρμόζεται στους προσωπικούς στόχους κάθε μαθητή/τριας. Άλλωστε αυτό που ενδιαφέρει τους περισσότερους μαθητές/τριες είναι η απόκτηση του εθνικού απολυτήριου, δηλαδή δεξιοτήτων που θα τους επιτρέψουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις, στα δικαιώματα και στις ευθύνες που απορρέουν από την ιδιότητα τους ως πολίτες της Φινλανδικής Δημοκρατίας και της Ε.Ε.

Ένα μικρό ποσοστό επιλέγει την συμμετοχή του σε εξετάσεις για την εισαγωγή σε κάποιο Πανεπιστήμιο. Κυκλοφορώντας στο εσωτερικό των σχολείων παρατηρείς παιδιά να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικούς υπολογιστές, tablets, smartphones ή να χαλαρώνουν σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους. Φαινόμενα αποκλίνουσας συμπεριφοράς που δημιουργούνται σε σχολικές μονάδες μεγάλου μεγέθους αντιμετωπίζονται μέσω των εθνικών προγραμμάτων που προσαρμόζονται στο σχολικό περιβάλλον του Φινλανδικού σχολείου (πρόγραμμα αντιμετώπισης σχολικού εκφοβισμού, πρόσθετη υποστήριξή των μαθητών/τριων που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες, προγράμματα συμβουλευτικής εντός του εκπαιδευτικού ωραρίου). Επίσης υπάρχει ο θεσμός των ιδιωτικών φροντιστηρίων τον οποίο επιλέγει ένας μικρός αριθμός μαθητών με σκοπό την εισαγωγή σε σχολές όπως η Νομική και Ιατρική του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι.

Συμπερασματικά οι προσλαμβάνουσες που έχουν παρουσιασθεί στις προηγούμενες παραγράφους αποτελούν την κουλτούρα οργάνωσης του Φινλανδικού σχολείου που αποτυπώνεται στις υποδομές, στην δημόσια χρηματοδότηση, στις αξίες και στις κοινωνικές συμπεριφορές. Μία κουλτούρα που άρχισε να διαμορφώνεται στην περίοδο της οικονομικής ύφεσης της Φινλανδικής οικονομίας και συνοψίζεται στις λέξεις κλειδιά: κοινωνική ευθύνη σε αντίθεση με την κοινωνική λογοδοσία, ομαδική εργασία με στόχο την εξατομικευμένη μάθηση, εκπαιδευτικοί-σύμβουλοι, ωρολόγια προγράμματα θεματικών ενοτήτων και όχι μαθημάτων, στην απομυθοποίηση των Τ.Π.Ε., στην ανατροφοδότηση, στην κοινωνική συνεργασία και στην αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού έργου σε αντιδιαστολή με την ατομική αξιολόγηση. Τα επιτεύγματα του συγκεκριμένου μοντέλου είναι ορατά σε διεθνείς διαγωνισμούς εντοπισμού του γλωσσικού, μαθηματικού, οικονομικού εγγραματισμού και στην οικονομική ανάπτυξη της Φινλανδικής κοινωνίας.

***

Στέφανος Συρμακέσης

Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων – Εκπαιδευτικός-Οικονομολόγος

Πηγήhuffingtonpost

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -