Πιερ Γκασσαντί – Ο αναβιωτής της Επικούρειας φιλοσοφίας


Σαν σήμερα, 22 Ιανουαρίου 1592, γεννήθηκε ο σπουδαίος – αλλά σχετικά άγνωστος σήμερα – Γάλλος φιλόσοφος, ιερέας, επιστήμονας, αστρονόμος και μαθηματικός Πιέρ Γκασσεντί, .

«Εἶναι ἴδιον τοῦ ἀνθρώπινου λογικοῦ νὰ θεωρεῖ ὡς ἀπόλυτα εὐκρινεῖς καὶ διακριτὲς τὶς ἰδέες ποὺ πιστεύει ἐπειδὴ τὶς πιστεύει, καὶ ὄχι νὰ τὶς πιστεύει ἐπειδὴ εἶναι λογικές, εὐκρινεῖς καὶ διακριτές.»·

Το παρακάτω κείμενο του καθηγητή Χρήστου Γιαπιτζάκη δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά του 3ου Πανελλήνιου Συμποσίου Επικούρειας Φιλοσοφίας

Εισαγωγή

Ως αντιμαρτύρηση στην ανιστόρητη άποψη των πεσιμιστών ότι «ένα άτομο δεν μπορεί να αλλάξει την ροή της ανθρώπινης ιστορίας» ένας αντικειμενικός παρατηρητής θα μπορούσε να αναφέρει το παράδειγμα του Γάλλου φιλοσόφου, επιστήμονα και ιερέα Πιερ Γκασσαντί.

Ο άνθρωπος αυτός έκανε μια ιστορική φιλοσοφική παρέκκλιση τον 17ο αιώνα προκαλώντας μια θεαματική πολιτιστική μεταστροφή, που οδήγησε στον Διαφωτισμό και στην Επιστήμη της σύγχρονης εποχής.

Ο Γάλλος φιλόσοφος και ιερέας ήταν ο άνθρωπος που συγκέντρωσε στο πρόσωπό του όλες τις διαφορετικές τάσεις της Επικούρειας φιλοσοφίας που υπήρχαν στην εποχή του και αντιλήφθηκε την υπεροχή αυτής της φιλοσοφίας στην επιστημονική εξήγηση του Κόσμου έναντι της επικρατούσας θεοκρατικής κοσμοθεωρίας. Αποφάσισε να αναδείξει την φιλοσοφία του Επίκουρου εναρμονίζοντάς την με τα κύρια δόγματα του Χριστιανισμού, όπως είχαν κάνει με τον Πλατωνισμό οι Καππαδόκες Βασίλειος Καισαρείας και Γρηγόριος Ναζιανζηνός τον 4ο αιώνα και με τον Αριστοτελισμό ο Ιταλός Θωμάς Ακινάτης τον 13ο αιώνα.

Ο Γκασσαντί αφιέρωσε πολλά χρόνια στην έρευνα αρκετών βιβλιοθηκών και στην αποκατάσταση πολλών χειρογράφων για να καταφέρει να συναρμολογήσει το δέκατο βιβλίο του Διογένη Λαέρτιου «Βίοι φιλοσόφων», που περιείχε τον βίο, την φιλοσοφία, τρεις επιστολές και τις Κύριες Δόξες του Επίκουρου. Η φιλολογική επιμέλεια των κειμένων αυτών, καθώς και η μετάφρασή τους από τα ελληνικά στα λατινικά μαζί με τον σχολιασμό τους αποτελεί το έργο ζωής του μεγάλου Γάλλου φιλοσόφου. 

Ο αντιεπικούρειος Μεσαίωνας

Η κυρίαρχη φιλοσοφία του Μεσαίωνα (περίπου 400-1400) στην Ανατολική και την Δυτική Ευρώπη ήταν ο χριστιανικός Νεοπλατωνισμός, ενώ από τον 13ο αιώνα στην Δύση κυριάρχησε ο Σχολαστικισμός, δηλαδή ο χριστιανοπλατωνικός Αριστοτελισμός. Στα κύρια χαρακτηριστικά της χιλιετίας της μεσαιωνικής βαρβαρότητας περιλαμβάνονται η ολιγαρχία, η αμάθεια, η δεισιδαιμονία και οι άδικες ύβρεις κατά του Επίκουρου. Οι ύβρεις αυτές περιλάμβαναν τις άδικες κατηγορίες της «ανόητης αθεΐας» και της «κτηνώδους φιληδονίας». Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του μεσαιωνικού Λεξικού του Σουΐδα, όπου κατονομάζεται ο μέγιστος των φιλοσόφων Επίκουρος με τα υβριστικά επίθετα «χλούνης» (κακούργος που κυλιέται στην χλόη) και «γύννις» (μαλθακός).

Κατά την διάρκεια της χιλιετούς βαρβαρότητας υπήρξαν ελάχιστες μεμονωμένες προσπάθειες να διατυπωθούν επικούρειες απόψεις. Για παράδειγμα, ο Γάλλος φιλόσοφος και θεολόγος Νικόλαος της Ωτρκούρ (1299-1369) υποστήριξε ότι ο κόσμος αποτελείται από αδιαίρετα άτομα και υπάρχει αιώνια. Ο Νικόλαος καταδικάστηκε από την Ιερά Εξέταση ως αιρετικός, εκδιώχθηκε από το Πανεπιστήμιο στο οποίο δίδασκε και υποχρεώθηκε να κάψει τα γραπτά του δημοσίως.

Η ανακάλυψη του Λουκρήτιου και η Αναγέννηση

Η πρώτη αχτίδα φωτός μέσα στο σκότος του Μεσαίωνα φάνηκε το 1417 όταν ο Ιταλός Πότζιο Μπρατσιολίνι (Poggio Bracciolini) ανακάλυψε σε ένα μοναστήρι της Βαυαρίας το μεγαλειώδες ποίημα του Ρωμαίου Επικούρειου Λουκρήτιου “De rerum natura” («Περί της φύσεως των πραγμάτων»), που αποτελούσε σε έμμετρη μορφή το έργο «Περί φύσεως» του Επίκουρου. Με την επίδραση του Λουκρήτιου, κάποιοι έμφρονες μορφωμένοι άρχισαν να αλλάζουν γνώμη για την Επικούρεια φιλοσοφία δημιουργώντας σταδιακά την Αναγέννηση, τα σπέρματα της οποίας είχαν ήδη τεθεί πριν από μισό αιώνα από τους πρώτους Ιταλούς Ουμανιστές Πετράρχη και Βοκκάκιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ουμανιστικές απόψεις του Πετράρχη μεγάλη συμβολή είχε η διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας και φιλοσοφίας από τον Αριστοτελικό Έλληνα Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ο οποίος είχε εγκαταλείψει την αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης μετά από διαμάχη του με τους Πλατωνικούς Ησυχαστές.

Ο πρώτος Ουμανιστής που τόλμησε να υποστηρίξει τις ηδονιστικές απόψεις του Επίκουρου ήταν ο Ιταλός Λορέντζο Βάλλα το 1431 με τον διάλογό του “De voluptate” («Περί ηδονής»). Στον διάλογο αυτό ο Βάλλα κατέκρινε τον Στωικισμό που καταδίκαζε τα συναισθήματα και υποστήριξε τις επικούρειες απόψεις ότι ο ενάρετος φρόνιμος άνθρωπος ζει ηδονικά και ατάραχα, δηλαδή ευδαιμονικά. Αργότερα, σε άλλα κείμενά του ο Βάλλα απέδειξε με φιλολογικούς όρους ότι ορισμένα διάσημα χριστιανικά έγγραφα ήταν πλαστά, αφού η γλώσσα στην οποία ήταν γραμμένα περιλάμβανε αναχρονιστικές εκφράσεις του Μεσαίωνα. Μεταξύ αυτών των πλαστών εγγράφων ήταν το περίφημο λατινικό κείμενο της «Δωρεάς του Κωνσταντίνου», στο οποίο ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος υποτίθεται ότι είχε δωρίσει όλη την Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στον Πάπα Συλβέστρο Α’ και τους διαδόχους του ποντίφικες της Καθολικής Εκκλησίας, καθώς και η περίφημη ελληνόγλωσση αλληλογραφία του Ιησού με τον Σύρο βασιλέα Άβγαρο, που συνδεόταν με την υποτιθέμενη εικονογράφηση της μορφής του Χριστού στο «Ιερό Μανδήλιο». Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτή την υποτιθέμενη «αχειροποίητη» μορφή του Ιησού βασίστηκαν αργότερα όλες οι εικόνες του στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Το μεγαλειώδες έργο του Λουκρήτιου «Περί της φύσεως των πραγμάτων» κυκλοφόρησε σε περισσότερα από πενήντα χειρόγραφα αντίγραφα και περισσότερες από τριάντα εκδόσεις από την ανακάλυψή του έως το 1600. Η επίδραση του Επικούρειου φιλοσόφου-ποιητή στην Αναγέννηση ήταν σημαντική παρά το γεγονός ότι δεν είναι ευρύτατα γνωστή. Οι δύο διασημότεροι αναγεννησιακοί πίνακες του Σάντρο Μποτιτσέλλι, η «Αφροδίτη» και η «Άνοιξη», είναι εμπνευσμένοι από το επικούρειο ποίημα του Λουκρήτιου. Ο πρώτος πίνακας αποτελεί αναφορά στην εισαγωγή του βιβλίου Ι του ποιήματος, που περιλαμβάνει τον ύμνο στην θεϊκή προσωποποίηση της ηδονής, την θεά Αφροδίτη. Ο δεύτερος πίνακας του Μποτιτσέλλι αναπαριστά πιστά την περιγραφή του ερχομού της Άνοιξης στο βιβλίο V, όπου ο Λουκρήτιος αναφέρει τον Ζέφυρο, την Χλωρίδα (Fauna), την Αφροδίτη και τον φτερωτό προάγγελό της, τον Έρωτα («Περί της φύσεως των πραγμάτων» V 737740).

Ανάμεσα στα λιγότερο γνωστά έργα του Μποτιτσέλλι αξίζει να αναφερθούν «η συκοφαντία του Απελλή», που αποτελεί απεικόνιση μιας ιστορίας του Επικούρειου συγγραφέα Λουκιανού, και η προσωπογραφία ενός σύγχρονού του Έλληνα Ουμανιστή, του Μιχαήλ Μάρουλλου Ταρχανιώτη. Ο Ταρχανιώτης ήταν ένθερμος οπαδός του Λουκρήτιου και είχε εμπνευστεί από αυτόν το ποίημα «Φυσικοί Ύμνοι» το 1497.

Όμως, για δύο και πλέον αιώνες οι περισσότεροι Ουμανιστές διάβαζαν Λουκρήτιο από θαυμασμό στην σαγηνευτική ποίηση και στα όμορφα λατινικά του. Σύγχρονες μελέτες έχουν δείξει ότι στα περιθώρια των σελίδων των αντιγράφων του ποιήματος υπάρχουν κυρίως φιλολογικές σημειώσεις, ενώ λιγότερο από το ένα δέκατο των ιδιόχειρων σημειώσεων αφορούν είτε την Φυσική είτε την Ηθική της Επικούρειας φιλοσοφίας. Μπορεί η μεγάλη διάδοση του βιβλίου του Λουκρήτιου να οφειλόταν κυρίως στην όμορφη ποίησή του, αλλά οι φιλοσοφικές ιδέες του επηρέασαν και μερικούς διανοούμενους. Αυτοί ανήκαν σε τέσσερις κατηγορίες:

  • α) κάποιοι φωτισμένοι Χριστιανοί Ουμανιστές, που αναγνώρισαν κοινά στοιχεία στην Ηθική του Επίκουρου και του Ιησού, όπως η ελεύθερη βούληση και η προώθηση της φιλίας/αγάπης μεταξύ των ανθρώπων (όπως ο Ιταλός Βάλλα, ο Άγγλος Μορ, ο Ολλανδός Έρασμος και ο Γάλλος Μονταίνι),
  • β) κάποιοι Αλχημιστές, που αντιλήφθηκαν ότι η επικούρεια θεωρία των ατόμων εξηγούσε πολύ καλύτερα τις παρατηρήσεις τους από ό,τι η επικρατούσα τότε θεωρία των τεσσάρων στοιχείων νερό, γη, αέρας, φωτιά (όπως ο Ολλανδός Μπέικμαν και ο Γερμανός Σέννερτ),
  • γ) κάποιοι Αστρονόμοι, που δέχονταν την πολλαπλότητα των κόσμων όπως πρέσβευε ο Επίκουρος και δεν αποδέχονταν την ύπαρξη ενός μοναδικού κόσμου που υποστήριζε ο Αριστοτέλης και ο Χριστιανισμός (όπως οι Ιταλοί Μπρούνο και Γαλιλαίος, καθώς και ο Γερμανός Κέπλερ),
  • δ) κάποιοι «Λιμπερτίνοι» (Libertins erudite, δηλαδή «μορφωμένοι Ελευθερόφρονες ή Ελευθεριάζοντες», όπως τους είχε ονομάσει επιτιμητικά ο Γάλλος Καλβίνος, ο ηγέτης των Διαμαρτυρομένων που ήταν επηρεασμένος από στωικές απόψεις), οι αντικομφορμιστές με φιλελεύθερο πνεύμα που δέχονταν την ηδονιστική φιλοσοφία του Επίκουρου (όπως ο Ιταλός Βανίνι και μεγάλος αριθμός Παριζιάνων).

Οι άνθρωποι αυτοί γνώριζαν αποσπασματικά την διδασκαλία του Επίκουρου και σπάνια συνομιλούσαν μεταξύ τους. Κάποιοι από αυτούς κάηκαν στην πυρά μετά από βασανιστήρια της Ιεράς Εξέτασης πληρώνοντας με την ζωή τους την υποστήριξη επικούρειων απόψεων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι ο Τζορντάνο Μπρούνο, που κάηκε το 1600 στην Ρώμη επειδή δίδασκε ότι υπάρχουν πολλοί κόσμοι στο σύμπαν, και ο Τζούλιο Τσέζαρε Βανίνι, που κάηκε το 1619 στην Τουλούζη επειδή υποστήριζε την ατομική σύσταση του σύμπαντος, την εξέλιξη των ζωντανών οργανισμών από συγγενικά είδη και την κοινή φυλογενετική καταγωγή του ανθρώπου και των πιθήκων. Η ημιμάθεια, η διαστρέβλωση, ο φόβος και η σιωπή κυριαρχούσαν για πολλές δεκαετίες ώσπου εμφανίστηκε ο Γκασσαντί, ο οποίος πρώτος παρουσίασε την Επικούρεια φιλοσοφία ως συνολικό σύστημα.

Η προεπικούρεια περίοδος του Γκασσαντί

Ο Πιερ Γκασσαντί (Pierre Gassendi) ή Γκασσάντ γεννήθηκε από φτωχούς γονείς το 1592 στο χωριό Σαντερσιέ (Champtercier), κοντά στην κωμόπολη Ντιν (Digne) της Προβηγκίας, στην νοτιοανατολική Γαλλία. Από μικρός έδειξε μεγάλη κλίση στην μελέτη λατινικών και ελληνικών κειμένων, καθώς και μαθηματικών έργων.

Σπούδασε φιλοσοφία και θεολογία, αρχικά στο κολλέγιο της Ντιν και αργότερα στο Πανεπιστήμιο της Αιξ-αν-Προβάνς (Aix-en-Provence), μιας μεγάλης πόλης της Νότιας Προβηγκίας. Το 1615 ονομάστηκε διδάκτωρ θεολογίας στο μεγάλο Πανεπιστήμιο της Αβινιόν (Avignon), της γαλλικής πόλης που υπήρξε η έδρα επτά παπών κατά τον 14ο αιώνα, και το επόμενο έτος χειροτονήθηκε ιερέας της Καθολικής Εκκλησίας σε ηλικία 24 ετών. Αμέσως μετά τού προσφέρθηκε μια θέση καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Αιξ-αν-Προβάνς, όπου προτίμησε να διδάξει φιλοσοφία και όχι θεολογία.

Εκείνη την εποχή ο Γκασσαντί διέμενε στο σπίτι του αστρονόμου Γκωτιέ (Gautier), που ήταν υπό την κηδεμονία του πατρώνου του Περές (Pereisc). Ο Περές ήταν ένας πλούσιος και ιδιαίτερα μορφωμένος αριστοκράτης, αρχαιολάτρης, Ουμανιστής και λάτρης της αστρονομίας από τότε που είχε γνωρίσει στην Ιταλία τον Γαλιλαίο, τον τότε καθηγητή μαθηματικών του Πανεπιστημίου της Πάντοβας, που είχε κατασκευάσει το πρώτο αξιόπιστο τηλεσκόπιο. Ο Γαλιλαίος είχε δωρίσει στον Περές ένα από τα πρώτα τηλεσκόπια και ο πλούσιος Γάλλος κατασκεύασε ένα μικρό αστεροσκοπείο για την λειτουργία του οποίου προσέλαβε τον αστρονόμο Γκωτιέ.

Παράλληλα με την διδασκαλία της Αριστοτελικής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο, ο Γκασσαντί εργάστηκε επί μια εξαετία ως βοηθός του Γκωτιέ, από τον οποίον έμαθε για τις πρωτοποριακές αστρονομικές εργασίες του Γαλιλαίου και του Κέπλερ. Ο νεαρός Γάλλος ιερέας γοητεύθηκε από την νέα τότε επιστήμη της Αστρονομίας, που βασιζόταν πλέον σε παρατηρήσεις με τηλεσκόπιο. Πραγματοποίησε αρκετές αστρονομικές μελέτες και δημοσίευσε κάποιες επιστημονικές εργασίες, η σημαντικότερη από τις οποίες αφορούσε την πρωτοποριακή περιγραφή του Βόρειου Σέλαος (Aurora Borealis), ονομασία που έδωσε εκείνος πρώτος το 1621.

Το 1623 το Πανεπιστήμιο της Αιξ-αν-Προβάνς όπου δίδασκε, περιήλθε στον έλεγχο των Ιησουιτών, της πανίσχυρης Αδελφότητας του Ιησού, ο Ισπανός ιδρυτής της οποίας Ιγνάτιος Λογιόλα είχε αγιοποιηθεί το προηγούμενο έτος. Σκοπός των Ιησουϊτών ήταν η ενδυνάμωση της παπικής εξουσίας και η καταστολή των κινημάτων αμφισβήτησης της Καθολικής πίστης είτε από τους Διαμαρτυρόμενους είτε από τους Ελευθερόφρονες. Η μέθοδος που είχε επιλέξει ο Λογιόλα ήταν η διάδοση των χριστιανικών δογμάτων μέσω της πλήρως ελεγχόμενης παιδείας με την επάνδρωση όλων των Πανεπιστημίων και των σχολείων από μέλη της Αδελφότητας του Ιησού. Όταν ανέλαβαν το Πανεπιστήμιο της Αιξ-αν-Προβάνς, οι Ιησουίτες κράτησαν όλες τις καθηγητικές θέσεις για τα μέλη τους και απέλυσαν μεταξύ άλλων και τον Γκασσαντί.

Εκείνος μετακόμισε στην πόλη Γκρενόμπλ (Grenoble), όπου φιλοξενήθηκε από τον πατρώνο του Περές και εκεί αποφάσισε να αντιδράσει στην στείρα επανάληψη των απόψεων του Σχολαστικισμού, δηλαδή του χριστιανοπλατωνικού Αριστοτελισμού που είχε γίνει η επικρατούσα θεωρία του Καθολικισμού. Τον 13ο αιώνα o μοναχός Θωμάς Ακινάτης είχε εισαγάγει τον χριστιανοπλατωνικό Αριστοτελισμό περιγράφοντας την περιέργεια (curiositas) ως αμαρτία, ενώ η αντίστοιχη αρετή κατ’ εκείνον ήταν η μελετηρότητα (studiositas) των γραφών για την λεπτομερή ανάλυσή τους. Ο Σχολαστικισμός χαρακτηριζόταν από την προσπάθεια λογικής εναρμόνισης της γνώσης με την πίστη μέσω της μικρολογίας και της τυπολατρίας.

Ο Γκασσαντί αφιέρωσε επί ένα χρόνο όλη του την ενεργητικότητα για να γράψει το βιβλίο «Ασκήσεις σε παράδοξα εναντίον των Αριστοτελικών» (“Exercitationes paradoxicae adversus Aristoteleos”), που εξέδωσε το 1624. Η επίθεση που έκανε ο Γκασσαντί στον Σχολαστικισμό ήταν επηρεασμένη από τους Σκεπτικούς και κυρίως από τον Σέξτο Εμπειρικό. Σχεδίαζε να γράψει δέκα βιβλία στα οποία να επιτίθεται λεπτομερώς στις παράδοξες απόψεις του Αριστοτελισμού, τον οποίο γνώριζε πολύ καλά επειδή τον είχε διδάξει επί μια εξαετία στο Πανεπιστήμιο της Αιξ-αν-Προβάνς. Όμως, το πρώτο του βιβλίο συνάντησε τόσο μεγάλη αντίδραση από τους σχολαστικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους, που εγκατέλειψε αυτή την προσπάθεια και δεν εξέδωσε άλλο παρόμοιο κείμενο. Μόνο αρκετές δεκαετίες μετά τον θάνατό του εκδόθηκαν οι σημειώσεις του δεύτερου σχετικού αντιαριστοτελικού βιβλίου του, μέσα στα «Άπαντα Έργα» του (“Opera Omnia”).

Αφού εγκατέλειψε την αρνητική πολεμική, ο Γκασσαντί αποφάσισε να προτείνει μια συγκροτημένη φιλοσοφία που θα αντικαθιστούσε τον Σχολαστικισμό και θα εξηγούσε τα επιστημονικά ευρήματα της εποχής του. Εκείνη την εποχή και άλλες κοσμοθεωρίες αντιμάχονταν τον Σχολαστικισμό, οι σπουδαιότερες από τις οποίες ήταν ο Πλατωνικός μυστικισμός, ο Στωικός πανθεϊσμός και η Αστρολογία. Απορρίπτοντας όλες τις άλλες φιλοσοφίες ως ασύμβατες με τον Ουμανιστικό Χριστιανισμό και τις επιστημονικές παρατηρήσεις της εποχής του, ο Γκασσαντί βρέθηκε πιο κοντά στην Επικούρεια φιλοσοφία, αλλά ακόμη δεν είχε πειστεί πλήρως.

OΓαλιλαίος Γαλιλέι δείχνει τις νέες αστρονομικές θεωρίες του στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας Felix Parra

Η επικούρεια επίδραση του Γαλιλαίου στον Γκασσαντί

Σε ηλικία 27 ετών ο Γκασσαντί αποφάσισε να μελετήσει τις σωζόμενες επικούρειες πηγές. Ως πρώην καθηγητής φιλοσοφίας, γνώριζε την Επικούρεια φιλοσοφία από το ποίημα του Λουκρήτιου, αλλά και από τα κείμενα του Κι-κέρωνα και του Σενέκα. Ήθελε, όμως, να μελετήσει τα πρωτότυπα κείμενα του Επίκουρου και η πληρέστερη πηγή γι’ αυτό ήταν το δέκατο βιβλίο του Διογένη Λαέρτιου «Βίοι φιλοσόφων», που δεν είχε εκδοθεί προηγουμένως, αφού δεν υπήρχε σε καμία βιβλιοθήκη ένα ολοκληρωμένο αντίγραφό του. Για να καταγράψει όλα τα τμήματα αυτού του κατακερματισμένου βιβλίου επισκέφθηκε διάφορες βιβλιοθήκες της Γαλλίας. Κυρίως εργάστηκε για μια διετία στην βιβλιοθήκη της Ντιν και αργότερα, με την βοήθεια του πατρώνου του Περές, επισκέφθηκε την βιβλιοθήκη του ιστορικού Ζακ Ντυ Του (Jacques Du Thou) στο Παρίσι.

Γενικά ο Γκασσαντί είχε καλή γνώμη για την Επικούρεια φιλοσοφία επειδή ήταν επηρεασμένος από τους Χριστιανούς Ουμανιστές που εκτιμούσε, όπως ο Έρασμος που είχε γράψει ότι «ο καλός Επικούρειος φέρεται όπως ο καλός Χριστιανός». Επιπλέον, είναι γνωστό ότι την εποχή που δίδασκε στο Πανεπιστήμιο της Αιξ-αν-Προβάνς είχε διαβάσει τουλάχιστον τον Λουκρήτιο, αφού σε μια επιστολή του το 1621 ο Γκασσαντί ανέφερε ότι διέθετε ένα αντίγραφο του «Περί της φύσεως των πραγμάτων». Όμως, πιθανότατα την μεγαλύτερη επιρροή υπέρ της Επικούρειας φιλοσοφίας άσκησε στον Γάλλο φιλόσοφο ο Γαλιλαίος, τον οποίο ο Γκασσαντί θαύμαζε και με τον οποίο αλληλογραφούσε.

Σε ένα γράμμα του προς τον Ιταλό αστρονόμο, ο Γκασσαντί γράφει:

«Πρώτα, Γαλιλαίε μου, θα ήθελα να θεωρείς βέβαιο ότι ενστερνίζομαι την Κοπερνίκεια άποψή σου για την Αστρονομία με τόσο μεγάλη πνευματική ηδονή, που εξαιτίας της φαίνεται ότι έχω απελευθερωθεί και περιπλανιέμαι με ελεύθερο νου στις απέραντες εκτάσεις του σύμπαντος, καθώς έχουν σπάσει τα φράγματα του καθιερωμένου συστήματος» (Opera Omnia 6.b).

Στο κείμενο αυτό είναι αξιοσημείωτη η ομοιότητα των λόγων του Γκασσαντί με ένα τμήμα του ποιήματος του Λουκρήτιου, σύμφωνα με το οποίο:

«…πρώτος ένας Έλληνας (ο Επίκουρος) τόλμησε να υψώσει το βλέμμα του το θνητό …χωρίς να τον σταματήσουν μήτε οι θρύλοι των θεών, μήτε οι κεραυνοί τους, μήτε το απειλητικό μουρμουρητό τ’ ουρανού. Ίσα-ίσα που δυνάμωσαν το θάρρος της ψυχής του και την θέληση ν’ αποτινάξει, πρώτος αυτός, τις κλειδωνιές που σφράγιζαν τα μυστικά της φύσης. Κι η ζωντανή ορμή του νου θριάμβευσε και διάβηκε τους φλογισμένους φράκτες τ’ ουρανού, και περπάτησε το απέραντο σύμπαν με λογισμό και πνεύμα. Και μας ξανάρθε νικητής να μας πει τι μπορεί να γενεί και τι όχι, και πώς ορίζεται, με νόμους ακλόνητους, η δύναμη στο κάθε τι. Έτσι …κι εμάς η νίκη του μας υψώνει στα ουράνια» («Περί της φύσεως των πραγμάτων» Ι 66-79).

Ο Γαλιλαίος ήταν ιδιαίτερα επηρεασμένος από τον Λουκρήτιο και είχε πολλές επικούρειες ιδέες, όπως η βαρύτητα των σωμάτων, η ατομική σύσταση της ύλης, η ύπαρξη πολλών κόσμων στο σύμπαν που είχε επιμαρτυρήσει με την παρατήρηση των πλανητών και των δορυφόρων τους με τηλεσκόπιο. Την εποχή που αλληλογραφούσε με τον Γκασσαντί, ο Ιταλός επιστήμονας είχε πραγματοποιήσει το περίφημο πείραμα της Πίζας, που θεωρείται συμβολικά ως το πρώτο πείραμα της σύγχρονης Επιστήμης, ώστε να διαπιστώσει με την παρατήρηση ποιος από τους δύο Έλληνες φιλοσόφους είχε δίκιο, ο Αριστοτέλης ή ο Επίκουρος. Ο Γαλιλαίος ανέβηκε στον κεκλιμένο πύργο της Πίζας και άφησε να πέσουν ταυτόχρονα δύο μεταλλικές σφαίρες, μια μικρή και μια μεγάλη. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η μεγάλη σφαίρα θα έπεφτε πρώτη στη γη, «αφού θα την έσπρωχνε η φύση της ταχύτερα στο κέντρο του κόσμου». Σύμφωνα με τον Επίκουρο, οι δύο σφαίρες θα έφταναν στο έδαφος μαζί, «καθώς στον κενό χώρο η ταχύτητα των σωμάτων είναι ίδια», όπως και έγινε.

Το 1623 ο Γαλιλαίος κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Αγγελιαφόρος» (“Saggiatore”) στο οποίο περιέγραφε την ατομική φυσική, τις πρωτογενείς ιδιότητες των ατόμων (π.χ. βάρος) και τις δευτερογενείς ιδιότητες των συσσωματωμάτων των ατόμων (π.χ. χρώμα). Στα αρχεία του Βατικανού έχει βρεθεί μια ανώνυμη καταγγελία ενός Ιησουίτη στην Ιερά Εξέταση για αυτό το «αιρετικό» βιβλίο του Ιταλού επιστήμονα. Σύμφωνα με το χριστιανικό δόγμα, η ατομική θεωρία ήταν αιρετική καθώς δεν επέτρεπε «την μετουσίωση του κρασιού σε αίμα του Ιησού κατά το μυστήριο της Ευχαριστίας». Όμως, εκείνη την εποχή ο Γαλιλαίος είχε την εκτίμηση του Πάπα και δεν αντιμετώπισε προβλήματα.

Ο Γκασσαντί είχε πειστεί για την εγκυρότητα της επικούρειας αστρονομίας επηρεασμένος από τον Γαλιλαίο και εκτιμούσε την επικούρεια ηθική επηρεασμένος από τον Έρασμο. Όμως, από όσα γνώριζε δεν ένιωθε πεπεισμένος ότι ήταν σωστές οι επικούρειες απόψεις περί ατομικής σύστασης της φύσης. Μια ιστορική συγκυρία τού επέτρεψε να γνωρίσει έναν ξεχωριστό άνθρωπο, που τον έπεισε ότι και η ατομική φυσική του Επίκουρου ήταν έγκυρη.

Η επικούρεια επίδραση του Μπέικμαν στον Γκασσαντί

Η ιστορική συγκυρία ήταν ο τριακονταετής πόλεμος μεταξύ Καθολικών και Διαμαρτυρομένων, που ήδη μαινόταν για μια δεκαετία. Το περίεργο ήταν ότι η Γαλλία (της οποίας ο πληθυσμός ήταν στην πλειονότητά του Καθολικός και είχε ως πρωθυπουργό τον Καθολικό καρδινάλιο Ρισελιέ) συμμάχησε με τους Διαμαρτυρόμενους Γερμανούς, Ολλανδούς και Σκανδιναβούς εναντίον των καθολικών κρατών της Αυστριακής «Αγίας Ρωμαϊκής» Αυτοκρατορίας και της Ισπανίας. Αυτή η πολιτική απόφαση πάρθηκε από τον Ρισελιέ επειδή θεώρησε ότι συνέφερε τον βασιλικό οίκο των Βουρβόνων της Γαλλίας να αποδυναμωθούν η Αυστρία και η Ισπανία, στις οποίες βασίλευαν συγγενείς Αψβούργοι.

Αυτή η ιστορική συγκυρία επέτρεψε στον Γκασσαντί να ταξιδέψει το 1628 στην Φλάνδρα (την ολλανδόφωνη περιοχή του Βελγίου) και στην Ολλανδία. Ταξίδεψε στις συμμαχικές περιοχές των Διαμαρτυρομένων μαζί με τον Λιμπερτίνο φίλο του Φρανσουά Λυγιέ (Frangois Luillier), που είχε γνωρίσει στο Παρίσι. Στην Ολλανδία συνάντησε τον Ισαάκ Μπέικμαν (Isaac Beeckman) και εντυπωσιάστηκε τόσο από αυτόν, που τον περιέγραψε σε γράμμα του προς τον Περές «ως τον καλύτερο φιλόσοφο που είχε συναντήσει». Ο χημικός φιλόσοφος Μπέικμαν ήταν εκείνος που έπεισε τον Γκασσαντί ότι η επικούρεια ατομική φυσική εξηγεί τα φαινόμενα πολύ καλύτερα από τα τέσσερα στοιχεία των Πυθαγορείων, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Μετά από αυτή την συνάντηση, ο Γκασσαντί αποφάσισε να γράψει βιβλία Επικούρειας φιλοσοφίας βασισμένα στις πρωτότυπες πηγές, τις οποίες θα συνέχιζε να ερευνά συστηματικά επί μια δεκαπενταετία.

Παράλληλα, επηρεασμένος από την νέα Επιστήμη που προσέγγιζε εμπειρικά την φύση, συνέχισε τις αστρονομικές παρατηρήσεις και την αλληλογραφία με τον Γαλιλαίο. Το 1629 ο Γκασσαντί υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος που παρατήρησε με τηλεσκόπιο την διέλευση μπροστά από τον ήλιο ενός πλανήτη, του Ερμή, επιβεβαιώνοντας μια πρόβλεψη του Κέπλερ. Δημοσίευσε το 1631 αυτή την παρατήρησή του, που προκάλεσε ιδιαίτερα μεγάλη αίσθηση στους επιστήμονες της Ευρώπης, καθώς επιβεβαίωνε την ηλιοκεντρική θεωρία.

O Γαλιλαίος στην Ιερά εξέταση -Joseph-Nicolas Robert-Fleury – 1847

Η καταδίκη του Γαλιλαίου

Το 1632 ο Γκασσαντί απόρησε όταν έμαθε ότι ο Γαλιλαίος καταδικάστηκε από την Ιερά Εξέταση της Ρώμης σε ισόβιο κατ’ οίκον περιορισμό. Όμως, δεν σχολίασε ιδιαίτερα αυτό το γεγονός στα γράμματά του προς τους φίλους του επειδή προφανώς φοβήθηκε. Αυτή η εκκλησιαστική καταδίκη επηρέασε πολύ τον Γκασσαντί, επειδή ένιωθε πολύ κοντά του τον Γαλιλαίο πνευματικά και συναισθηματικά. Συνέχισε να αλληλογραφεί με τον Ιταλό επιστήμονα στηρίζοντάς τον ψυχολογικά.

Το 1633, σε ηλικία 41 ετών, διορίστηκε προκαθήμενος ιερέας του καθεδρικού ναού της Ντιν και παρέμεινε σε αυτή την θέση για μια οκταετία. Παράλληλα, δημοσίευσε επιστημονικά κείμενα όπως «Περί του φαινομένου μεγέθους του ήλιου στον ορίζοντα και στον ουρανό». Όταν το 1637 πέθανε ο φίλος και πάτρωνάς του Περές επηρεάστηκε βαθιά και έγραψε τον βίο του.

Παρά τον κατ’ οίκον περιορισμό του, το 1638 ο Γαλιλαίος κατάφερε να στείλει κρυφά στην Ολλανδία για δημοσίευση το βιβλίο του «Διάλογοι και μαθηματικές αποδείξεις σχετικά με δύο Νέες Επιστήμες που άπτονται της Μηχανικής». Στο έργο του αυτό υποστηρίζει ότι τα ορατά υλικά σώματα αποτελούνται από έναν άπειρο αριθμό απειροελάχιστα μικροσκοπικών στοιχείων που περικλείουν έναν άπειρο αριθμό μικροσκοπικών κενών. Τα απειροελάχιστα στοιχεία των σωμάτων βρίσκονται σε συνεχή κίνηση, ακόμη και αν εμείς παρατηρούμε ότι κάποια σώματα είναι ακίνητα. Αυτός ο ιδιόμορφος «ατομισμός» περιγράφηκε από τον Γαλιλαίο με μαθηματικό τρόπο.

Μερικά χρόνια αργότερα, μετά τον θάνατο του Γαλιλαίου, ο συγκλονισμένος Γκασσαντί δημοσίευσε το έργο «Περί κινήσεως» (“De motu”) για να υποστηρίξει τις απόψεις του Ιταλού επιστήμονα υπέρ της ηλιοκεντρικής θεωρίας. Ο Γάλλος ανέπτυξε εκεί αυτό που ονόμασε «το θεώρημα του Γαλιλαίου», εξηγώντας ότι εάν είμαστε επάνω σε ένα σώμα που βρίσκεται σε κίνηση (όπως η Γη) θα μας φαίνονται ακίνητα κάποια σώματα (όπως τα βουνά), ενώ στην πραγματικότητα θα κινούνται (μαζί με την Γη). Αιώνες αργότερα, αυτή η υποκειμενική αντίληψη του παρατηρητή θα αποτελούσε την βάση της θεωρίας της σχετικότητας του Αϊνστάιν.

Η επικούρεια περίοδος του Γκασσαντί

Το 1641 ο Γκασσαντί πήγε στο Παρίσι για να μελετήσει τα σωζόμενα χειρόγραφα του Διογένη Λαέρτιου σε βιβλιοθήκες της πόλης. Την εποχή εκείνη άρχισε να διδάσκει εξωπανεπιστημιακά Επικούρεια φιλοσοφία σε πολλούς αντικομφορμιστές νέους, που αυτοχαρακτηρίζονταν «μορφωμένοι Λιμπερτίνοι». Σε μια τετραετία απέκτησε πολυάριθμους αφοσιωμένους μαθητές, που επηρεάστηκαν πολύ από τις επικούρειες απόψεις. Μεταξύ αυτών υπήρχαν πολλοί που αργότερα διέπρεψαν ως άνθρωποι του πνεύματος και των τεχνών:

  • α) ο Μολιέρος (Moliere), ο μετέπειτα σπουδαίος θεατρικός συγγραφέας, που εκείνη την εποχή υπήρξε ο πρώτος που μετέφρασε στα γαλλικά ένα μεγάλο μέρος του ποιήματος του Λουκρήτιου «Περί της φύσεως των πραγμάτων»,
  • β) ο Συρανό ντε Μπερζεράκ (Cyrano de Bergerac), ο πρώτος μετά τον Λουκιανό συγγραφέας έργων επιστημονικής φαντασίας με τίτλους «Κωμική ιστορία των κρατών και αυτοκρατοριών της Σελήνης» και «Κωμική ιστορία των κρατών και αυτοκρατοριών του Ήλιου», όπου διακωμωδεί τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις που θεωρούσαν την Γη ως το κέντρο του σύμπαντος και τον άνθρωπο ως σκοπό της ύπαρξης του σύμπαντος,
  • γ) ο Νικολά Πουσέν (Nicolas Poussin), ο διάσημος Ουμανιστής ζωγράφος που έγινε γνωστός με το προσωνύμιο «ο ζωγράφος φιλόσοφος» και φιλοτέχνησε πολυάριθμους πίνακες με θέματα του ελληνορωμαϊκού κόσμου, μεταξύ των οποίων είναι και «Ο λοιμός των Αθηνών», που περιγράφεται γλαφυρά από τον Λουκρήτιο στο έκτο βιβλίο του «Περί της φύσεως των πραγμάτων»,
  • δ) ο Άγγλος Υλιστής φιλόσοφος Τόμας Χομπς (Thomas Hobbes), που αργότερα έγραψε για το φυσικό δικαίωμα των ανθρώπων και το δίκαιο ως συμφωνημένο κοινωνικό συμβόλαιο και
  • ε) ο Φρανσουά Μπερνιέ (Frangois Bernier), ο φιλόσοφος που δίδαξε αργότερα τον Άγγλο Εμπειριστή φιλόσοφο Τζων Λοκ (John Locke), αλλά και μετέφρασε τα επικούρεια έργα του Γκασσαντί στα περσικά, όταν ταξίδεψε έως την Ινδία.

Το 1642 δημοσίευσε στο Παρίσι τις «Αντιρρήσεις» του στο έργο «Διαλογισμοί περί της πρώτης φιλοσοφίας», που είχε δημοσιεύσει ένα χρόνο πριν ο Γάλλος Καρτέσιος (Descartes). Στο έργο αυτό ο Καρτέσιος υποστήριζε με «ορθολογικά» επιχειρήματα το πλατωνικό δόγμα των έμφυτων ιδεών και πολεμούσε τον Σχολαστικισμό με μια περισσότερο ιδεαλιστική θεωρία. Ο Γκασσαντί αντέδρασε επειδή θεώρησε επιζήμια για την ανερχόμενη Επιστήμη μια θεωρία «του καθαρού λόγου» χωρίς την εμπειρική επιμαρτύρηση των αισθήσεων. Στις «Αντιρρήσεις» του αποδομεί τα καρτεσιανά επιχειρήματα και αναδεικνύει το γεγονός ότι είναι ασύμβατα με τον πραγματικό κόσμο.

Σε αναγνώριση του επιστημονικού έργου του, το 1645 του προσφέρθηκε η έδρα των μαθηματικών στο βασιλικό κολέγιο των Παρισίων, όπου δίδαξε επί σειρά ετών με μεγάλη επιτυχία. Στο βιβλίο «Αστρονομικός Θεσμός» (“Institutio Astronomica”), που προέκυψε από τις παραδόσεις του στο Κολλέγιο, φαίνεται ότι δίδασκε και τα τρία γνωστά συστήματα: το γεωκεντρικό (Αριστοτέλη και Πτολεμαίου), το ηλιοκεντρικό (Αρίσταρχου Σάμιου και Κοπέρνικου) και το ηλιοκεντρικό σύστημα για όλους τους άλλους πλανήτες εκτός από την ακίνητη Γη (Ηρακλείδη Ποντικού και Τύχο Μπράχε). Ο Γκασσαντί αντιμετώπιζε το γεωκεντρικό σύστημα ως ασύμβατο με τα φαινόμενα, ενώ θεωρούσε ότι τα δύο ηλιοκεντρικά ήταν σύμφωνα με τις αστρονομικές παρατηρήσεις. Επιπλέον, έγραφε ότι «ήταν άδικη η καταδίκη του Γαλιλαίου από την Ιερά Εξέταση», αλλά και ότι «ίσως το Τυχονικό σύστημα να είναι πιθανότερο».

Φαίνεται λοιπόν ότι ο Γάλλος φιλόσοφος αντιμετώπιζε τα θέματα αυτά με επιστημονική νηφαλιότητα. Ως Επικούρειος, εξέταζε όλες τις πιθανές θεωρίες καταρρίπτοντας μία από αυτές λόγω αντιμαρτύρησης των φαινομένων, υπογράμμιζε το γεγονός ότι η υποστήριξη οποιασδήποτε θεωρίας δεν ήταν θέμα πίστης αλλά ελεύθερου φιλοσοφικού διαλόγου και φαινόταν να επιλέγει μια πιθανή θεωρία για φιλοσοφικούς λόγους και όχι για δογματικούς θεολογικούς λόγους.

Την ίδια εποχή δημοσίευσε διάφορα επιστημονικά άρθρα φυσικής σχετικά με την επιτάχυνση κατά την πτώση των σωμάτων, την εξήγηση του ύψους των ήχων, την μέτρηση της ταχύτητας των ήχων. Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι κατάφερε να ολοκληρώσει το σπουδαιότερο έργο της ζωής του, την ανάδειξη της Επικούρειας φιλοσοφίας.

Το 1647 δημοσίευσε το έργο «Βίος, θάνατος και δόγμα του Επίκουρου σε οκτώ βιβλία» (“Vita, moribus et doctrina Epicuri libri octo”), που περιλαμβάνει τον βίο και την φιλοσοφία του Επίκουρου, τις επιστολές του και τις Κύριες Δόξες, με λατινική μετάφραση, το οποίο συνάντησε μεγάλη επιτυχία. To 1649 δημοσίευσε το έργο “Παρατηρήσεις στο 10ο Βιβλίο του Διογένη Λαέρτιου” (Animadversiones in decimum librum Diogenis Laertii) σε τρία βιβλία, που αποτέλεσε την πρώτη σχολιασμένη έκδοση του δέκατου βιβλίου του Διογένη Λαέρτιου. Μετά από δώδεκα αιώνες παραποίησης και σιωπής, αυτά τα έργα υπήρξαν τα μοναδικά που υπερασπιζόταν τον Επίκουρο, παραθέτοντας τις πραγματικές πηγές. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πρώτο βιβλίο του, υπάρχει και ένα χαρακτικό του φιλολόγου Ντυπουά (Dupuy), που εμφανίζει τον Επίκουρο φαλακρό, καθώς τότε ήταν άγνωστη η μορφή του και έγινε γνωστή μόνο μετά την ανακάλυψη μιας προτομής του με επιγραφή στην Ρώμη το 1742.

Μια ασθένεια των πνευμόνων τον ανάγκασε το 1648 να διακόψει την διδασκαλία του στο βασιλικό κολλέγιο των Παρισίων και να ταξιδέψει μαζί με τον μαθητή του γιατρό Μπερνιέ για μερικά χρόνια στη Νότια Γαλλία, που είχε καλύτερο κλίμα. Το 1649 δημοσίευσε το δεύτερο επικούρειο βιβλίο του «Σχόλια στο βιβλίο 10 του Διογένη Λαέρτιου» (“Animadversiones in X librum Diogeni Laertii”). Την ίδια χρονιά δημοσίευσε και το «Φιλοσοφικό σύστημα του Επίκουρου» (“Syntagma philosophiae Epicuri”), όπου περιέγραψε διεξοδικά την Επικούρεια φιλοσοφία. Τα βιβλία αυτά προκάλεσαν μεγάλη αίσθηση στους μορφωμένους κύκλους της Ευρώπης.

Η εκχριστιανισμένη εκδοχή της Επικούρειας φιλοσοφίας

Ο Γκασσαντί ήταν αντικειμενικός επιστήμονας και μπορούσε να αντιληφθεί την τεράστια αξία της Επικούρειας φιλοσοφίας για την ανθρωπότητα. Για τον λόγο αυτό ανέλαβε να καθαρίσει το ατόφιο χρυσάφι του Επίκουρου από την λάσπη ύβρεων και διαστρεβλώσεων τόσων αιώνων.

Ο Γάλλος ιερέας εργάστηκε επί πολλά χρόνια μεθοδικά για να παρουσιάσει πιστά την φιλοσοφία του Επίκουρου βασισμένος στις αυθεντικές πηγές, αλλά επέφερε και κάποιες αλλαγές που θεώρησε επιβεβλημένες ώστε να την εναρμονίσει με τον Χριστιανισμό. Αυτό το θεωρούσε μια φυσιολογική επικαιροποίηση της Επικούρειας φιλοσοφίας αφού υπήρχαν ανάλογα παραδείγματα στο παρελθόν. Οι Νεοπλατωνικοί είχαν τροποποιήσει τον Αριστοτέλη ώστε να ταιριάζει με τις πλατωνικές απόψεις, ενώ οι Χριστιανοί είχαν «εκχριστιανίσει» πρώτα τον Πλάτωνα και αργότερα τον Αριστοτέλη.

Ως Χριστιανός ο Γκασσαντί άλλαξε τρία σημεία της Επικούρειας φιλοσοφίας. Κατά τον Γάλλο φιλόσοφο:

  • α) Υπάρχει ένας μοναδικός Θεός που δημιούργησε εκ του μηδενός τα άτομα και τον κενό χώρο του σύμπαντος. Οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τον Θεό ως υλικό ον αλλά είναι άυλος και εκτός του σύμπαντος.
  • β) Η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου επιτρέπεται από την θεία πρόνοια, ενώ δεν υπάρχει το τυχαίο.
  • γ) Η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη λόγω της αγάπης του Θεού.

Είναι εμφανές ότι και στα παραπάνω τρία σημεία ο Γάλλος φιλόσοφος και ιερέας ξεκινά με μια επικούρεια θέση (άτομα και κενό, ελεύθερη βούληση, ψυχή του ανθρώπου) την οποία εκχριστιανίζει, τροποποιώντας σημαντικά την αρχική της σημασία (δημιουργία ατόμων και κενού, ύπαρξη θείας πρόνοιας και ανυπαρξία τυχαίου, αθανασία ψυχής και αγάπη του Θεού). Από τις τρεις αυτές τροποποιήσεις, μόνο η πρώτη εξακολουθεί να μην αντιμαρτυρείται από τα δεδομένα της σύγχρονης Επιστήμης.

Ο Γκασσαντί πρότεινε την θεϊκή δημιουργία των ατόμων επειδή επηρεάστηκε από κάποιον παλαιότερο συγγραφέα, τον οποίο αναφέρει ως “Aneponymus”, δηλαδή «Ανεπώνυμο» (“Syntagma” 1.294). Αξίζει να αναφερθεί ποια ήταν η προέλευση αυτής της άποψης, σύμφωνα με την ιστορική έρευνα των τελευταίων ετών. 

Ο Θεός ως δημιουργός των ατόμων

Ο συνδυασμός της ύπαρξης ατόμων και του δημιουργού Θεού, που προτάθηκε από τον Γκασσαντί δεν ήταν πρωτότυπος. Το 200 περίπου ο Ρωμαίος Χριστιανός Τερτυλλιανός είχε γράψει πως «ο Θεός διάλεξε να φτιάξει το σύμπαν από αντίθετα στοιχεία, όπως τα άτομα και το κενό» («Απολογητικόν» 48), αλλά κανένας εκκλησιαστικός συγγραφέας δεν τον μιμήθηκε.

Χίλια χρόνια μετά, την ίδια θέση υποστήριξε τον 12ο αιώνα ο Γάλλος φιλόσοφος και θεολόγος Γουλιέλμος της Κονς (Guillaueme de Conches), που δίδασκε στο Παρίσι και στην γειτονική πόλη Σαρτρ. Αυτός ήταν ο «Ανεπώνυμος», τις απόψεις του οποίου αναφέρει ο Γκασσαντί. Έναν αιώνα πριν από τον εκχριστιανισμό του Αριστοτέλη από τον Θωμά Ακινάτη, ο Γουλιέλμος της Κονς παραδεχόταν την ύπαρξη ατόμων, χωρίς να έχει επηρεαστεί από τον Χριστιανό Τερτυλλιανό, αλλά επειδή είχε επηρεαστεί από αραβικά ιατρικά κείμενα, όπως εκείνα του διάσημου Πέρση γιατρού και αλχημιστή αλ-Ραζί, που έζησε τον 9ο αιώνα.

Η πίστη στην δημιουργία των ατόμων από έναν άχρονο και άυλο Θεό εμφανίστηκε τον 8ο αιώνα σε μια πνευματική κίνηση μιας ομάδας μορφωμένων, μετριοπαθών και ορθολογικών Μουσουλμάνων, που ονομάζονταν Μουταζιλίτες («Αποσκιρτούντες», Mutazilah). Σε αντίθεση με όλους τους άλλους οπαδούς του Ισλάμ, οι Μουταζιλίτες πρέσβευαν την σύσταση των πάντων από άτομα, την δημιουργημένη (και όχι αιώνια) προέλευση του Κορανίου, την ελεύθερη βούληση των ανθρώπων και το δικαίωμα αντίστασής τους ενάντια σε κάθε άδικο ηγεμόνα.

Η σύγχρονη έρευνα έχει δείξει πως η στροφή ορισμένων μορφωμένων Μουσουλμάνων προς την ατομική φυσική και άλλες επικούρειες απόψεις αρχικά έγινε από αντίδραση προς τους δυϊστές Γνωστικούς και Πλατωνικούς Μουσουλμάνους. Οι Μουταζιλίτες θεωρούσαν πως τις ιδεαλιστικές και πλατωνικές απόψεις περί τέλειας αρμονίας της φύσης τις εξέφραζε σε μεγάλο βαθμό ο Νεοπλατωνικός Έλληνας γιατρός Γαληνός, του οποίου τα συγγράμματα ήταν ευρύτατα διαδεδομένα, καθώς αποτελούσαν την βάση της ιατρικής εκπαίδευσης της εποχής. Ο Γαληνός στα έργα του έκανε εμφανώς άδικες επιθέσεις κατά του Επίκουρου και του Επικούρειου γιατρού Ασκληπιάδη, περιγράφοντας την ατομική θεωρία. Κατά συνέπεια, ως αντίπαλοι των Πλατωνικών Μουσουλμάνων και με το σκεπτικό «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου» οι Μουταζιλίτες θεολόγοι και γιατροί προσέγγισαν τις θέσεις του Επίκουρου και αποδέχθηκαν πολλές από αυτές.

Την περίοδο 818-833 ο Αμπασίδης χαλίφης αλ-Μαμούν υιοθέτησε τις απόψεις των Μουταζιλιτών, υποστήριξε τις θετικές επιστήμες, ίδρυσε αστεροσκοπεία σε διάφορες πόλεις και δημιούργησε στην Βαγδάτη τον «Οίκο της Σοφίας», μια μεγάλη βιβλιοθήκη με ελληνικά χειρόγραφα και μεταφράσεις ελληνικών φιλοσοφικών και επιστημονικών έργων. Ο αλ-Μαμούν προσκάλεσε στην βιβλιοθήκη του και λογίους από την Κωνσταντινούπολη, μεταξύ των οποίων ήταν και ο περίφημος Λέων ο Φιλόσοφος, που έχει γράψει ένα επικούρειο επίγραμμα: «Τύχη, κάνεις πολύ καλά που με στολίζεις και με ευχαριστείς με την ηδονικότατη και ηρεμότατη απραγμοσύνη του Επίκουρου. Τι μου χρειάζεται η ασχολία των ανθρώπων με τις τόσες έγνοιες; Δεν επιθυμώ τον πλούτο, που είναι φίλος τυφλός και αλλοπρόσαλλος, ούτε και τις τιμές, που είναι σαν ξεθωριασμένο όνειρο για τους θνητούς» (Παλατινή Ανθολογία, XV 12).

Για λιγότερο από δύο δεκαετίες η φυσική φιλοσοφία άνθησε στην Βαγδάτη και σε άλλες μεγάλες μουσουλμανικές πόλεις. Όμως, το συνολικό εγχείρημα συνάντησε αντίσταση από κάποιους συντηρητικούς νομοδιδασκάλους και ο φωτισμένος αλ-Μαμούν πέθανε ξαφνικά. Μερικά χρόνια αργότερα, κάποιος επόμενος χαλίφης κήρυξε διωγμό κατά των Μουταζιλιτών και ο όχλος των φανατικών Μουσουλμάνων έκαψε τα βιβλία του «Οίκου της Σοφίας».

Ορισμένοι Μουταζιλίτες υπήρχαν έως και τον 11ο αιώνα, αλλά μετά απορροφήθηκαν από τα άλλα μουσουλμανικά ρεύματα. Ένας από τους τελευταίους, φαίνεται ότι ήταν ο Πέρσης αστρονόμος, μαθηματικός και γιατρός Ομάρ Καγιάμ (1048-1122), διάσημος για τα επικούρεια ποιήματά του. Η προσπάθεια για Αναγέννηση και Διαφωτισμό μέσω της Επικούρειας φιλοσοφίας υπήρξε βραχύβια στον μουσουλμανικό κόσμο, που παρέμεινε έκτοτε στον δικό του Μεσαίωνα. 

Η επικούρεια προσέγγιση του Χριστιανισμού

Όπως και μερικοί άλλοι Χριστιανοί πριν από αυτόν, ο Γκασσαντί αναγνώρισε στην Επικούρεια φιλοσοφία ένα υψηλό επίπεδο ευσέβειας, που ήταν σε μεγάλη αντίθεση με τις διαδεδομένες πρακτικές ιδιοτέλειας και δεισιδαιμονίας. Χαρακτηριστικά, έγραψε στα «Σχόλια στο βιβλίο 10 του Διογένη Λαέρτιου»:

«Συνηθίζουμε να αποδίδουμε την λατρεία του Θεού σε δύο λόγους. Ο ένας είναι η έξοχη και υπέρτατη φύση του Θεού, που την θεωρούμε άξια σεβασμού και λατρείας για αυτήν την ίδια, χωρίς κανένα προσωπικό όφελος. Ο άλλος λόγος είναι οι ωφέλειες που μας παρέχει ο Θεός: ό,τι μας συγκινεί περισσότερο μπορεί να μας το χαρίσει δίνοντάς μας την ευλογία του ή προφυλάσσοντας μας από κάθε κακό. Αν κάποιος λατρεύει τον Θεό για τον πρώτο λόγο, τότε λέμε ότι αυτός ο άνθρωπος νιώθει καθαρά υιική αγάπη. Αν τον λατρεύει για τον δεύτερο, τότε είναι υπολογιστής και το συναίσθημά του είναι ταπεινό. Τέτοια ταπεινή αγάπη και σεβασμός δεν θα πρέπει να τιμάται καθόλου. Δεν πρέπει ποτέ να είμαστε αγνώμονες στον ευεργέτη μας. Όμως, ποιος δεν θα παραδεχτεί την απεριόριστη ανωτερότητα της αγάπης που του εμπνέει η ίδια η φύση του Θεού;»

Αυτός ο ανυστερόβουλος σεβασμός προς το Θείο χαρακτηρίζει τον Επίκουρο και αυτόν ανέδειξε ο Γκασσαντί διορθώνοντας τις άδικες επιθέσεις πάμπολλων Χριστιανών κατά του Έλληνα φιλοσόφου επί πολλούς αιώνες. Μελετώντας τα αυθεντικά επικούρεια κείμενα και ακολουθώντας το παράδειγμα κάποιων φωτισμένων Χριστιανών Ουμανιστών, όπως ο Έρασμος, ο Γάλλος ιερέας και επιστήμονας αναγνώρισε τον καλοκάγαθο ανθρωπισμό και την πραγματική ευσέβεια της Επικούρειας φιλοσοφίας.

Σε όλα του τα επικούρεια βιβλία ο Γκασσαντί υποστηρίζει ότι πιστεύει τα δόγματα της Καθολικής Χριστιανικής Εκκλησίας, αλλά σε κάποια σημεία καταγράφει προσεκτικά τον σκεπτικισμό του. Για παράδειγμα, στο «Φιλοσοφικό σύστημα του Επίκουρου» αναφέρει ότι κάποιοι εκκλησιαστικοί πατέρες θεωρούν ως αλληγορική την βιβλική διήγηση της δημιουργίας σε έξι ημέρες αφού ο Θεός θα μπορούσε να δημιουργήσει τα πάντα σε μια στιγμή. Κατά αντίστοιχο τρόπο, θεωρεί ότι τα σημεία της Παλαιάς Διαθήκης που υποστηρίζουν ότι η Γη είναι το κέντρο του σύμπαντος δεν θα έπρεπε να διαβάζονται κατά γράμμα (“Syntagma” 1.485a). Ο Γκασσαντί επιμένει ότι ο γεωκεντρισμός δεν είναι θέμα πίστεως, δεν υποστηρίζεται από τις επιστημονικές παρατηρήσεις και απλώς αποτελεί μια «προκατάληψη».

Για τον Γκασσαντί, ένας ευφυής και καλόκαρδος Χριστιανός δεν μπορεί παρά να είναι φίλος της Επικούρειας φιλοσοφίας. Παρατηρώντας την ανθρώπινη φύση, ο Γάλλος ιερέας αντιλήφθηκε ότι δεν μπορούσε παρά να υποστηρίξει την θεϊκή προέλευση της ηδονής: «Ο Θεός εμπότισε σε κάθε ενέργεια ένα κάποιο δέλεαρ ηδονής. Και θέλησε η ηδονή να είναι ανάλογη με την σημαντικότητα της ενέργειας για την διατήρηση ενός ζώου ή ενός ολόκληρου ζωικού είδους» (“De Felicitate”, Opera Omnia 2.701b). Ο Γκασσαντί θεωρεί τις έννοιες της ηδονής και της ευδαιμονίας ως αντίστοιχες και σκοπό της ζωής για έναν έμφρονα άνθρωπο: «Η αρετή είναι πραγματικά συγκρίσιμη με το χώμα. Γιατί όπως το χώμα δεν το χρειαζόμαστε ούτε για το ίδιο ούτε για τα φυτά που φυτρώνουν πάνω του, αλλά για την απόλαυση της ζωής που κάποιος περιμένει να προέλθει από αυτό, έτσι και την αρετή δεν την χρειαζόμαστε ούτε για την ίδια ούτε για κάποια ματαιοδοξία που θα την συνοδεύει, αλλά ολοκληρωτικά χάρη της ευτυχισμένης ζωής, δηλαδή της είδους της ηδονής που περιγράψαμε παραπάνω» (“De Felicitate”, Opera Omnia 2.688a).

Την επικούρεια επιδίωξη της ευδαιμονίας μέσω της αρετής δεν την υποστήριζε με υποκρισία, αλλά την εφάρμοζε στην πράξη. Οι βιογράφοι του Γκασσαντί τον περιγράφουν ως συνετό, ειλικρινή, κοινωνικό, ευγενικό και σεμνό. Σε ένα γράμμα του, ο Άγγλος φιλόσοφος Χομπς γράφει με θαυμασμό στον Γάλλο δάσκαλό του: «Επιθυμώ να μιμηθώ, όσο περισσότερο μπορώ, τον ενάρετο τρόπο ζωής σου και να ξεχωρίσω από τον λανθασμένο, πομπώδη και υστερικό βίο κάποιων, που επιθυμούν να είναι μόνο εκείνοι αυθεντίες, παρά την ύπαρξη όλων των άλλων».

Ο Επίκουρος θεωρούσε απαραίτητη την συνεχή μελέτη της φύσης για την επίτευξη της ευδαιμονίας, όπως αναφέρει στην επιστολή προς Ηρόδοτο (Δ.Λ. Χ 37). Κατά αναλογία, ο Γκασσαντί υποστηρίζει ότι αυτή είναι η ανώτερη μορφή ηδονής για τον άνθρωπο: «Αυτή η αναζήτηση των σπουδαιότερων αλλά και των πιο κρυφών πραγμάτων προκαλεί ευχαρίστηση. Πραγματικά, εάν γίνει αντιληπτό κάτι που ο νους το θεωρήσει εύλογο, τότε ο νους γεμίζει με την πιο ταιριαστά ανθρώπινη από τις ηδονές. Η ίδια η έρευνα της φύσης παράγει μια αδιάκοπη ηδονή με την προοπτική της γνώσης» (“De Felicitate”, Opera Omnia 2.678b).

Για τον Γάλλο ιερέα και φυσικό φιλόσοφο η επιστημονική, η φιλοσοφική και η θεολογική αναζήτηση αποτελούν τμήματα του ίδιου προγράμματος για έναν έμφρονα άνθρωπο. Ο Γκασσαντί αναφέρει ότι «ενώ ο Πλάτων θεωρούσε την θεολογία και την φυσική ως διαφορετικούς κλάδους της φιλοσοφίας, οι Επικούρειοι έκαναν την θεολογία τμήμα της φυσικής, καθώς η φυσική, ερευνώντας τα αίτια των πραγμάτων, αναγνωρίζει σε αυτά θεϊκές αιτίες και ιδίως την αιτία που παράγει, διατηρεί και κυβερνά τα πάντα» (“Syntagma” 6.137b). Ο Γάλλος φιλόσοφος πίστευε ότι η εμπειρική γνώση των φυσικών φαινομένων μέσω των αισθήσεων μπορούσε να οδηγήσει στην αληθινή γνώση του Θεού.

Τα τελευταία χρόνια του Γκασσαντί

Ο Γκασσαντί παρέμεινε στην Νότια Γαλλία επί μια πενταετία και η υγεία των πνευμόνων του βελτιώθηκε. Το 1652 η βασίλισσα της Σουηδίας Χριστίνα τον προσκάλεσε στο παλάτι της ως προσωπικό της δάσκαλο, αλλά εκείνος αρνήθηκε ευγενικά «λόγω της προχωρημένης ηλικίας του» των 60 ετών. Αυτή ήταν σοφή κίνηση, αν αναλογιστεί κάποιος ότι ο λίγο νεότερός του Καρτέσιος, ο δήθεν «ορθολογικός» φιλόσοφος, είχε δεχτεί πριν από δύο χρόνια την πρόσκληση της Χριστίνας και μέσα σε πέντε μήνες παραμονής στη Σουηδία αρρώστησε από πνευμονία και πέθανε.

Ο Γκασσαντί γύρισε μαζί με τον Μπερνιέ το 1653 στο Παρίσι για να δημοσιεύσει τα βιβλία του που αφορούσαν τις βιογραφίες των αστρονόμων Κοπέρνικου και Τύχο Μπράχε, αλλά και να συνεχίσει την διδασκαλία στο βασιλικό κολλέγιο. Την περίοδο αυτή δημοσίευσε μια σειρά επιστημονικών φυλλαδίων μικρότερης σημασίας. Ανάμεσα σε αυτά ήταν και ένα δεκαεξασέλιδο γαλλικό κείμενο για να καθησυχάσει τους Παριζιάνους, που είχαν θορυβηθεί από ένα δημοσιευμένο φυλλάδιο που προφήτευε δήθεν την καταστροφή του κόσμου κατά την επόμενη έκλειψη ηλίου.

Το 1655 η κατάσταση των πνευμόνων του επιδεινώθηκε από ένα κρυολόγημα. Μετά από μια πολύμηνη αρρώστια, κατά την οποία οι γιατροί τού έκαναν φλεβοτομή δεκατέσσερις φορές για να αντιμετωπίσουν τον πυρετό, ο Γκασσαντί πέθανε σε ηλικία 63 ετών ανάμεσα σε φίλους ως Επικούρειος, αφού εξομολογήθηκε ως Χριστιανός. Τα τελευταία του λόγια ήταν στα λατινικά: “Vides quid sit hominis vita” («Βλέπεις τι είναι η ζωή του ανθρώπου»).

Η επίδραση του Γκασσαντί στην νεότερη εποχή

Στην αρχαιότητα, η Επικούρεια φιλοσοφία διδάχθηκε σε αναρίθμητες πόλεις επί επτά σχεδόν αιώνες (περίπου από το 300 π.Χ. έως το 400 μ.Χ.). Στην συνέχεια, υπήρξε η χιλιετής βαρβαρότητα του Μεσαίωνα και έπρεπε να μεσολαβήσουν δύο σημαντικοί πολιτιστικοί σταθμοί επανάκαμψης της Επικούρειας φιλοσοφίας για να επέλθει η εποχή του Διαφωτισμού και της Επιστήμης. Ο ένας σταθμός ήταν η ανακάλυψη του επικούρειου ποιήματος του Λουκρήτιου το 1417, που συνετέλεσε στην περίοδο της Αναγέννησης και του Ουμανισμού. Ο δεύτερος σταθμός ήταν η αναβίωση της φιλοσοφίας του Επίκουρου από τον Γάλλο ιερέα και φυσικό φιλόσοφο Γκασσαντί το 1647.

Αν και δεν κατόρθωσε να αναγνωριστεί ως νέος Θωμάς Ακινάτης από την Καθολική Εκκλησία, όπως ενδεχομένως θα ήθελε, η επίδραση του φίλου της Επικούρειας φιλοσοφίας Γκασσαντί υπήρξε τεράστια. Μπορεί οι θεολόγοι να τον αγνόησαν, αλλά ορισμένοι φιλόσοφοι και επιστήμονες επηρεάστηκαν τόσο πολύ από εκείνον και από την «Νέα Φιλοσοφία» του, που ξεπέρασαν τον Σχολαστικισμό και έθεσαν τις βάσεις για την σύγχρονη εποχή της Επιστήμης. Πολλοί φιλοσοφικοί και επιστημονικοί όροι εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στα γραπτά του Γάλλου φιλοσόφου, όπως για παράδειγμα tabula rasa (άγραφος πίνακας) και molecule (μόριο).

Πολλοί φιλόσοφοι γνώρισαν τον Επίκουρο από τα βιβλία του Γκασσαντί. Μεταξύ αυτών ήταν οι Άγγλοι Χομπς και Λοκ, που έγραψαν για τα φυσικά δικαιώματα και το κοινωνικό συμβόλαιο, και ο Γάλλος Μπαιλ (Bayle), που έγραψε για το δικαίωμα της θρησκευτικής έκφρασης και την ανεξιθρησκία.

Πολλοί επιστήμονες επηρεάστηκαν από επικούρειες απόψεις μέσω του Γκασσαντί. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν οι Άγγλοι επιστήμονες Μπόυλ (Boyle), που έθεσε τις βάσεις της Χημείας, Χουκ (Hooke), που καθιέρωσε την παρατήρηση με μικροσκόπιο, υποστήριξε την εξέλιξη των ειδών και εισηγήθηκε την κυματική φύση του φωτός, και Νεύτωνας (Newton), που διατύπωσε τον νόμο της παγκόσμιας βαρύτητας.

Πολλοί Επικούρειοι γνώρισαν τον Επίκουρο από τον Γκασσαντί. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν οι Γάλλοι Κοντιγιάκ (Condillac), ο φιλόσοφος ιερέας που υποστήριξε μια φυσιοκρατική ψυχολογία και Ντιντερό (Diderot), που ήταν ο κύριος εμπνευστής και συγγραφέας της περίφημης Εγκυκλοπαίδειας, ο Ρώσος Λομονόσωφ, που ίδρυσε το πρώτο δημόσιο Πανεπιστήμιο της Ρωσίας στην Μόσχα, ο Αμερικανός Τζέφφερσον (Jefferson), που ήταν ο κύριος συγγραφέας της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας και του νόμου για την καθιέρωση θρησκευτικής ελευθερίας, καθώς και ο ιδρυτής του πρώτου δημόσιου Πανεπιστημίου των Η.Π.Α., του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια.

Μέσω του Λοκ, του Κοντιγιάκ, των επιστημόνων, των εγκυκλοπαιδιστών και του Τζέφφερσον οι επικούρειες ιδέες του δικαιώματος της ευδαιμονίας, του κοινωνικού συμβολαίου, της θρησκευτικής ελευθερίας, της ελευθερίας της γνώσης και της έκφρασης επηρέασαν και ορισμένους Έλληνες Διαφωτιστές, όπως τον Ιώσηπο Μοισιόδακα, τον Ρήγα Βελεστινλή και τον συγγραφέα της «Ελληνικής Νομαρχίας» Ανώνυμο Έλληνα. Θα πρέπει κάποια στιγμή να αναδειχθεί το γεγονός ότι οι ιδέες του Διαφωτισμού που επηρέασαν την Ελληνική Επανάσταση (όπως αντίστοιχα και την Αμερικανική) είχαν περισσότερο τις ρίζες τους στον Χριστιανό φίλο της Επικούρειας φιλοσοφίας Γκασσαντί, παρά σε κάποιους άθεους φιλοσόφους στους οποίους στηρίχθηκε ιδεολογικά η Γαλλική Επανάσταση.

Αν και ο Γκασσαντί παραμένει άγνωστος στους πολλούς, εκείνοι που ερευνούν με αντικειμενικότητα, και γνωρίζουν, έχουν αναγνωρίσει την τεράστια συμβολή του Γάλλου φιλοσόφου στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην σελίδα 329 του ΙΑ’ τόμου της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους» (Εκδοτική Αθηνών) αναφέρεται ότι είναι: «ορθό να αναζητούμε την μακρινή αρχή του Διαφωτισμού ως τον Μπαιλ, ως τον Λοκ, και πιο πίσω ακόμη ως τον Γκασσαντί». Αλλά και η Επιστήμη τον έχει αναγνωρίσει ως πρωτοπόρο επιστήμονα, αφού ένας μεγάλος κρατήρας της Σελήνης έχει ονομαστεί «Γκασσαντί» προς τιμή του.

Ο Γάλλος φιλόσοφος, επιστήμονας και ιερέας διέθετε έναν αναμφισβήτητο συνδυασμό ευφυΐας, μεθοδικότητας και ανθρωπισμού, που αξιοποίησε με την αναβίωση της Επικούρειας φιλοσοφίας στο επιστημονικό και θεολογικό πλαίσιο της εποχής του. Ο γόνος της φτωχικής οικογένειας από το μικρό χωριό της Νότιας Γαλλίας έκανε μια φιλοσοφική παρέκκλιση καταφέρνοντας να αλλάξει την κατεύθυνση της ανθρώπινης ιστορίας.

Βιβλιογραφία

  1. Redondi P. Galileo Heretic. Princeton University Press, Princeton (USA), 1987.
  2. Finocchiaro M.A. The Galileo Affair: a Documentary History. University of California Press, Berkeley (USA), 1989.
  3. Jones H. The Epicurean Tradition. Routledge Publications, London (UK), 1992.
  4. Brown A. Lucretius and the Epicureans in the Social and Political Context of Renaissance Florence. I Tatti Studies: Essays in the Renaissance vol. 9, 11-62, 2001.
  5. Fischer S. Pierre Gassendi’s Philosophy and Science: Atomism for Empiricists. Brill Academic Publishers, Leiden (Netherlands), 2005.
  6. Λουκρήτιος. Για την Φύση των Πραγμάτων. Μετάφραση Θ. Αντωνιάδης – Ρ Χαμέτη. Εκδόσεις Θύραθεν, Θεσσαλονίκη, 2005.
  7. Gillespie S. and Hardie P (editors). The Cambridge Companion to Lucretius. Cambridge University Press, Cambridge (UK), 2007.
  8. Lolordo A. Pierre Gassendi and the Birth of Early Modern Philosophy. Cambridge University Press, Cambridge (UK), 2007.
  9. Gventsadze V. Aristotelian Influences in Gassendi’s Moral Philosophy. Journal of the History of Philosophy 45(2): 223-242, 2007.
  10. Wilson C. Epicureanism at the Origins of Modernity. Oxford University Press, Oxford (UK), 2008.
  11. Warren J. (editor). The Cambridge Companion to Epicureanism. Cambridge University Press, Cambridge (UK), 2009.
  12. Tzvi-Langermann Y. Islamic Atomism and the Galenic Tradition. History of Science XLVII: 1-19, 2009.
  13. Yapijakis C. Hippocrates of Kos, the Father of Clinical Medicine, and Asclepiades of Bithynia, the Father of Molecular Medicine. In Vivo 23: 507-514, 2009.
  14. Greenblatt S. The Swerve: How the World Became Modern. W. W. Norton & Company, New York (USA), 2011.
  15. Palmer A. Reading Lucretius in the Renaissance. Journal of the History of Ideas 73(3): 395-416, 2012.
  16. Γιαπιτζάκης Χ, Μπαρτσακούλια Α, Πατρινός Γ.Π. Ιπποκράτης, ο πατέρας της κλινικής Ιατρικής και Ασκληπιάδης, ο πατέρας της μοριακής Ιατρικής. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 30(1): 88-96, 2013.

Πηγή: Κήπος Αθηνών – Μαθήματα Επικούρειας Φιλοσοφίας

Δημοσιευμένο στα Πρακτικά του 3ου Πανελλήνιου Συμποσίου Επικούρειας Φιλοσοφίας

Μπορείτε να κατεβάσετε ολόκληρο το βιβλίο σε μορφή Pdf από εδώ

Αντικλείδι , https://antikleidi.com


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -