Και αν

photo-manipulations-karezoid-michal-karcz-12-600x554Και αν διάβηκες τον δρόμο των ανθρώπων και τον ένιωσες πικρό, στεγνό, και τον βλαστήμησες·


και αν μπρος στο τέρας της συνήθειας δεν δείλιασες και δεν έπεσες γονατιστός·

και αν δεν φοβήθηκες την αποξένωση και την χλεύη των ανθρώπων·

και αν τόλμησες την πλάτη να γυρίσεις στον γυάλινο τους κόσμο, στην βιτρίνα όπου

χαμογελαστοί στέκουν σαν κέρινα αγάλματα, στις ανούσιες συναναστροφές και

απολαύσεις που φθείρουν την ψυχή και την καθιστούν δεσμώτη,

περήφανος πάντα να ’σαι, εκεί που στέκεσαι μοναχός σου.

photo-manipulations-karezoid-michal-karcz-9-600x600Στιγμή να μη δακρύσεις και να μην νοσταλγήσεις τα λησμονημένα.

Κινδύνεψες και κέρδισες το τώρα σου.

Κινδυνέψες και επέλεξες να ζεις από το να υπάρχεις.

Γιατί ο άνθρωπος που φοβάται να διακινδυνέψει τα καθημερινά,

ανιαρά λιθαράκια που χτίζουν το εγώ του και τρέφουν το τέρας του εγωισμού και της επίδειξης, είναι αξιολύπητος.

Δεν θα προδώσει μήτε θα προδοθεί, δεν θα γευτεί το αληθινό μίσος ούτε την καθάρια αγάπη.

Δεν θα απογοητευθεί και δεν θα απογοητεύσει ποτέ, δεν θα υποφέρει όπως υποφέρουν όσοι κυνηγούν κάποιο όνειρο.

Όταν όμως στο αναπόφευκτο τέλος της παράστασης, στην τελευταία σκηνική πράξη του θεατρικοί έργου της ζωής,

κοιτώντας πίσω , το μόνο που θα αντικρίσει θα είναι οι μονότονοι, αργοί χτύποι της καρδιάς του,

που θα σιγοσβήνουν θα νιώσει το κενό, υστερικός , γυμνός και λιμασμένος θα αποζητά λίγο χρόνο ακόμα.

photo-manipulations-karezoid-michal-karcz-2-600x600Στα μάτια του θα μπολιάσει η ζήλια, προς τα μοναχικά αυτά όντα που φτωχά  βλογιοκομμένα με μαύρα μάτια,

σκασμένα χείλη και φτιαγμένοι από ουσίες, με μια λάμψη στο βλέμμα,

στέκονται  καπνίζοντας  μέσα στο υπερφυσικό σκοτάδι των υπόγειων, υγρών διαμερισμάτων,

που ρυθμικά οι σταγόνες πέφτουν από το ταβάνι προς το πάτωμα, εκεί μέσα τρέμοντας λάμπουν από χαρά, μια χαρά μοναχική.

Την χαρά της πληρότητας.  Βλέποντας το τέλος αλυχτεί, αδυνατεί  να λάμψει.

Αναζητά με λύσσα και αφρούς στο στόμα  ένα οδόφραγμα για να εμποδίσει  την επέλαση της παχιάς κόκκινης κουρτίνας και ενός ανύπαρκτου χειροκροτήματος.

Γι’ αυτό στάσου ορθός, περήφανος εκεί που είσαι και πίσω μην γυρνάς.

Πρόσταξε τον εγκέφαλό σου, το γυμνό σου κρανίο  προς τον ουρανό και περίμενε κρατώντας γερά ένα χαμόγελο για το τέλος.

Τίποτα άλλο.

********

Ραφαήλ Μπελενιώτης


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -