Ian Buruma – Δαμάζοντας τους θεούς. Οι αξίες του Διαφωτισμού και το Ισλάμ


O Κενάν Μαλίκ, Βρετανός δημοσιογράφος και ακαδημαϊκός, επισκέφθηκε το Συμβούλιο των Τζαμιών του Μπράντφορντ το 1989, λίγες εβδομάδες μετά το κάψιμο του βιβλίου του Ρουσντί. Εκεί συνάντησε τυχαία τον Χασάν, παλιό φίλο και σύντροφο στο Κόμμα Σοσιαλιστών Εργατών, στο οποίο ήταν και οι δύο κάποτε μέλη.

Ο Μαλίκ και ο Χασάν πίστευαν παλιότερα σε μια ριζοσπαστική σοσιαλιστική λύση σε ό,τι αφορούσε την εθνοτική και οικονομική ανισότητα. Tα εκκοσμικευμένα, οικουμενικά, πολιτικά τους ιδεώδη απηχούσαν με τρόπο ριζοσπαστικό τη φιλοσοφία του Διαφωτισμού. Το ιδανικό δεν στάθηκε δυνατό να υλοποιηθεί, οπότε έπεσε απογοήτευση στις γραμμές των σοσιαλιστών και αντιρατσιστών.

Και στις ομάδες παιδιών των μεταναστών, τα οικουμενικά ιδεώδη έδωσαν τη θέση τους σε ένα είδος φυλετικής περιχαράκωσης. Αυτή η τάση ενθαρρύνθηκε από μια αριστερά που ολοένα και περισσότερο εγκατέλειπε τον μαρξισμό προς χάρη μιας πολιτικής που αφορούσε στις ταυτότητες. Ο αντιρατσισμός δεν ερμηνευόταν πια με όρους πάλης των τάξεων αλλά ως διεκδίκηση ξεχωριστών ταυτοτήτων, ως διαμαρτυρία κατά της πολιτισμικής καταπίεσης.

Όταν ο Μαλίκ ρώτησε το φίλο του τι στην ευχή γύρευε στο Συμβούλιο των Τζαμιών του Μπράντφορντ, ο Χασάν απάντησε ότι συμμετείχε στην εκστρατεία για «να σωπάσει ο βλάσφημος». Ο Μαλίκ δεν αναγνώριζε πια τον παλιό του σύντροφο, τον οποίο θυμόταν ως καλοπερασάκια που ευχαριστιόταν να κυνηγάει κορίτσια, να πίνει, και να παρακολουθεί το ποδοσφαιρικό σωματείο της Άρσεναλ.

«Μη σε σοκάρει αυτό», είπε ο Χασάν. «Αρκετά πια με την αριστερά των λευκών. Κοντεύω να ξεχάσω ποιος είμαι και από πού κατάγομαι. Γι’ αυτό γύρισα στο Μπράντφορντ να το ανακαλύψω. Πρέπει να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπειά μας ως μουσουλμάνοι, να υπερασπιστούμε τις αξίες και τα πιστεύω μας, και να μην επιτρέψουμε σε κανένα –ρατσιστή ή Ρουσντί– να τα τσαλαπατάει».

Ο Μαλίκ ακολούθησε τον άλλο δρόμο, των αριστερών που μετείχαν στην πολιτισμική διαμάχη (Kulturkampf), ενάντια στην πολυπολιτισμικότητα.

H ιστορία του Χασάν δείχνει ότι η έλξη της θρησκευτικής ιδεολογίας συνήθως δεν είναι θεολογική αλλά έχει να κάνει εξ ολοκλήρου με πολιτική οργή. Το να εξηγούμε την υπόθεση Ρουσντί με όρους του Κορανίου ή της μουσουλμανικής παράδοσης είναι παραπλανητικό. Η στροφή στη θρησκεία ώστε να σφυρηλατηθεί ένα αίσθημα κοινότητας-εαυτού-δύναμης, μοιάζει με αυτό που έγινε στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1960, όταν ένα πολιτικό κίνημα στο οποίο συσπειρώθηκαν μαύροι και λευκοί ακτιβιστές δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δολοφονήθηκε. Ο Μάλκομ Χ δολοφονήθηκε. Η νέα πολιτική τώρα ήταν η απόρριψη της λευκής κοινωνίας και η ανάδειξη της μαύρης ταυτότητας, και φορείς της ήταν η Mαύρη Δύναμη (Black Power) και το Έθνος του Ισλάμ.

Τέτοιας λογής ήταν και η επιλογή του Χασάν, αλλά και του Μοχάμεντ Σιντίκ Χαν. Το εφαλτήριο των δολοφονιών στο μετρό του Λονδίνου ήταν το κάψιμο του βιβλίου του Ρουσντί. Και τα δύο διαπράχτηκαν στο όνομα του ισλάμ· όχι του παραδοσιακού ισλάμ μιας επαρχίας του Πακιστάν, αλλά μιας νέας, καθαρολογικής επανεφεύρεσης του ισλάμ. Πολιτική και πίστη συγχωνεύτηκαν σε ένα μοιραίο μείγμα.


Στην Αμερική, για πολλούς λευκούς φιλελεύθερους η Μαύρη Δύναμη ήταν ένα είδος προδοσίας. Αυτό ήταν το ευχαριστώ, που αψήφισαν τους αστυνομικούς σκύλους και τα όπλα και βάδισαν μαζί με τους νέγρους στις πορείες του Μπίρμινχαμ και της Σέλμα; Στο φημισμένο του δοκίμιο, “My Negro Problem—and Ours”, ο νεοϋορκέζος διανοούμενος Νόρμαν Ποντχόρετζ περιέγραψε την πικρή εμπειρία του με τους μαύρους στο Μπρούκλιν τη δεκαετία του 1940.

Προερχόμενος από σοσιαλιστική εβραϊκή οικογένεια, πάντα μάθαινε να βλέπει τον Νέγρο ως αδύναμο και μη προνομιούχο, ως μια μορφή που θα πρέπει να προστατευτεί από την αδικία και τις φυλετικές διακρίσεις. Στην πραγματικότητα, οι νέγροι που γνώριζε στο Μπρούκλιν δεν ήταν καθόλου αδύναμοι αλλά αρκετά σκληροί ώστε να τον ξυλοφορτώνουν στην αυλή του σχολείου. Φθονούσε τη σκληρότητά τους και άρχισε να απεχθάνεται «τους συγγραφείς και τους διανοούμενους και τους καλλιτέχνες που εξιδανικεύουν τους νέγρους και τους εκμαυλίζουν», και «όλους τους λευκούς φιλελεύθερους που επιτρέπουν στους νέγρους να τους εκβιάζουν και να τους αναγκάζουν να υιοθετούν δύο μέτρα και δύο σταθμά».

Οι πρώην αριστεροί, όπως ο Ποντχόρετζ, που μετατράπηκαν σε νεοσυντηρητικούς τη δεκαετία του 1960, ένιωσαν προδομένοι από τους νέγρους που αρνούνταν να δείξουν ευγνωμοσύνη για την αλληλεγγύη των λευκών∙ και ένιωσαν προδομένοι και από τους λευκούς φιλελεύθερους που «εκμαύλιζαν» τους νέγρους, αποδοκίμαζαν τον πόλεμο στο Βιετνάμ και καταφέρονταν ενάντια στο Ισραήλ. Και αυτοί επίσης, σαν τον Χασάν –μολονότι για διαφορετικούς λόγους–, είπαν «αρκετά πια με την αριστερά των λευκών».

Δώδεκα νέοι μoυσουλμάνοι δικάστηκαν στο Μπράντφορντ το 1982 επειδή έφτιαξαν βόμβες μολότοφ για να υπερασπίσουν τους εαυτούς τους από ρατσιστικές συμμορίες λευκών. Οι περισσότεροι φιλελεύθεροι τους υποστήριξαν, και τελικά οι “12 του Μπράντφορντ” αθωώθηκαν. Επτά χρόνια αργότερα, όταν οι μουσουλμάνοι του Μπράντφορντ έκαψαν το βιβλίο του Ρουσντί, το αίσθημα της προδοσίας ήταν έντονο.

Ο Βρετανός θεατρικός συγγραφέας Ντέιβιντ Έντγκαρ περιέγραψε τα αισθήματα των τέως αριστερών, που κάποτε οργανώθηκαν στην άκρα αριστερά για να στηρίξουν τους φτωχούς και τους καταπιεσμένους. Όταν οι αγώνες τους κατέρρευσαν μέσα στη βία και τη διαφθορά, η οργή τους στράφηκε όχι μόνο ενάντια στα κόμματα αλλά και ενάντια στους ίδιους τους φτωχούς:

«Η ανακάλυψη ότι η αντίδραση των φτωχών στη θυματοποίησή τους δεν είναι κατ’ ανάγκη η αδιαμαρτύρητη παραίτηση, είναι το ίδιο τραυματική με την συμπληρωματική αντίληψη ότι [οι φτωχοί] δεν συμπεριφέρονται πάντα με πνεύμα ανιδιοτελούς ηρωισμού».

Είναι αρκετά σκληρό, συνεχίζει,

«το να έχεις εξαπατηθεί από το κόμμα∙ είναι ακόμη δυσκολότερο να αποδεχτείς ότι εσύ ο ίδιος ξεγέλασες τον εαυτό σου, κάνοντάς τον να πιστέψει ότι οι φτωχοί είναι, λόγω της φτώχειας τους, άγιοι ή δυνατοί. Διόλου παράξενο που αυτή η συνειδητοποίηση μετατρέπεται σε ένα αίσθημα προσωπικής προδοσίας, το οποίο στρέφεται προς τα έξω υπό μορφή καταγγελίας».

Αυτό εξηγεί τους σκληρούς τόνους του σημερινού Kultur­kampf – αυτό και οι μνήμες του φασισμού που αναβιώνουν συνεχώς, και μια δογματική στάση, απομεινάρι των παλιών αριστερίστικων θέσεων. Ο Ντέιβιντ Έντγκαρ, παλιός αγωνιστής της Αριστεράς, το διατύπωσε καλά:

«Ως πρώην θύματα πολιτικής αυταπάτης, αυτοί οι αποστάτες της αριστεράς διεκδικούν μοναδική αυθεντία. Αλλά υπάρχει κάτι ιδιαίτερο όταν περνάς το δεύτερο μισό της ζωής σου εκδικούμενος το πρώτο μισό. Αναπόφευκτα, οσοδήποτε πλήρης η μεταστροφή, όλα όσα πιστεύουν και κάνουν τώρα οι μεταστραφέντες χρωματίζονται από αυτά που πίστευαν και έκαναν παλιά».

 

Ian Buruma – Δαμάζοντας τους θεούς. Θρησκεία και δημοκρατία σε τρεις ηπείρους. Εκδόσεις Θύραθεν. Μεταφραστής: Αλεξάνδρα Αδαμτζίλογλου

«Οι εντάσεις ανάμεσα στην θρησκευτική και κοσμική εξουσία εξακολουθούν να εκδηλώνονται. Το βιβλίο μου είναι μια απόπειρα να ξεδιαλύνω το πώς οι δημοκρατίες έχουν επηρεαστεί, προς το καλύτερο ή το χειρότερο, από αυτές τις εντάσεις …  Το βιβλίο αποτελείται από τρία μέρη· ένα για τις σχέσεις εκκλησίας-κράτους στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, ένα για τη θρησκευτική εξουσία στην Κίνα και την Ιαπωνία, και ένα για τις προκλήσεις του Ισλάμ στη σημερινή Ευρώπη. Το νήμα που διαπερνά αυτές τις έρευνες είναι το ερώτημα που έθεσε ο Τοκβίλ: τι απαιτείται, πέρα από την ελευθερία λόγου και το δικαίωμα ψήφου, για να κρατηθεί η συνοχή των δημοκρατικών κοινωνιών; Αρκούν οι νόμοι ή χρεια­ζόμαστε κοινές αξίες και κοινά ήθη; Και ποιος είναι ο ρόλος των θρησκειών σε όλα αυτά; Βοηθούν ή στέκονται ανάχωμα στη φιλελεύθερη δημοκρατία;» Ian Buruma

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

1 σχόλιοΣχολιάστε

  • Δηλαδή, ο μαρξισμός δεν εκφράζει πολιτική ¨οργή¨; Τί άλλο είναι η, διαχρονική μάλιστα, ¨πάλη των τάξεων¨; Οι ¨τάξεις¨ δεν εννοούν ¨ταυτότητες¨; Κοντολογίς ο μαρξισμός δεν είναι θρησκεύουσα ιδεολογία;