Nicholas Christakis – Οι 5 κανόνες της ζωής στο δίκτυο


Υπάρχουν δύο θεμελιώδη χαρακτηριστικά των κοινωνικών δικτύων, είτε αυτά είναι τόσο απλά, όσο μια ομάδα πυρόσβεσης, είτε τόσο σύνθετα, όσο μια μεγάλη οικογένεια πολλών γενεών, μια φοιτητική εστία, μια ολόκληρη κοινότητα ή το παγκόσμιο δίκτυο που μας συνδέει όλους.

Κατ’ αρχάς, υπάρχει η σύνδεση, η οποία έχει να κάνει με το ποιος είναι συνδεδεμένος με ποιον. Όταν μια ομάδα υφίσταται ως δίκτυο, υπάρχει ένα μοτίβο δεσμών που συνδέει τα εμπλεκόμενα άτομα —η τοπολογία του δικτύου. Επιπλέον, οι δεσμοί είναι περίπλοκοι. Μπορούν να είναι εφήμεροι ή μακροχρόνιοι, χαλαροί ή στενοί, προσωπικοί ή ανώνυμοι. Το πώς δομούμε ή το πώς αναπαριστούμε οπτικά ένα δίκτυο εξαρτάται από το πώς ορίζουμε τους δεσμούς που μας ενδιαφέρουν. Οι περισσότερες αναλύσεις επικεντρώνονται στους δεσμούς με συγγενείς, φίλους, συναδέλφους και γείτονες. Υπάρχουν όμως κάθε είδους κοινωνικοί δεσμοί και, επομένως, κοινωνικά δίκτυα. Πράγματι, όταν σε ένα δίκτυο ρέουν στοιχεία όπως τα αφροδίσια νοσήματα ή το χρήμα, αυτή η ίδια η ροή καθορίζει τους δεσμούς και, κατ’ επέκταση, τη δομή ενός ιδιαίτερου συνόλου δικτυακών συνδέσεων.

Δεύτερον, υπάρχει η μετάδοση, η οποία έχει να κάνει με το τι ρέει μεταξύ των δεσμών —αν ρέει κάτι. Αυτό βέβαια μπορεί να είναι κουβάδες με νερό, αλλά μπορεί να είναι και μικρόβια, χρήματα, βία, μόδα, νεφροί, ευτυχία ή παχυσαρκία. Καθεμία από τις ροές αυτές μπορεί να συμπεριφέρεται με βάση τους δικούς της κανόνες. Για παράδειγμα, η φωτιά δεν μπορεί να μεταφέρεται σε κουβάδες, τα μικρόβια δεν μπορούν να προσβάλουν κάποιον που έχει ανοσία, ενώ η παχυσαρκία, όπως θα δούμε στο Κεφάλαιο 4, τείνει να μεταδίδεται ταχύτερα μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου.

Για να κατανοήσουμε γιατί υπάρχουν και πώς λειτουργούν τα κοινωνικά δίκτυα, θα πρέπει να κατανοήσουμε ορισμένους κανόνες σχετικά με τη σύνδεση και τη μετάδοση —τη δομή και τη λειτουργία των κοινωνικών δικτύων. Αυτές οι αρχές εξηγούν το πώς οι δεσμοί καθιστούν το όλον μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του.

ΚΑΝΟΝΑΣ ΠΡΩΤΟΣ: ΕΜΕΙΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΥΜΕ ΤΑ ΔΙΚΤΥΑ ΜΑΣ

Οι άνθρωποι φτιάχνουν και ξαναφτιάχνουν τα κοινωνικά τους δίκτυα διαρκώς. Το βασικό παράδειγμα γι’ αυτό είναι η ομοφιλία, η συνειδητή ή ασυνείδητη τάση να συναναστρεφόμαστε ανθρώπους που μας μοιάζουν. Είτε πρόκειται για οπαδούς μιας ποδοσφαιρικής ομάδας είτε για μάρτυρες του Ιεχωβά, για ναρκομανείς ή καπνιστές, δεξιούς ή αριστερούς, συλλέκτες γραμματοσήμων ή ορειβάτες, η αλήθεια είναι ότι αναζητούμε ανθρώπους που έχουν κοινά ενδιαφέροντα, βιώματα και όνειρα με εμάς. Όμοιος ομοίω αεί πελάζει.

Επιλέγουμε όμως και τη δομή των δικτύων μας με τρεις σημαντικούς τρόπους:

  • Πρώτον, επιλέγουμε με πόσα άτομα θα συνδεθούμε. Θέλετε ένα άτομο για να παίξετε ντάμα ή πολλά για να παίξετε ποδόσφαιρο; Θέλετε να διατηρήσετε την επαφή με τον τρελό θείο σας; Θέλετε να παντρευτείτε ή να μείνετε «ελεύθερο πουλί»;
  • Δεύτερον, επηρεάζουμε το πόσο στενά διασυνδεδεμένοι θα είναι οι φίλοι και οι συγγενείς μας. Πρέπει στον γάμο να βάλετε τον φίλο του κουμπάρου δίπλα στη φίλη της νύφης; Θα πρέπει να διοργανώσετε ένα πάρτι ώστε να γνωριστούν οι φίλοι σας μεταξύ τους;
  • Τρίτον, ελέγχουμε το πόσο κεντρική θέση κατέχουμε στο κοινωνικό δίκτυο. Είστε η ψυχή του πάρτι, μιλώντας και αστειευόμενος με όλον τον κόσμο, ή είστε ντροπαλός και στέκεστε σε μια άκρη;

Η ποικιλία αυτών των επιλογών οδηγεί σε μια εκπληκτική ποικιλία δομών για ολόκληρο το δίκτυο στο οποίο ενσωματωνόμαστε. Και η ποικιλία επιλογών —η οποία έχει τόσο κοινωνικές όσο και γενετικές καταβολές, όπως θα δούμε στο Κεφάλαιο η— οδηγεί τον καθένα μας σε μια μοναδική θέση στο δικό του κοινωνικό δίκτυο. Βεβαίως, ορισμένες φορές αυτά τα δομικά χαρακτηριστικά δεν είναι θέμα επιλογής. Κάποιος μπορεί να ζει σε ένα μέρος περισσότερο ή λιγότερο πρόσφορο για τη σύναψη κοινωνικών σχέσεων ή μπορεί να ανήκει σε μια μεγάλη ή σε μια μικρή οικογένεια. Αλλά, ακόμη και όταν αυτές οι δομές μάς επιβάλλονται, εξακολουθούν να καθορίζουν τη ζωή μας.


Στην πραγματικότητα, γνωρίζουμε αρκετά για το πώς οι άνθρωποι ποικίλλουν ως προς τον αριθμό των φίλων και των κοινωνικών επαφών τους, καθώς και για το πόσο διασυνδεδεμένοι είναι. Ωστόσο, είναι αρκετά δύσκολο να αναγνωρίσουμε ποιες μπορεί να είναι οι κοινωνικές επαφές ενός ατόμου, αφού κάθε άνθρωπος έχει πολλές αλληλεπιδράσεις ποικίλης έντασης με κάθε λογής ανθρώπους. Κάποιος μπορεί να γνωρίζει μερικές εκατοντάδες άτομα εξ όψεως ή με το όνομά τους, συνήθως όμως έχει στενές σχέσεις με λίγα μόνο από αυτά.

Ένας τρόπος με τον οποίο οι κοινωνικοί επιστήμονες αναγνωρίζουν τέτοιες στενές σχέσεις είναι θέτοντας ερωτήματα όπως «με ποιον συζητάς για σημαντικά ζητήματα;» ή «με ποιον περνάς τον ελεύθερο χρόνο σου;». Όταν τους τίθενται τέτοια ερωτήματα, οι άνθρωποι αναγνωρίζουν ένα ετερογενές σύνολο από φίλους, συγγενείς, συναδέλφους, συμμαθητές, γείτονες κ.ο.κ.

 […] Στον χαώδη ιστό της ανθρώπινης κοινωνίας, κάθε άτομο συνδέεται με τους φίλους, την οικογένεια, τους συναδέλφους και τους γείτονές του, αλλά όλοι αυτοί συνδέονται με τη σειρά τους με τους δικούς τους φίλους, τις οικογένειες, τους συναδέλφους και τους γείτονες, και ούτω καθεξής απεριόριστα, ωσότου λίγο-πολύ κάθε άτομο στον πλανήτη συνδέεται με κάποιον τρόπο με κάθε άλλο άτομο. Ενώ λοιπόν θεωρούμε ότι το δικό μας δίκτυο έχει περιορισμένη κοινωνική και γεωγραφική εμβέλεια, τα δίκτυα που μας περιβάλλουν είναι στην πραγματικότητα ευρύτατα διασυνδεδεμένα.

Αυτό το δομικό χαρακτηριστικό των δικτύων συνοψίζεται στην κοινή έκφραση «τι μικρός που είναι ο κόσμος!». Συχνά είναι δυνατόν, μέσω λίγων συνδέσεων από άτομο σε άτομο, να ανακαλύψουμε για οποιονδήποτε άνθρωπο μια σύνδεσή του με οποιονδήποτε άλλον. Ένα διάσημο παράδειγμα (τουλάχιστον μεταξύ των κοινωνικών επιστημόνων) περιγράφεται σε ένα άρθρο που πρωτοδημοσιεύθηκε κατά τη δεκαετία του 1950 από δύο πρωτοπόρους ερευνητές στον τομέα των κοινωνικών δικτύων, τον Ithiel de Sola Pool και τον Manfred Kochen.

Ένας από τους συγγραφείς άκουσε κάποιον ασθενή σε ένα νοσοκομείο μιας μικρής πόλης του Ιλινόις να λέει σε έναν Κινέζο ασθενή που βρισκόταν στο διπλανό κρεβάτι: «Ξέρεις, σε όλη μου τη ζωή μόνο μία φορά έχω γνωρίσει Κινέζο. Ήταν ο τάδε από τη Σανγκάη». Και ο άλλος ασθενής αυθόρμητα: «Ωχ, αυτός είναι ο θείος μου!» Και το γεγονός ότι στο άρθρο δεν αναφέρεται το όνομά του οφείλεται ίσως στον φόβο των συγγραφέων ότι ενδεχομένως κάποιος αναγνώστης να τον γνώριζε επιβεβαιώνοντας και πάλι ότι ο κόσμος είναι μικρός.

ΚΑΝΟΝΑΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ: ΜΑΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΔΙΚΤΥΑ ΜΑΣ

Η θέση μας σε ένα δίκτυο επηρεάζει με τη σειρά της εμάς τους Ίδιους. Ένα άτομο χωρίς φίλους διάγει πολύ διαφορετική ζωή από ένα με πολλούς φίλους.

[…] Το αν οι φίλοι και οι άλλες στενές κοινωνικές επαφές ενός ατόμου είναι φίλοι μεταξύ τους παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στη ζωή αυτού του ατόμου. Η μεταβατικότητα μπορεί να επηρεάσει τα πάντα, από το αν θα βρει κανείς ερωτικό σύντροφο μέχρι το αν θα οδηγηθεί στην αυτοκτονία. Αυτό γίνεται σαφές από το παράδειγμα των συνεπειών του διαζυγίου για τα παιδιά. Αν οι γονείς ενός παιδιού είναι παντρεμένοι (συνδεδεμένοι), τότε πιθανότατα θα επικοινωνούν μεταξύ τους· αν όμως χωρίσουν (αποσυνδεθούν), τότε πιθανότατα θα πάψουν να επικοινωνούν.

Το διαζύγιο συχνά σημαίνει ότι η επικοινωνία θα πρέπει να περάσει μέσα από το παιδί («Πες στον πατέρα σου να μην μπει στον κόπο να έρθει να σε πάρει το Σάββατο!»), οπότε ο συντονισμός στην ανατροφή του παιδιού γίνεται πολύ πιο δύσκολος («Μα καλά, σου πήρε κι άλλο παγωτό η μάνα σου;»). Το εκπληκτικό είναι ότι, μολονότι το παιδί εξακολουθεί να έχει στενούς δεσμούς και με τους δύο γονείς, η σχέση του με τον καθέναν από αυτούς αλλάζει, ως συνέπεια του διαζυγίου. Ωστόσο, αυτές οι αλλαγές είναι αποτέλεσμα της απώλειας σύνδεσης μεταξύ των γονέων —σύνδεση για την οποία το παιδί δεν ευθύνεται. Το παιδί εξακολουθεί να έχει δύο γονείς, αλλά η ζωή του πια είναι διαφορετική.

Σημαντικός επίσης είναι ο αριθμός των επαφών που έχουν οι φίλοι και οι συγγενείς μας. Όταν οι άνθρωποι με τους οποίους είμαστε συνδεδεμένοι αποκτούν περισσότερες συνδέσεις, αυτό ελαττώνει τον αριθμό των ενδιάμεσων επαφών που απαιτούνται για να συνδεθούμε με ένα οποιοδήποτε άτομο μέσα στο δίκτυο. Έτσι, αποκτούμε πιο κεντρική θέση, πράγμα που σημαίνει ότι είμαστε περισσότερο δεκτικοί προς οτιδήποτε ρέει μέσα στο δίκτυο.[…]

KΑΝΟΝΑΣ ΤΡΙΤΟΣ: ΜΑΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΑΣ

Φυσικά, το σχήμα του δικτύου που μας περιβάλλει δεν είναι το μόνο που έχει σημασία. Το τι ρέει στις διάφορες συνδέσεις επίσης είναι πολύ σημαντικό. Μια ομάδα πυρόσβεσης δεν σχεδιάζεται για να είναι όμορφη, αλλά για να μπορούν τα μέλη της να μεταφέρουν πιο αποτελεσματικά τους κουβάδες με το νερό, ώστε να σβήσουν τη φωτιά. Και τα κοινωνικά δίκτυα δεν έχουν να κάνουν μόνο με το νερό —μεταδίδουν επίσης μικρόβια, όργανα, μετοχές, συναισθήματα, συμπεριφορές και κάθε λογής πληροφορίες από άτομο σε άτομο. […]

ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ: ΜΑΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ ΜΑΣ

Οι άνθρωποι δεν αντιγράφουν απλώς τους φίλους τους. Αντιγράφουν και τους φίλους των φίλων τους, καθώς και τους φίλους των φίλων των φίλων τους. Στο παιδικό παιχνίδι του «χαλασμένου τηλεφώνου», ένα μήνυμα μεταφέρεται κατά μήκος της σειράς των παιδιών καθώς το κάθε παιδί ψιθυρίζει το μήνυμα στο αυτί του επόμενου.

Το μήνυμα που δέχεται το κάθε παιδί περιλαμβάνει τα όποια λάθη εισήχθησαν από το προηγούμενό του, αλλά και όσα λάθη έχουν κάνει όλα τα προηγούμενα παιδιά —και με τα οποία δεν συνδέεται άμεσα το κάθε παιδί. Με τον τρόπο αυτό, τα παιδιά αντιγράφουν άλλα παιδιά με τα οποία δεν συνδέονται άμεσα. Παρομοίως, οι γονείς προειδοποιούν τα παιδιά τους να μη βάζουν χρήματα στο στόμα τους, διότι πιστεύουμε ότι τα χρήματα φέρουν μικρόβια από τα χέρια των πολλών ανθρώπων που έχουν περάσει, και όχι μόνο του τελευταίου κατόχου τους.

Κατ’ αναλογία, οι φίλοι μας και οι συγγενείς μας μπορούν να μας επηρεάσουν ώστε να παχύνουμε ή να καταλήξουμε στο τι θα ψηφίσουμε στις εκλογές. Αλλά και οι δικοί τους φίλοι και συγγενείς μπορούν να μας επηρεάσουν.

[…] Ωστόσο, μερικά πράγματα —όπως οι κοινωνικοί κανόνες και οι συμπεριφορές— μπορεί να μην εξαπλώνονται με τον ίδιο τρόπο, αλλά να απαιτούν μια πιο σύνθετη διαδικασία, την ενίσχυση μέσω πολλαπλών κοινωνικών επαφών. Αν όντως ισχύει κάτι τέτοιο, τότε ένα μονογραμμικό δίκτυο, όπως η ομάδα πυρόσβεσης, ενδεχομένως να μην είναι κατάλληλο για τη μετάδοση περιπλοκότερων φαινομένων. Αν θέλαμε να κάνουμε τα μέλη ενός δικτύου να κόψουν το κάπνισμα, δεν θα τους βάζαμε στη σειρά, κάνοντας τον πρώτο να κόψει το κάπνισμα και λέγοντάς του να το μεταδώσει στον επόμενο. Θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό αν γύρω από έναν καπνιστή βάζαμε πολλούς μη καπνιστές, αν τον μεταθέταμε σε μια ομάδα μη καπνιστών.

Το περίφημο πείραμα του κοινωνικού ψυχολόγου Stanley Milgram καταδεικνύει τη σημασία της ενίσχυσης από πολλά άτομα. Δύο κρύα χειμωνιάτικα απογεύματα στη Νέα Υόρκη, το 1968, ο Milgram παρατήρησε τη συμπεριφορά 1.424 περαστικών καθώς διέσχιζαν ένα τμήμα του δρόμου μήκους δεκαπέντε μέτρων. Τοποθέτησε στο πεζοδρόμιο «ομάδες ερεθίσματος», αποτελούμενες από έναν έως δεκαπέντε βοηθούς του. Όταν τους έδινε το σήμα, αυτό το «τεχνητό πλήθος» άρχιζε να κοιτάζει προς ένα παράθυρο στον έκτο όροφο κάποιου κοντινού κτιρίου επί ένα λεπτό. Στο συγκεκριμένο παράθυρο δεν υπήρχε τίποτε ενδιαφέρον —απλώς ένας ακόμη βοηθός του Milgram. Τα αποτελέσματα μαγνητοσκοπήθηκαν και κατόπιν οι συνεργάτες του Milgram μέτρησαν τον αριθμό των ατόμων τα οποία σταμάτησαν και κοίταζαν εκεί όπου κοιτούσε το «πλήθος». Όταν η ομάδα ερεθίσματος αποτελούνταν από ένα μόνο άτομο, σταματούσε το 4% των περαστικών, όταν αποτελούνταν από δεκαπέντε άτομα, σταματούσε το 40%. Όπως φαίνεται, οι περαστικοί αποφάσιζαν εάν θα αντιγράψουν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά με βάση το πόσα άτομα την ακολουθούσαν.

Ένα ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό περαστικών αντέγραψε τη συμπεριφορά ατελώς: κοίταζαν στην κατεύθυνση που κοίταζε το «πλήθος» χωρίς να σταματήσουν. Ενώ ένα άτομο επηρέασε το 42% των περαστικών, ώστε να στρέψουν το βλέμμα τους προς τον έκτο όροφο, τα δεκαπέντε άτομα που κοίταζαν προς τα πάνω επηρέασαν το 86%. Ακόμη πιο ενδιαφέρον, ωστόσο, ήταν ότι σχεδόν το ίδιο ποσοστό σήκωσαν το κεφάλι τους όταν το «πλήθος» αποτελούνταν μόλις από πέντε άτομα. Πέρα από τα πέντε άτομα, δηλαδή, η αύξηση του μεγέθους της ομάδας ερεθίσματος δεν είχε τόσο μεγάλη επίδραση στην αντίδραση των περαστικών

ΚΑΝΟΝΑΣ ΠΕΜΠΤΟΣ: ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΕΧΕΙ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΖΩΗ

Τα κοινωνικά δίκτυα μπορούν να έχουν ιδιότητες και λειτουργίες τις οποίες τα μέλη τους δεν μπορούν ούτε να ελέγξουν ούτε ακόμη και να αντιληφθούν. Αυτές οι ιδιότητες μπορούν να γίνουν κατανοητές μόνο με τη μελέτη ολόκληρης της ομάδας και της δομής της, και όχι με τη μελέτη μεμονωμένων ατόμων. Ένα απλό παράδειγμα είναι το μποτιλιάρισμα σε μια λεωφόρο και η άτακτη φυγή ενός κοπαδιού ζώων. Δεν μπορεί κανείς να κατανοήσει το μποτιλιάρισμα απλώς και μόνο συζητώντας με έναν απεγνωσμένο οδηγό πίσω από το τιμόνι του, μολονότι το ακινητοποιημένο όχημά του αποτελεί μέρος του προβλήματος. Ορισμένα πιο σύνθετα παραδείγματα περιλαμβάνουν την ίδια την έννοια του πολιτισμού ή, όπως θα δούμε, το γεγονός ότι ομάδες διασυνδεδεμένων ατόμων μπορούν να παρουσιάζουν περίπλοκες, κοινές συμπεριφορές χωρίς έκδηλο ή συνειδητό συντονισμό.

Πολλά από τα απλά παραδείγματα μπορούν να κατανοηθούν καλύτερα αν αγνοήσουμε εντελώς τις σκέψεις και τις επιθυμίες των εμπλεκόμενων ατόμων και αντιμετωπίσουμε τους ανθρώπους σαν να ήταν «μηδενικής νοημοσύνης δράστες». Σκεφτείτε τα ανθρώπινα κύματα στις εξέδρες που πρωτοεμφανίστηκαν το 1986 στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικού.

[…] Μαθηματικά μοντέλα για κοπάδια ψαριών και σμήνη πουλιών ή εντόμων που κινούνται συγχρονισμένα οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα: δεν υπάρχει κεντρικός έλεγχος της κίνησης της ομάδας, αλλά ένα είδος συλλογικής νοημοσύνης, η οποία βοηθά όλα τα μέλη της να αποφύγουν ή να αποτρέψουν τους θηρευτές. Αυτή η συμπεριφορά δεν ενυπάρχει σε μεμονωμένα άτομα, αλλά μάλλον αποτελεί ιδιότητα των ομάδων.

[…] Από αυτή την άποψη, μπορούμε να πούμε ότι τα κοινωνικά δίκτυα έχουν αναδυόμενες ιδιότητες. Οι αναδυόμενες ιδιότητες είναι νέα χαρακτηριστικά ενός συνόλου τα οποία προκύπτουν μέσα από την αλληλεπίδραση και τη διασύνδεση των μερών του. Μπορούμε να κατανοήσουμε την ιδέα της ανάδυσης με τη βοήθεια μιας αναλογίας: Ένα κέικ έχει γεύση που δεν βρίσκεται σε κανένα από τα συστατικά του. Ούτε αυτή η γεύση προκύπτει απλώς ως μέσος όρος των γεύσεων των συστατικών του —ας πούμε, κάτι ανάμεσα σε αλεύρι και αυγά. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Το κέικ υπερβαίνει το απλό άθροισμα των συστατικών του.

Η μελέτη των κοινωνικών δικτύων μας βοηθά να κατανοήσουμε πώς, στην περίπτωση των ανθρώπων, το όλον είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του.

Επιλεγμένα αποσπάσματα από το βιβλίου του Nicholas A. Christakis, MD, PhD και James H. Fowler, PhD –  Συνδεδεμένοι.. Εκδόσεις Κάτοπτρο

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -