Επιβιώνοντας στην εποχή του λαϊκισμού και της «μετά-αλήθειας»


Από το Κόμμα της Ελευθερίας της Αυστρίας, ως τον πρόεδρο Rodrigo Duterte (γνωστός και ως «Ο Τιμωρός») στις Φιλιππίνες, το Brexit και φυσικά τον Trump στις ΗΠΑ, ο λαϊκισμός φαίνεται να περνά σε νέα επίπεδα. Δεν είναι περίεργο που ένας δημοσιογράφος της Washington Post έγραψε: «Αν έπρεπε να συνοψίσω το 2016 σε μία λέξη, θα επέλεγα τη λέξη  λαϊκισμός». Το λεξικό της Οξφόρδης ανακήρυξε τη λέξη «μετα-αλήθεια»(post-truth) ως λέξη της χρονιάς για το 2016.

Ο λαϊκισμός μπορεί να οριστεί ως μια «πολιτική προσέγγιση που προσπαθεί να προσελκύσει τους απλούς ανθρώπους που αισθάνονται ότι οι ανησυχίες τους παραβλέπονται από τις καθιερωμένες ελίτ. Ωστόσο, οι συντάκτες μιας έρευνας με τίτλο «Ο λαϊκισμός ως πολιτική ταυτότητα», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Social Psychological and Personality Science νωρίτερα αυτό το μήνα, πάνε ένα βήμα πιο πέρα.

Περιγράφουν τον πρόσφατο λαϊκισμό ως έναν τύπο «αντι-ελιτισμού με την πεποίθηση ότι ορισμένοι κατέχουν ένα ανώτερο όραμα για το τι σημαίνει να είσαι σωστός πολίτης του έθνους». Αυτό μπορεί να παραφραστεί ως η αντίληψη ότι εμείς («ο λαός») είμαστε εναντίον των άλλων («της ελίτ ή του κατεστημένου»).

Ποια είναι η αντιμετώπιση αυτής της πρόσφατης ακμής στον λαϊκισμό; Και τι κάνει τους ανθρώπους να είναι ευνοϊκά διακείμενοι στη λαϊκιστική ρητορική; Μια ομάδα επιστημόνων από τα πανεπιστήμια του Κεντ (Βρετανία), της Βαρσοβίας (Πολωνία) και του Μέριλαντ (ΗΠΑ) πιστεύει πως αυτό οφείλεται σε μια αίσθηση μειονεκτήματος και εθνικού ναρκισσισμού.

Για να δοκιμάσουν την υπόθεση τους, ανέλυσαν τα αποτελέσματα τριών ξεχωριστών μελετών, εξετάζοντας όλες τις σχέσεις μεταξύ του λαϊκισμού και του λεγόμενου «εθνικού συλλογικού ναρκισσισμού», που αυξάνεται ανάλογα με την αίσθηση μειονεξίας μιας ομάδας. Οι ερευνητές σημείωσαν ότι η συσχέτιση ήταν ιδιαίτερα έντονη όταν ένα αίσθημα μειονεκτήματος είχε ζυμωθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η πρώτη μελέτη εξέτασε την επιτυχία του δεξιού λαϊκιστικού κόμματος της Πολωνίας, στις εκλογές του 2015. Η δεύτερο εξέτασε τη νίκη του Brexit στο δημοψήφισμα του Ηνωμένου Βασιλείου και η τρίτη, την εξίσου εκπληκτική νίκη του Trump στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016.


Σε κάθε περίπτωση, η αίσθηση του εθνικού συλλογικού ναρκισσισμού συνδέεται με την υποστήριξη των λαϊκιστικών πολιτικών. Αποτελέσματα από τις δύο πρώτες μελέτες πρότειναν επίσης αυτή την αίσθηση να αυξάνεται όταν το συγκεκριμένο άτομο αισθάνθηκε ότι ήταν μέρος μιας περιθωριοποιημένης ομάδας.

Σε αυτό το στάδιο, είναι απλώς μια συσχέτιση – όχι αιτία και αποτέλεσμα – και οι μελέτες βασίζονται καθαρά σε προερχόμενα από την δεξιά λαϊκίστικα αίτια (ο λαϊκισμός υπάρχει και στην αριστερά). Αλλά θα μπορούσε να εξηγήσει τις τάσεις που οδηγούν τον λαϊκισμό και τη σύνδεσή του με τις προκαταλήψεις και τις συμπεριφορές.

Post-truth era, η εποχή της μετα-αλήθειας

Η λέξη «μετα-αλήθεια» (η πολιτική ρητορική/πρακτική που αγνοεί την αλήθεια και βασίζεται σε μια προσωπική, ενίοτε εντελώς πλαστή, εκδοχή της πραγματικότητας) ήταν η λέξη της χρονιάς για το 2016, σύμφωνα με το λεξικό της Οξφόρδης (Oxford Dictionaries), που απηχεί την εξαιρετικά φορτισμένη πολιτική ατμόσφαιρα, χάρη κυρίως στη διχαστική προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ αλλά και το δημοψήφισμα για το Brexit.

Επομένως, για να μπορέσουμε να κατατάξουμε τα γεγoνότα ως προς την εγκυρότητά τους, θα πρέπει να καθορίσουμε 3 γενικές κατηγορίες:

-Ψέμματα
-Αλήθεια
-Μετά-αλήθεια

Όταν εξετάζουμε την εγκυρότητα μιας είδησης, δύο είναι τα πιθανά αποτελέσματα: είτε είναι ψευδής (και την απορρίπτουμε), είτε είναι αληθινή. Στην εποχή μας όμως, για κάποιους δεν είναι αρκετή η αλήθεια, ακόμη και αν συνοδεύεται από τεράστιο όγκο αποδείξεων. Κάπου εδώ γεννιέται η μετά-αλήθεια, δηλαδή η διαφορετική ερμηνεία, ή διαστρέβλωση ενός αληθινού γεγονότος, που σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, υπερβαίνει την αλήθεια. Ένα τυπικό παράδειγμα ήταν το μέγεθος του πλήθους στην ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ που ήταν αισθητά μικρότερο απ ότι σε παλιότερες ορκωμοσίες προέδρων. Σχετικές δηλώσεις έκανε ακόμη και ο εκπρόσωπος τύπου Sean Spicer, κατηγορώντας ευθέως μερίδα των ΜΜΕ για ψευδείς αναφορές (μετά-αλήθεια). Παρά το γεγονός πως η αλήθεια (για τη χαμηλή προσέλευση) ήταν προφανέστατη, ακόμη και κυβερνητικοί αξιωματούχοι την αμφισβήτησαν, κατηγορώντας τα ΜΜΕ για διασπορά ψευδών ειδήσεων (post-truth politics).

Δεν είναι τυχαίο που ο Ντόναλντ Τραμπ όρισε για επτά μήνες ως στρατηγικό του σύμβουλο στον Λευκό Οίκο τον Steve Bannon, επικεφαλή της ακροδεξιάς ιστοσελίδας Breirbart News, που εκφράζει τη λεγόμενη alt-right. Η «εναλλακτική δεξιά ή alt-right , απορρίπτει τις κλασικές πολιτικές και χρησιμοποιεί το διαδικτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τη διασπορά αμφισβητούμενων, ακόμη και ψευδών πληροφοριών.

Post-truth politics και alternative news

Η μετά-αλήθεια στη πολιτική, βασίζεται στην επίκληση συναισθημάτων και τη παράθεση πληροφοριών που είναι διαστρεβλωμένες και/ή αποσυνδεδεμένες από τα πραγματικά γεγονότα. Πρόκειται για ένα είδος πολιτικής «προπαγάνδας» που χρησιμοποιεί factoids, συνωμοσιολογία, αστικούς θρύλους, ακόμη και κουτσομπολιό για να εξωραΐσει ή ακόμη και να διαστρεβλώσει τη πραγματικότητα. Και ενώ η αμφισβήτηση είναι μια υγιής διαδικασία της ανθρώπινης σκέψης, τουλάχιστον όταν κινείται στα πλαίσια μιας καρτεσιανής συγκρότησης, και μακριά από λογικά σφάλματα, η εμμονή σε «εναλλακτικές» ερμηνείες των γεγονότων, όσο εξόφθαλμα λανθασμένες και αν είναι, αποτελούν τη καθημερινότητα της εγχώριας και αλλοδαπής πολιτικής.

Το βιβλίο «1984» του Orwell, περιγράφει μια δυστοπική κοινωνία, στην οποία το καθεστώς χρησιμοποιεί τη καταστολή και το τρόμο για να διατηρήσει τη τάξη. Βασικό συστατικό της επιτυχίας του καθεστώτος, είναι η καθημερινή διαστρέβλωση-αναθεώρηση των ιστορικών αρχείων και της πραγματικότητας. Περιγράφει την ιστορία ενός ανθρώπου, του Γουίνστον Σμιθ και δουλειά του είναι να παραφράζει και να παραποιεί γεγονότα που είχαν λάβει χώρα στο παρελθόν, έτσι ώστε να βολεύουν τα παροντικά συμφέροντα του κόμματος. Προφανώς δεν έχουμε φτάσει σε αυτό το επίπεδο, η παραποίηση της πραγματικότητας ωστόσο, ακόμη και από πρόσωπα της πολιτικής, είναι δεδομένη στις μέρες μας.

Παραδείγματα

Οι θεωρίες συνωμοσίας ευδοκιμούν στη νέα εποχή της μετα-αλήθειας. Τον περασμένο Δεκέμβριο, κυκλοφόρησε η φήμη ότι η Χίλαρι Κλίντον ήταν στο επίκεντρο μιας συνωμοσίας παιδεραστών. Αυτό ήταν αρκετό για να πείσει τον 28χρονο Edgar Maddison Welch από το Salisbury της Βόρειας Καρολίνας να «ερευνήσει» τις φήμες, εισβάλλοντας με ένα τυφέκιο εφόδου σε  μια πιτσαρία της Ουάσιγκτον. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Michael Flynn, που διετέλεσε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα σύμβουλος του Trump για την εθνική ασφάλεια, είχε «τουιτάρει» ότι οι ιστορίες που συνδέουν την Clinton με το συγκεκριμένο ανύπαρκτο σκάνδαλο, είναι «must read». Φυσικά οι φήμες δεν είχαν το παραμικρό αντίκρυσμα (δείτε εδώ).

Ο Ντ. Τραμπ έχει ανοιχτά «φλερτάρει» με θεωρίες συνωμοσίας. Έχει ισχυριστεί ότι ο Ομπάμα δεν κατέχει αμερικανικό πιστοποιητικό γέννησης και πως είναι υπεύθυνος για την ίδρυση του ISIS. Αμφισβητεί ανοιχτά τη κλιματική αλλαγή και έχει εκφράσει ανησυχίες για τους παιδικούς εμβολιασμούς. Όταν τα ψέματά του έσκαγαν σαν φούσκες, η κοινή γνώμη όχι μόνο δεν τον εγκατέλειπε, αλλά συσπειρωνόταν ακόμη περισσότερο.

Συμπεράσματα

Η εμφάνιση της λέξης μετα-αλήθεια στη καθομιλουμένη τροφοδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ενίσχυση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ως πηγής ενημέρωσης και στην αυξανόμενη καχυποψία απέναντι σε γεγονότα που παρουσιάζονται μέσω των «συστημικών» μέσων. Πράγματι, ο έλεγχος της πληροφορίας στα κοινωνικά δίκτυα, είναι πρακτικά ανύπαρκτος και κάθε είδηση, όσο εξωφρενική και αν είναι, μπορεί να φτάσει σε δυνητικά απεριόριστο κοινό. Φτάνουμε λοιπόν στο σήμερα, όπου η επιστημονική και δημοσιογραφική έρευνα, παραγκωνίζονται από μαρτυρίες επιπέδου reality show. Η μετα-αλήθεια είναι συνήθως πιο «εύπεπτη» από τη πραγματικότητα, ακόμη και αν προσεγγίζει συνωμοσιολογικά επίπεδα (βλέπε άρνηση κλιματικής αλλαγής από Τραμπ) και εξαργυρώνεται με κέρδη από clickbait και fake news ιστοσελίδες. Και φυσικά, λαϊκισμός και μετά-αλήθεια, πάνε χέρι-χέρι, διότι χρησιμοποιούν τους ίδιους ακριβώς μηχανισμούς.

Τα fake news και η εποχή της μετά-αλήθειας, ήρθαν για να μείνουν. Τα τεχνολογικά μέσα τους δίνουν τη δυνατότητα να «επικαλύπτουν» τη πραγματικότητα. Πέρα από τη τηλεόραση, τα κοινωνικά δίκτυα όπως το Twitter και το Facebook, επιστρατεύονται για να διακινήσουν παραπληροφόρηση. Στρατιές bots και «εντεταλμένων» χρηστών, μπορούν να διαδώσουν με ασύλληπτη ταχύτητα μια πληροφορία, ενώ παράλληλα μπορούν να επιτεθούν μαζικά σε μέσα ή ανθρώπους που καταδεικνύουν το προφανές, με τερατολογίες και ψεύδη, τα οποία λόγω του αριθμού τους είναι πολύ εύκολο να δημιουργήσουν μια εικόνα αληθοφάνειας. Παράλληλα, αποθαρρύνουν άλλους χρήστες από το να πάρουν μέρος σε μια εποικοδομητική συζήτηση. Εάν στα ανωτέρω προσθέσουμε την στοχευμένη ψηφιακή διαφήμιση που μπορεί με ακρίβεια να προσεγγίσει ένα συγκεκριμένο κοινό και να το επηρεάσει, καταλαβαίνουμε πως η μάχη ενάντια στα fake news, τον λαϊκισμό και τη μετά-αλήθεια, είναι πολύ δύσκολο να κερδηθεί.

***

Πηγή: factchecker (Με πληροφορίες απόiflscience & kathimerini)

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

1 σχόλιοΣχολιάστε