O Marc Chagall γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου του 1887 σε μια μικρή πόλη της δυτικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας, το Vitebsk, όχι μακριά από τα πολωνικά σύνορα. Η οικογένειά του, η οποία αριθμούσε άλλα οκτώ παιδιά εκτός από αυτόν, ήταν αφοσιωμένοι εβραίοι, όπως η πλειονότητα των 20.000 εβραίων του Vitebsk. Ταπεινής καταγωγής, αλλά όχι φτωχοί, οι γονείς του Chagall εργάζονταν και οι δύο: ο πατέρας του σε μιαν αποθήκη ρέγκας και η μητέρα του διατηρούσε ένα παντοπωλείο.
Ο μικρός Marc φοίτησε στο εβραϊκό δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια γράφτηκε στο τοπικό δημόσιο, όπου η διδασκαλία των μαθημάτων γινόταν στα ρωσικά. Αφού έμαθε τα στοιχειώδη της ζωγραφικής στο σχολείο, μαθήτευσε δίπλα στον Jehuda Pen, έναν τοπικό εβραίο καλλιτέχνη και, το 1907, πήγε στην Αγία Πετρούπολη, όπου σπούδασε, με διαλείμμα, για τρία χρόνια υπό την καθοδήγηση του Léon Bakst, ο οποίος την εποχή εκείνη ξεκινούσε μια λαμπρή σταδιοδρομία ως σκηνογράφος.
.
Η Bella Rosenfeld γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1895, επίσης στο Vitebsk, σε μιαν εύπορη οικογένεια. O πατέρας της είχε τρία κοσμηματοπωλεία στην πόλη. Η Bella ήταν το μικρότερο παιδί της οικογένειας. Φοίτησε στο τοπικό γυμνάσιο, βραβευόμενη κάθε χρόνο με επαίνους για την εξαιρετική της απόδοση. Συνέχισε τις σπουδές της σε ένα από τα πιο φημισμένα κολέγια θηλέων της Μόσχας, όπου σπούδασε ιστορία, φιλοσοφία και λογοτεχνία. Αργότερα διδάχτηκε την τέχνη της υποκριτικής, στο περίφημο Studio του Stanislavsky.
«…Εντυπωσιάστηκα από τα μάτια του, ήταν τόσο γαλάζια όσο ο ουρανός. Είχε ασυνήθιστα μάτια, δεν έμοιαζαν με κανενός άλλου. Δεν είχα ξαναδεί τέτοια μάτια παρά μόνο σε εικονογραφήσεις παραμυθιών με θηρία. Το στόμα του ήταν πάντα μισάνοιχτο, σαν να ήθελε να πει κάτι ή σαν να ετοιμαζόταν να δαγκώσει με τα μυτερά, λευκά του δόντια. Όλες του οι κινήσεις θύμιζαν αρπακτικό… Τι να σκέπτεται άραγε; Βλέπω αυτή τη βαθειά, κάθετη ρυτίδα στη μέση του μετώπου του. Με πλησιάζει, χαμηλώνω το βλέμμα, δεν μιλά κανείς μας, ακούμε μόνο τον δυνατό χτύπο της καρδιάς μας… Το πρόσωπό του ζει μέσα μου, σαν δεύτερο εγώ μου, η φωνή του αντηχεί στ’ αυτιά μου. Συνάντησα καλλιτέχνες και στο παρελθόν, αλλά κανείς τους δεν έμοιαζε με αυτόν…»
Η δεύτερη συνάντηση των δύο νέων έγινε στη γέφυρα της πόλης. Ο Marc και η Teja με το σκυλάκι της έκαναν τη βόλτα τους, όταν συνάντησαν τη Bella.
«…Μου μιλάει με τόση οικειότητα, σαν να συναντιόμαστε κάθε μέρα. Δεν με φοβίζει, έχει μιαν ήρεμη, αυτοελεγχόμενη φωνή. Τα σγουρά του μαλλιά προβάλλουν κάτω από το καπέλο του. Περπατάμε παρέα, δεν είναι τόσο τρομακτικός όσο φαντάστηκα στην αρχή, αλλά δείχνει τόσο δυνατός και στιβαρός, σαν να αντλεί τη δύναμή του από ένα ατσαλένιο ποτάμι..»
«…Ήταν τόσο ήρεμα όλα πριν. Έζησα στην ασφάλεια και τη γαλήνη του σπιτιού μας, διάβαζα βιβλία, απέφευγα τους ανθρώπους σαν να ήταν κακά πνεύματα. Και έφτασε η εμφάνιση αυτού του άντρα για να τελειώσει οριστικά η ηρεμία μου…».
Η Bella συμφωνεί να ποζάρει γυμνή για το νεαρό ζωγράφο και είναι το μοναδικό μοντέλο, στη μακριά ζωή του Chagall, με το οποίο ο ίδιος είχε στενότερες σχέσεις.
Η 25η Ιουλίου του 1915, μπορεί να είναι μια βροχερή μέρα για το Vitebsk, για το Marc και τη Bella, όμως, είναι η αρχή μιας ολόκληρης ζωής. Η τελετή έγινε σύμφωνα με το χασιμίτικο τυπικό κι ενώ ο αρχιραβίνος της πόλης τους ένωνε με τα δεσμά του γάμου, το ζευγάρι ήδη ονειρευόταν να φύγει για να μείνει, επιτέλους, μόνο του.
Η Bella είναι η μόνη που έχει πρόσβαση στον γεμάτο χρώματα και σχήματα κόσμο του Marc. Είναι στην κυριολεξία ένα ονειρεμένο ζευγάρι. Το φανταστικό νησί της ευτυχίας τους παραμένει άθικτο παρ’ όλους τους… βομβαρδισμούς: Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, έντονος αντισημιτισμός στη ρωσική πατρίδα, Οκτωβριανή Επανάσταση, εξορία στη Γαλλία και στις ΗΠΑ, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος.
Ήδη, πριν το γάμο του, ο Marc έχει πάει στο Παρίσι και έχει προλάβει να γνωρίσει και να συνδεθεί με τους avant-garde ποιητές Blaise Cendrars, Max Jacob και Guillaume Apollinaire, καθώς και με αρκετούς νεαρούς καλλιτέχνες που έμελλε να γίνουν διάσημοι: τον εξπρεσσιονιστή Chaim Soutine, τον αφηρημένο Robert Delaunay και τους κυβιστές Albert Gleizes, Jean Metzinger, Fernand Léger καιAndré Lhote. Σε μια τέτοια συντροφιά οποιαδήποτε ζωγραφική τολμηρότητα χαιρετιζόταν με ενθουσιασμό. Ήταν εκεί και τότε που ο Chagall ξεδίπλωσε και ανέπτυξε το ταλέντο του που είχε ήδη φανεί από τη Ρωσία.
Η Επανάσταση του Οχτώβρη του 1917, τον βρίσκει θερμό υποστηρικτή. Αναλαμβάνει κομισάριος τέχνης στην περιοχή του Vitebsk και ξεκινά να θέσει σε εφαρμογή τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του για τη δημιουργία μιας τοπικής ακαδημίας και μουσείου. Όμως, ύστερα από δυόμισι χρόνια έντονης δραστηριότητας, που σημαδεύτηκε από διαρκώς αυξανόμενη πικρή αισθητική και πολιτικές διαφωνίες, εγκαταλείπει τη θέση του και μετακομίζει στη Μόσχα, όπου δραστηριοποιείται για λίγο στο χώρο του θεάτρου, σχεδιάζοντας σκηνικά και κοστούμια για τα έργα του εβραίου συγγραφέα Sholem Aleichem. Επίσης ζωγραφίζει τις τοιχογραφίες στο θέατρο Kamerny. Το 1922, ο Marc και η Bella εγκαταλείπουν τη Ρωσία για πάντα. Περνούν ένα χρόνο στο Βερολίνο (όπου έμαθε και την τεχνική της χαρακτικής), για να εγκατασταθούν στη συνέχεια στο Παρίσι, μαζί με τη μικρή τους κόρη Ida.
Με το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, μετακομίζουν στην περιοχή του Λίγηρα, στη Γαλλία, και στη συνέχεια, καθώς η ναζιστική λαίλαπα εξαπλώνεται και η απειλή της γίνεται εξαιρετικά αισθητή για όλους τους εβραίους της Ευρώπης, πάνε όλο και πιο νότια. Τελικά, το 1941, ο Marc και η οικογένειά του βρίσκουν καταφύγιο στις ΗΠΑ. Περνούν τα περισσότερα από τα χρόνια που ακολουθούν στη Νέα Υόρκη και τα περίχωρά της.
Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1944, κατά τη διάρκεια διακοπών, η Bella αρρωσταίνει με ίωση. Παρότι φτάνει εγκαίρως στο νοσοκομείο, για ανεξήγητους λόγους δεν γίνεται δεκτή και η κατάστασή της επιδεινώνεται. Πεθαίνει τελείως αναπάντεχα, έχοντας ζήσει 30 χρόνια στο πλευρό του Chagall.
Ο θάνατος της αγαπημένης του μούσας, βυθίζει τον Marc στην απελπισία. Η απώλειά της βάζει φωτιά στις αναμνήσεις του και τα μοτίβα της ζωγραφικής της εποχής του Vitebsk ξανακάνουν την εμφάνισή τους. Η Bella επανέρχεται στους πίνακες σαν νύφη-φάντασμα (Around Her, The Wedding Candles, Nocturneκ.α.).
Το 1948 εγκαθίσταται εκ νέου στη Γαλλία, αρχικά στο Παρίσι και κατόπιν στη Γαλλική Ριβιέρα, κοντά στο Saint-Paul. Το 1952 παντρεύεται τη Vana Brodsky και μπορούμε να πούμε πως αρχίζει, σε ηλικία 65 ετών, μια δεύτερη καριέρα. Μεταξύ των ετών 1953 και 1956, χωρίς να λησμονά τις επιρροές του Vitebsk, δημιουργεί μια σειρά έργων, στα οποία φαίνεται έντονα η στοργή του για το Παρίσι.
Τα χρόνια που ακολουθούν, και παρά την προχωρημένη του ηλικία, ο Chagall θα καταπιαστεί με πολλά: ζωγραφική, χαρακτική, τοιχογραφίες, σκηνικά, κοστούμια, εκθέσεις, διδασκαλία. Θα φύγει για να συναντήσει τη Bella στις 28 Μαρτίου του 1985, σχεδόν εκατοχρονίτης.
Πηγή: ninacouletaki
Δείτε εδώ περισσότερους πίνακες του Μαρκ Σαγκάλ – Marc Chagall (1887-1985)
Αντικλείδι , http://www.antikleidi.com/
Συναφές:
Ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα της σύγχρονης επιστήμης είναι ότι ενώ συνθέτει μια ηγεμονική κουλτούρα,…
Από όλες τις προφητικές γνώσεις που μπορεί να βρει κανείς στο κλασικό μυθιστόρημα του Όργουελ,…
Το 1784, σε ένα δοκίμιό του με τίτλο αυτή την ερώτηση: "Was ist Aufidarung?", ο…
Υπάρχουν δύο απαραίτητα στοιχεία για τη γνώση: το υποκείμενο της γνώσης (ο γνωρίζων, ή ο…
Ένα μικρό αφιέρωμα στον συγγραφέα και ψυχολόγο Daniel Kahneman που διακρίθηκε για το έργο του…
Για κάποιους είναι τόσο εύκολο να ερωτευτούν με μια ιδέα όσο και έναν άνθρωπο. Οι…