Τι έχει γράψει ο Νταβούτογλου στο βιβλίο του για το Κυπριακό;

cyprus


Στο βιβλίο του Το στρατηγικό βάθος. Η διεθνής θέση της Τουρκίας” ο Αχμέτ Νταβούτογλου γράφει τα εξής για το Κυπριακό:

Το στρατηγικό αδιέξοδο της Τουρκίας: Το Κυπριακό

Η Κύπρος, που κατέχει μία κεντρική θέση παγκοσμίως από την άποψη της ίσης σχεδόν απόστασης που απέχει από την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, βρίσκεται μαζί με την Κρήτη πάνω σε έναν άξονα όπου τέμνονται και οι υδάτινες αρτηρίες. Η Κύπρος που βρίσκεται μεταξύ των Στενών, που χωρίζουν την Ασία από την Ευρώπη, και της διώρυγας του Σουέζ, η οποία χωρίζει την Ασία από την Αφρική, επέχει επίσης τόπο μιας σταθερής βάσης και αεροπλανοφόρου που είναι σε θέση να ελέγχει τις περιοχές του Περσικού κόλπου και της Κασπίας και τις υδάτινες αρτηρίες του Άντεν και του Ορμούζ, οι οποίες αποτελούν τις σημαντικότερες υδάτινες περιοχές που συνδέουν Ευρασία και Αφρική. Δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει τη στρατηγική θέση της Κύπρου λόγω της οποίας οι Άγγλοι, των οποίων η μεγαλοπρεπής αποικιακή περίοδος έχει παρέλθει, αποφάσισαν μέχρι σήμερα να διατηρούν σ’ αυτή στρατιωτική βάση αλλά και το γεγονός ότι το νησί κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου αποτέλεσε πεδίο θερμότατων κρίσεων.

Μια χώρα που παραμελεί την Κύπρο δεν είναι δυνατόν να έχει έναν αποφασιστικό λόγο στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές. Δεν μπορεί να είναι δραστήρια στις παγκόσμιες πολιτικές, διότι αυτό το μικρό νησί κατέχει μία θέση που μπορεί να επηρεάσει άμεσα τους στρατηγικούς συνδέσμους μεταξύ της Ασίας και της Αφρικής, της Ευρώπης και της Αφρικής και της Ευρώπης και της Ασίας. Και δεν μπορεί να είναι δραστήρια στις περιφερειακές πολιτικές, διότι η Κύπρος με την ανατολική της άκρη ομοιάζει με ένα βέλος στραμμένο προς τη Μέση Ανατολή και με τη δυτική της άκρη συγκροτεί τον θεμέλιο λίθο των στρατηγικών ισορροπιών της Ανατολικής Μεσογείου, των Βαλκανίων και της Βόρειας Αφρικής.

Η στρατηγική αυτή θέση, που είναι εξαιρετικά σημαντική ανεξάρτητα από τις ιδιότητες στις προηγούμενες περιόδους, κατά τη μεταψυχροπολεμική περίοδο απέκτησε νέα στοιχεία με την εμφάνιση νέων ισορροπιών. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ είχε ως αποτέλεσμα να αναδυθεί το θέμα των εναλλακτικών οδών στον ενεργειακό και εμπορικό άξονα, που ξεκινάει από την Κεντρική Ασία και φτάνει στην Ευρώπη, όπως η Δυτική Ασία, η Ανατολική Μεσόγειος και η Νότια Ασία. Η Κύπρος βρίσκεται ως σταθερή παράμετρος πάνω σε αυτή τη διαδρομή είτε αυτοί οι νέοι άξονες ακολουθήσουν μία άμεση διαδρομή προς τον κόλπο της Αλεξανδρέττας και την Ανατολική Μεσόγειο είτε μία έμμεση διαδρομή μέσω της Νότιας Ασίας, του Άντεν και του Σουέζ ή εναλλακτικά μέσω του Εύξεινου Πόντου και των Στενών, για να καταλήξουν στη Μεσόγειο.

Η Γερμανία, η οποία έχει συμφέροντα μαζί με τη Ρωσία στο να διέρχεται η σύνδεση Κεντρικής Ασίας-Ευρώπης βόρεια του Εύξει-νου Πόντου, επέδειξε προθυμία στο θέμα της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ, η οποία κατά κάποιο βαθμό ερμηνεύεται ως προσπάθεια να αποκτήσει ένα στρατηγικό προβάδισμα στον νότιο άξονα, όπου μειονεκτεί έναντι των ΗΠΑ. Η Ευρώπη, που με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θα αυξήσει τον έλεγχό της πάνω στον κόλπο της Αλεξανδρέττας και στην έξοδο της Ανατολικής Μεσογείου, ταυτόχρονα θα αποκτήσει και μία θέση που θα της επιτρέπει να μετέχει στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Αν αναλογιστεί κανείς και το γεγονός ότι τα πετρέλαια της Μοσούλης και της Σαουδικής Αραβίας κατευθύνονται επίσης στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι ολοφάνερο ότι η κεντρική θέση που κατέχει αυτή η περιοχή από την άποψη των ενεργειακών αξόνων της θα αποτελέσει στο μέλλον τη βασικότερη παράμετρο του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Δεν είναι σε καμία περίπτωση σύμπτωση και υποκρύπτει στοιχεία παγκόσμιου ανταγωνισμού το ότι, ενώ το θέμα της οδικής ασφάλειας στην Ανατολική Μικρά Ασία έχει εισέλ-θει σε μία φάση επίλυσης, που σημαίνεται απ’ την εξάλειψη του Παράγοντα ΡΚΚ, την ίδια περίοδο ο πετρελαιαγωγός Μπακού-Τζεϊχάν βγαίνει στο προσκήνιο, ενώ ταυτόχρονα κορυφώνεται η ένταση με τον σχεδίασμά της εγκατάστασης πυραύλων S-300 στην Κύπρο σε περιοχή ακριβώς απ’ όπου θα εξέλθει το πετρέλαιο από τον κόλπο της Αλεξανδρέττας.

cyprus2Ένα άλλο σημαντικό πεδίο στο οποίο τέμνονται ο παγκόσμιος ανταγωνισμός και οι περιφερειακές πολιτικές είναι ο ανταγωνισμός άσκησης επιρροής στη Μέση Ανατολή και στα Βαλκάνια, των οποίων τα πεπρωμένα συνδέθηκαν μεταξύ τους περισσότερο στις συγκυρίες της μεταψυχροπολεμικής περιόδου. Αναπτύσσεται έτσι σημαντική αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των δύο περιοχών, οι οποίες στο πλαίσιο της δομής του διπολικού συστήματος του Ψυχρού πολέμου φαίνονταν να είναι ασύνδετες. Οι κρίσεις που λαμβάνουν χώρα στη Μέση Ανατολή αντανακλώνται στα Βαλκάνια, ενώ οι ισορροπίες των Βαλκανίων επηρεάζουν πιο άμεσα τη Μέση Ανατολή. Η είσοδος της Γιουγκοσλαβίας στη διαδικασία της διάλυσης την επαύριον του πολέμου του Κόλπου και η δημιουργία νέων ισορροπιών στα Βαλκάνια ως αποτέλεσμα των αναζητήσεων νέων συμμαχιών στη Μέση Ανατολή είναι ορισμένα σημεία αυτής της αλλαγής. Ο παραλληλισμός, για παράδειγμα, Τουρκίας-Ισραήλ και Ελλάδας-Συρίας είναι αποτέλεσμα της αντανάκλασης των τεταμένων τουρκοελληνικών σχέσεων που διαδραματίζονται στα Βαλκάνια αλλά και στη Μέση Ανατολή. Η Ανατολική Μεσόγειος στις σχέσεις αυτές εμφανίζεται ως ένας νέος χώρος με δικές του εσωτερικές ισορροπίες, ενώ χάνουν την έννοιά τους οι κλασικοί διαχωρισμοί που αποκόπτουν τη Μέση Ανατολή από τις περιφέρειες που την περιβάλλουν.

Αυτός ο τρόπος αμοιβαίας αλληλεπίδρασης των περιοχών καθιστά τις μεταψυχροπολεμικές ισορροπίες, που εξελίσσονται ήδη μέσα σε εξαιρετικά δυναμικές συνθήκες, ακόμη πιο ευαίσθητες αναγκάζοντας τα μέρη να ακολουθήσουν μία ευέλικτη διπλωματία σε ένα ολισθηρό πεδίο. Δεν υπάρχουν πια ως ανεξάρτητες μία βαλκανική πολιτική και μία μεσοανατολική πολιτική από την άποψη τόσο των παγκόσμιων όσο και των περιφερειακών ισορροπιών αλλά μία μεσανατολική-βαλκανική πολιτική, η οποία αναπτύσσεται με επίκεντρο την Ανατολική Μεσόγειο, όπου η Κύπρος συνιστά το βασικότερο εργαλείο της. Αποτέλεσμα αυτής της εξελισσόμενης στρατηγικής θέσης είναι τη στιγμή που η ΕΕ προσπαθεί να εντάξει στους κόλπους της την Κύπρο να συμβαίνουν τόσο οι περιοδικού χαρακτήρα νέες ειρηνευτικές πρωτοβουλίες των ΗΠΑ όσο και η επεξεργασία ενός νέου ειρηνευτικού σχεδίου παράλληλα με την προσπάθεια της Ρωσίας να αποστείλει στην περιοχή πυραύλους S-300, εγχείρημα που κορύφωσε την ένταση.


Η αιφνίδια μετατροπή του Κυπριακού, που αποτελεί το χρονίζον ζήτημα των τουρκοελληνικών σχέσεων, σε μία από τις βασικές παραμέτρους των τουρκορωσικών σχέσεων βάσει του σχεδίου εγκατάστασης ρωσικών πυραύλων στην Κύπρο σχετίζεται άμεσα με αυτή την πολύπλευρη στρατηγική θέση του νησιού. Οι προσπάθειες αποσταθεροποίησης της Ανατολικής Μεσογείου και η εμφάνιση νέων εντάσεων στην περιοχή θα εξασφαλίσει στη Ρωσία ένα διπλωματικό πεδίο ελιγμού στο θέμα της περιοχής του πετρελαίου της Κασπίας και των οδών μεταφοράς του.

Η Τουρκία παρουσιάστηκε κατά κύριο λόγο με δύο επιχειρήματα ενάντια στην άποψη της μεταφοράς των πετρελαίων της Κασπίας μέσω του ρωσικού λιμανιού Νοβοροσίσκ. Το ένα από αυτά ήταν η επικίνδυνη αύξηση της κίνησης στα Στενά, ενώ το άλλο σχετιζόταν με τις πολιτικές εντάσεις στον Καύκασο, που βρισκόταν πάνω στη διαδρομή μεταφοράς του πετρελαίου. Η Ρωσία κερδίζοντας χρόνο πάγωσε την κρίση στην Τσετσενία και με μία διπλωματική αντεπίθεση, η οποία στηρίχτηκε στην πώληση πυραύλων στην Κύπρο, έκανε ένα βήμα ενισχυτικό της άποψης ότι υφίσταται κάποιο ζήτημα ανασφάλειας στον άξονα Μπακού-Τζεϊχάν που πρότεινε η Τουρκία.

Η μείωση στις τρομοκρατικές δραστηριότητες του ΡΚΚ, που παρατηρήθηκε στην Ανατολική Μικρά Ασία, είχε εξασθενίσει το γενικό επιχείρημα της Ρωσίας που βασιζόταν στην προβληματική ασφάλεια της δια ξηράς διαδρομής του αγωγού Μπακού-Τζεϊχάν. Μία νέα ενδεχόμενη κρίση με επίκεντρο την Κύπρο στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου ανοίγεται το λιμάνι του Τζεϊχάν, με αφορμή την πώληση των πυραύλων θα οπλίσει τη Ρωσία με ένα επιπλέον σημαντικό πλεονέκτημα. Η Ρωσία σε κάθε νέα πρωτοβουλία για τη μεταφορά των πετρελαίων της Κασπίας, που θα αφορά την Τουρκία, θα επιχειρήσει να προβάλει έναντι της το χαρτί της Κύπρου προξενόντας με αυτό αστάθεια στην Ανατολική Μεσόγειο. Κάθε νέα ένταση και ενδεχόμενο πολέμου που μπορεί να προκύψει στην Κύπρο θα επηρεάσει αρνητικά τη στρατηγική θέση της Τουρκίας σε ό,τι έχει σχέση προς τον άξονα Μπακού-Τζεϊχάν. Αυτή η εξίσωση αποτελεί ίσως ένα από τα πιο δραματικά παραδείγματα της ενδοπεριφερειακής αλληλεπίδρασης.

Στο πλαίσιο αυτό το Κυπριακό δεν είναι ούτε ένα συνηθισμένο τουρκοελληνικό εθνοτικό ζήτημα ούτε απλώς μία χρονίζουσα τουρκοελληνική ένταση. Η Τουρκία, που κατέχει μία θέση που επηρεάζεται άμεσα από όλες αυτές τις ισορροπίες, είναι υποχρεωμένη να αξιολογήσει την επί του Κυπριακού πολιτική της έξω από το περιορισμένο πλαίσιο των τουρκοελληνικών σχέσεων. Το Κυπριακό μετατρέπεται με μία συνεχώς αυξανόμενη ταχύτητα σε ένα ζήτημα Ευρα-σίας και Μέσης Ανατολής-Βαλκανίων (Δυτικής Ασίας-Ανατολικής Ευρώπης). Η πολιτική επί του Κυπριακού πρέπει να τεθεί σε ένα νέο στρατηγικό πλαίσιο, σύμφωνο προς το ήδη διαμορφωμένο νέο (διεθνές) στρατηγικό πλαίσιο.

Η σημασία του Κυπριακού από την οπτική της Τουρκίας μπορεί να μελετηθεί κατά βάση σε δύο κύριους άξονες.

Ο πρώτος προκύπτει από την ιστορική ευθύνη της Τουρκίας για την εμπέδωση της ασφάλειας της μουσουλμανικής τουρκικής κοινότητας της νήσου και είναι ένας άξονας που έχει κοινωνικό χαρακτήρα. Με τη μείωση των εδαφών του Οθωμανικού κράτους, πάντα μία από τις βασικές παραμέτρους της οθωμανοτουρκικής εξωτερικής πολιτικής υπήρξε η ασφάλεια και η συνέχεια των μουσουλμανικών στοιχείων που παρέμειναν στα εγκαταλειφθέντα εδάφη. Το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός κύματος που θα ξεκινήσει από μία περιοχή λόγω ανικανότητας ή αδυναμίας της Τουρκίας και θα επεκταθεί σε άλλες καθιστά αναγκαία μία κατάσταση γενικότερης επιφυλακής και επαγρύπνησης. Μία ενδεχόμενη αδυναμία, που θα μπορούσε να ανα-κύψει αναφορικά προς την ασφάλεια και την προστασία της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου, εμπεριέχει τον κίνδυνο να εξαπλωθεί κατά κύματα στη Δυτική Θράκη και στη Βουλγαρία -και ακόμη και στο Αζερμπαϊτζάν και στη Βοσνία. Γι’ αυτό τον λόγο η προστασία της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο από την άποψη της εν λόγω κοινότητας αλλά και από την άποψη του μέλλοντος των λοιπών κοινοτήτων, οι οποίες συνιστούν οθωμανικά κατάλοιπα.

Ο δεύτερος σημαντικός άξονας του Κυπριακού ζητήματος είναι η σημασία της γεωγραφικής θέσης του νησιού από γεωστρατηγική άποψη. Ο άξονας αυτός καθ’ εαυτόν είναι ζωτικής σημασίας ανεξάρτητα από το ανθρώπινο στοιχείο που βρίσκεται εκεί. Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα Κυπριακό ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου. Όπως τα Δωδεκάνησα, όπου δεν υπάρχει πλέον ένας επαρκής τουρκικός πληθυσμός, εξακολουθούν να διατηρούν τη σημασία τους για την Τουρκία και όπως οι ΗΠΑ, παρόλο που δεν έχουν καμία πληθυσμιακή προέκταση προς την Κούβα και τα υπόλοιπα νησιά της Καραϊβικής, ενδιαφέρονται άμεσα γι’ αυτά, έτσι και η Τουρκία είναι υποχρεωμένη από στρατηγική άποψη να ενδιαφέρεται για την Κύπρο πέραν του ανθρώπινου παράγοντα.

Η γεωστρατηγική αυτή σημασία έχει και δύο σημαντικές διαστάσεις.

Η πρώτη είναι η στενής κλίμακας στρατηγική σημασία, η οποία σχετίζεται με τις ισορροπίες Τουρκίας-Ελλάδας και της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου -Ρωμαίικη Διοίκηση της Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κατάσταση αυτή εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια κατά τον πιο δραματικό τρόπο στην περίπτωση της κρίσης των πυραύλων. Το θέμα των πυραύλων, που προορίζονταν να εγκατασταθούν στην Κύπρο, εμπεριείχε τον κίνδυνο η στρατιωτική δυναμική της Ελληνοκυπριακής* συμμαχίας να αποκτήσει την ισχύ να απειλήσει τις περιοχές της Μικρός Ασίας πέραν από τα σημεία πρόσβασης που έχουν τα νησιά του Αιγαίου. Συνεπώς, το θέμα πέρα από την ασφάλεια (των Τούρκων και των τουρκικών στρατευμάτων) της Κύπρου προσέλαβε στρατηγικής σημασίας διαστάσεις, δεδομένου ότι μία τέτοια απειλή, που θα κάλυπτε την περιοχή της νότιας και κεντρικής Μικράς Ασίας, με την παροχή άμεσης ή έμμεσης υποστήριξης από την Αρμενία, τη Ρωσία και τη Συρία θα είχε ως αποτέλεσμα να μην απομένει καμία ασφαλής περιοχή στην Τουρκία. Μία τέτοια πιθανότητα απειλής αποδεικνύει για μία ακόμη φορά τη σημασία της Κύπρου, που έχει την ιδιότητα να είναι ένα είδος πλωτής βάσης, για τη συνολική ασφάλεια της χερσονήσου της Μικράς Ασίας.

Η δεύτερη διάσταση της γεωστρατηγικής σημασίας είναι η ευρείας κλίμακας στρατηγική σπουδαιότητα η οποία σχετίζεται με τη θέση που κατέχει η νήσος για τις περιφερειακές και παγκόσμιες στρατηγικές. Καμία παγκόσμια και περιφερειακή δύναμη που κάνει στρατηγικούς υπολογισμούς στη Μέση Ανατολή, στην Ανατολική Μεσόγειο, στο Αιγαίο, στη διώρυγα του Σουέζ, στην Ερυθρά θάλασσα και στον Περσικό κόλπο δεν μπορεί να παραμελήσει την Κύπρο. Η Κύπρος βρίσκεται σε μία τόσο εγγύς απόσταση σε όλες αυτές τις περιοχές, ώστε να έχει την ιδιότητα μίας παραμέτρου η οποία είναι σε θέση να επηρεάζει άμεσα όλες μαζί. Η Τουρκία πρέπει να βλέπει το στρατηγικό πλεονέκτημα που απέκτησε στο θέμα αυτής της παραμέτρου τη δεκαετία του 1970 όχι ως στοιχείο μίας αμυντικής κυπριακής πολιτικής που προσανατολίζεται στη φύλαξη του ισχύοντος καθεστώτος αλλά ως ένα από τα διπλωματικού χαρακτήρα βασικά στηρίγματα μιας επιθετικής στρατηγικής θάλασσας. Στο πλαίσιο αυτό η Κύπρος έχει μία ιδιαίτερη σημασία ως στοιχείο-κλειδί μίας γενικής στρατηγικής θάλασσας, που σχετίζεται με τη θαλάσσια περιοχή που περικλείεται από τον άξονα Κασπία-Εύξεινος Πόντος-Στενά-Αιγαίο πέλαγος-ανατολική Μεσόγειος-Σουέζ-Περσικός κόλπος.*

* Σ.τ.μ.: Ο συγγραφέας ακολουθώντας πιστά την επίσημη τουρκική γραμμή αποκαλεί τους Έλληνες της Κύπρου «Ρωμιούς», δηλαδή χριστιανούς ορθόδοξους. Το αντίστοιχο για τους «Τούρκους» είναι «μουσουλμάνοι».

davutoglou

by Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Συναφές: 

Tι λένε οι Τούρκοι για τους Έλληνες και το αιγαίο;

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

1 σχόλιοΣχολιάστε

  • Με αφορμή το πόνημα του ήδη πρωθυπουργού της γείτονος παρατηρούμε πόσο αξιοποίησε η Τουρκία το στρατοκρατικό της καθεστώς όλα αυτά τα χρόνια ώστε παρά τις εσωτερικές ισχυρές πληθυσμιακά μειονότητες να τις ελέγχει ή ακόμη και να τις χειρίζεται και παράλληλα να ενισχύεται διεθνώς οικονομικοστρατιωτικά ενώ αντίθετα εμείς χρησιμοποιήσαμε τη δημοκρατία μας για να βγάλουμε τα μάτια μας. Ο προγραμματισμός των αντιπάλων σε συνδυασμό με το δικό μας ξεπεσμό προδιαγράφει ζοφερό εθνικό μέλλον, αν δεν προστατέψουμε, τουλάχιστον, όσα διεθνή ερείσματα μας έχουν απομείνει και ιδίως τους διαχρονικά ειλικρινείς μας φίλους.

    (Ως προς τη σημείωση έχω να παρατηρήσω ότι ο συγγραφέας ναι μεν αναφερόμενος στους Ελληνοκύπριους γράφει για “Ρωμαίικη Διοίκηση” αλλά τη μειονότητα της Βόρειας Κύπρου την αναφέρει “Τουρκική Δημοκρατία”, όπως επίσης δεν παραλείπει να τονίζει την τουρκική εθνότητα των μουσουλμανικών “υπολειμμάτων” στα εδάφη της πρώην οθωμανικής αυτοκρατορίας. Όλα χρειάζονται προσοχή! Η προώθηση των επεκτατικών σχεδίων επιχειρείται ή δια της βίας ή εν ειρήνη λέξη – λέξη, βήμα-βήμα ακόμη και μυτίτσα – μυτίτσα).