Categories: Κοινωνία

Γυφτάκι

Περπατούσε μόνη, αγέρωχη, με κορμί περήφανο, το κεφάλι της ψηλά και πάνω του ένα πρόσωπο σοβαρό , πειθαρχημένο, ένα βλέμμα καθαρό, σταθερό που ούτε ο ήλιος δεν μπορούσε να λυγίσει.

Πάνω στο πεζοδρόμιο, ξυπόλητη με βήμα αυτόματο, στον νου της ένας χάρτης και τα πόδια της γυμνά την κρατούσαν όρθια να συνεχίζει από κει που ξεκίνησε. Σ ένα λιβάδι ηλιόλουστο, καταπράσινο, εγώ από πίσω της να την κοιτάζω να κρέμεται από ένα δέντρο και να φωνάζει κοίτα με, κοίτα με. Σπρώξε με κι άλλο να φτάσω πιο ψηλά. Κι όσο προσγειωνόταν ανώμαλα στο χώμα τόσο να θέλει να πετάξει ως τα σύννεφα μόνο για μια βουτιά. Και δεν την ένοιαζε αν λερωνόταν, δεν την πείραζε αν χτυπούσε.

Matisse -The Algerian Woman

Περπατούσε κάθε στιγμή στον ξύπνιο της σε δρόμους που οδηγούσαν σ όνειρα που ξεχνούσε και την έβλεπα να σκιάζεται γι αυτό αλλά δεν προδώθηκε ποτέ από τη μνήμη της. Μόνο έκλαιγε κάθε πρωί που έπρεπε τον ίδιο δρόμο να διανύσει. Έκλαιγε που μόνο όταν κοιμόταν έφτανε στο τέρμα του. Κι εκεί γυρνούσε μόνη άσκοπα σε καιρούς ασήμαντους με βλέμμα καθαρό και την γη στα πέλματά της. Τότε ήταν που την έχασα για χρόνια ώσπου την βρήκα ξαφνικά σ αλλονών τυχαίες επιθυμίες. Να χαίρεται κοροιδεύοντάς με. Να με λυπάται ακόμα κι όταν χόρευα. Να με πληγώνει η ύπαρξή της. Και για ντροπή να στέλνει τη σιωπή της να με μαλώνει. Δε μου μιλούσε κι έφευγε κι εγώ όλο να την κυνηγάω και να την βρίσκω πάντα να περπατά σε κάρβουνα, να φλέγονται κι αυτή να χαίρεται που καιγόταν. Έτσι περπατούσε και περπατούσε.

Matisse. Woman before Aquarium

Την είδα σε μια πόλη στο κέντρο να ψάχνει τον καθρέφτη της. Κι όταν τον έβρισκε έχανε την ομορφιά της. Απελπισμένη. Σαν ψάρι πιασμένο σε δίχτυα να σπαρταράει για λίγη ανάσα ακόμα.  Εγώ μπροστά από τότε να γυρνάω πίσω να κοιτάζω και να την βλέπω να ταξιδεύει περπατώντας. Με βήμα αργό να φτάνει ως την θάλασσα να θέλει να βουτηχτεί ως την κορυφή  κι εμένα να με παρακαλάει να αφήσω να βραχεί κι η φτέρνα της. Με τη νύχτα για μαγιό, ρουφούσε τόση θάλασσα που ναυαγούσε σε στεριές που την περίμενα εγώ, σωσίβιό της. Να τη σηκώσω ξανά να περπατήσει μόνη ανάμεσα σε θηρία άγρια που ούτε να την αγγίξουν δεν τολμούσαν. Την ξανάχασα την ξαναβρήκα και το κρυφτό πότε δεν σταματά χωρις κυνηγητό.

Και να τη ξανά τώρα μπροστά μου. Αγέρωχη όπως τη θυμάμαι. Περήφανη όπως ήταν πάντοτε. Μόνη, με γυμνά τα πόδια, ξυπόλητη κι ούτε ο ήλιος δεν την έκαιγε.

Ύπερος

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Συναφές: 

Άλλα άρθρα του ιδίου εδώ

Αντικλείδι

Οι διαχειριστές του blog

Share
Published by
Αντικλείδι

Recent Posts

Σύγχρονη επιστήμη και αγνωσιολογία

Ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα της σύγχρονης επιστήμης είναι ότι ενώ συνθέτει μια ηγεμονική κουλτούρα,…

5 days ago

Η άγνοια δεν είναι δύναμη: Tι μας λέει το 1984 του Τζορτζ Όργουελ για τις ψεύτικες ειδήσεις

Από όλες τις προφητικές γνώσεις που μπορεί να βρει κανείς στο κλασικό μυθιστόρημα του Όργουελ,…

2 weeks ago

Τόλμα να γνωρίζεις. Τι είναι ο Διαφωτισμός;

Το 1784, σε ένα δοκίμιό του με τίτλο αυτή την ερώτηση: "Was ist Aufidarung?", ο…

2 weeks ago

Τάσος Λιόλιος – Επιστημονική γνώση

Υπάρχουν δύο απαραίτητα στοιχεία για τη γνώση: το υποκείμενο της γνώσης (ο γνωρίζων, ή ο…

2 weeks ago

Ένα μικρό αφιέρωμα στον Daniel Kahneman

Ένα μικρό αφιέρωμα στον συγγραφέα και ψυχολόγο Daniel Kahneman που διακρίθηκε για το έργο του…

4 weeks ago

Οι κίνδυνοι της εθελοτυφλίας

Για κάποιους είναι τόσο εύκολο να ερωτευτούν με μια ιδέα όσο και έναν άνθρωπο. Οι…

2 months ago