Πάμε πιο βαθιά.
Καρχαρίες υπάρχουν ακόμα κι εκεί όπου δεν μπορεί να διεισδύσει το ηλιακό φως. Οι λευκοί καρχαρίες φτάνουν σε βάθη άνω των 1.000 μέτρων. Ο έξαγχος ή καρχαρίας-αλέτρι (Hexanchus griseus) νιώθει τέλεια στα δύο χιλιόμετρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Δεν χρειάζεται όμως να κατέβουμε τόσο χαμηλά. Ακόμα και λίγες εκατοντάδες μέτρα κάτω από τον υδάτινο ορί ζοντα είναι τόσο σκοτεινά, που έχουμε κάθε λόγο να γουρλώνουμε τα μάτια μας.
Όχι από τη μαυρίλα.
Από το φως.
Φανταστείτε πως οδηγείτε σε μια θεοσκότεινη νύχτα. Ας πούμε ότι γυρίζετε από κάποιο πάρτι, όπου υπήρχε άφθονο ποτό άλλα όχι αρκετό φαγητό. Κατευθύνεστε λοιπόν προς το επόμενο MacDonald’s και προσφέρετε στον εαυτό σας ένα χάμπουργκερ κομπλέ με τυρί, μαγιονέζα και όλα τα συναφή. Έπειτα παίρνετε πάλι το δρόμο της επιστροφής και λάμπετε. Αν λάμπετε λέει! Φέγγετε, για την ακρίβεια φέγγει το χάμπουργκερ μέσα από την κοιλιά σας. Γίνεστε ξαφνικά ορατός από μακρινή απόσταση. Ξέχασα να αναφέρω ότι είστε διαφανής (εντάξει, σίγουρα μας έχει στρίψει).
Το σκηνικό βέβαια δεν είναι και τόσο τρελό όσο ακούγεται. Τουλάχιστον όχι στο βυθό. Εκεί υπάρχουν πολλοί που λάμπουν – και όσοι έχουν φαγωθεί και όσοι όχι.
Τα ανώτερα 200 μέτρα της θάλασσας ονομάζονται ευφωτική ή φωτεινή ζώνη. Εδώ είναι δυνατή η φωτοσύνθεση, παρόλο που η μετατροπή του ηλιακού φωτός υποχωρεί αισθητά από τα 40 μέτρα βάθος και κάτω. Σε έναν τροπικό κοραλλιογενή ύφαλο, για παράδειγμα, οι δραστηριότητες των ζωοξανθέλλων δεν επαρκούν ακόμα και σε μικρότερο βάθος για να αναπτυχθούν οι πολύποδες των κοραλλιών. Παρ’ όλα αυτά, η ευφωτική ζώνη θεωρείται συνολικά το εργοστάσιο οξυγόνου των ωκεανών.
Τα χρώματα, αντίθετα, εξαφανίζονται μέσα στο νερό μετά από λίγα μέτρα. Το νερό διαχέει και απορροφά τα φωτεινά κύματα και πρώτα τα μακρά. Έτσι, από τα 10 κιόλας μέτρα βάθος δεν βλέπουμε πια το κόκκινο. Το επόμενο που φιλτράρεται είναι το πορτοκαλί, μετά το κίτρινο και τελικά το πράσινο φως. Και το γαλάζιο χάνεται, συγκριτικά όμως αργά. Τα βραχέα κύματά του φτάνουν ως τα βαθιά. Το φως χάνει σχεδόν το 1,8 τοις εκατό της φωτεινότητάς του ανά μέτρο βάθους. Κάτω από τα 200 μέτρα βρίσκεται η δυσφωτική ζώνη. Στην πραγματικότητα, φως μπορεί να εντοπιστεί ακόμα και σε βάθος 1.000 μέτρων, με τόσο μικρή ένταση ωστόσο, που τα φωτόνια μετριούνται στα δάχτυλα. Κάτω από αυτήν εκτείνεται η αφωτική ή σκοτεινή ζώνη. Από εδώ και πέρα τίποτα πια δεν θυμίζει την ύπαρξη του Ήλιου.
Παρ’ όλα αυτά, πολλοί κάτοικοι της δυσφωτικής και της σκοτεινής ζώνης διαθέτουν εκπληκτική όραση. Ειδικά οι τελευταίοι δεν βλέπουν το ηλιακό φως, αντίθετα, μπορούν να δουν άλλα ζώα. Άλλοτε κάτι φέγγει μοναχικά στο βάθος κι άλλοτε αστράφτει σαν πυροτέχνημα. Η Μις Εξέλιξη δημιούργησε τους αληθινά μεγάλους φωστήρες μέσα στα βάθη των θαλασσών, χαρίζοντας σ’ αυτά τα παιδιά του αιώνιου σκότους έναν εντυπωσιακό ειδικό εξοπλισμό:
Βιοφωσφορισμός ή βιοφωταύγεια.
Γύρω στο 90 τοις εκατό του συνολικού φωτός που παράγεται βιολογικά είναι γαλάζιο. Όπως είδαμε ήδη, αυτό το μήκος κύματος φτάνει πιο μακριά από όλα. Παρεμπιπτόντως, ένα από τα πιο συναρπαστικά παραδείγματα βιοφωσφορισμού δεν παρατηρείται στο βυθό, αλλά στην επιφάνεια του νερού. Στο δεύτερο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. ο Έλληνας φυσικός επιστήμονας Αναξιμένης έκανε λόγο για μια μυστηριώδη λάμψη μέσα στη θάλασσα που έβγαζε ένα γαλαζοπράσινο φως μόλις κάποιος έβαζε το χέρι του στο νερό ή το έσκιζε με ένα κουπί. Αν κάποιος άνθρωπος πηδούσε τη νύχτα από ένα σκάφος, κατά μυστήριο τρόπο έλαμπε και ο ίδιος. Δύο χιλιετίες αργότερα το μυστήριο διαλευκάνθηκε, όταν εξέτασαν στο μικροσκόπιο δείγματα νερού που βρέθηκαν κορεσμένα με Noctiluca scintillans, Noctiluca miliaris και Pyrocystis noctiluca: δινομαστιγωτά (ή πυρροφύκη) μεγέθους 0,2-2 χιλιοστών που προωθούνται σαν μικροσκοπικά υποβρύχια χάρη σε περιστρεφόμενα μαστίγια. Αυτά τα μονοκύτταρα φύκη, όταν τα αγγίξουμε, εκπέμπουν ρυθμικά φωτεινά σήματα.
Μικροσκοπικές κινήσεις των κυμάτων αρκούν για να δώσουν στο ένζυμο λουσκρεράση των δινομαστιγωτών το έναυσμα για το σχηματισμό του υποκατάστατου λουσιφερίνη. Αυτή αντιδρά με το οξυγόνο. Το φως που δημιουργείται επισκιάζει στην κυριολεξία όλες τις λυχνίες, διότι η εκμετάλλευση της ενέργειας ανέρχεται στο 100 τοις εκατό – στο ηλεκτρικό φως είναι μόλις πέντε τοις εκατό. Εδώ βέβαια δεν παράγεται καθόλου θερμότητα. Τα φύκη παράγουν “ψυχρό φως. Σε τι έκταση, μας το αποκάλυψαν λήψεις από δορυφόρο στη θάλασσα έξω από τη Σομαλία. Σε μια επιφάνεια γύρω στα 15.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα το νερό έλαμπε επί τρεις νύχτες σαν μάργαρο, καθώς η φωτεινή περιοχή παρασυρόταν αργά από το ρεύμα. Η λάμψη των θαλασσών αποτελεί χαρακτηριστική ένδειξη ανθοφορίας των φυκών, της μαζικής δηλαδή παραγωγής φυτοπλαγκτόν σε νερά εξαιρετικά πλούσια σε θρεπτικά συστατικά. Οι εικόνες από τους δορυφόρους επομένως μας βοηθούν να κάνουμε διαπιστώσεις σχετικά με τα θαλάσσια ρεύματα που μεταφέρουν θρεπτικά υλικά.
Τι εξυπηρετεί λοιπόν το γαλάζιο θαύμα, που μερικές φορές γίνεται κίτρινο ή πράσινο; Δεν έχει καμιά αξία όσον αφορά στο φωτισμό του περιβάλλοντα χώρου σε ευρεία έκταση. Αυτό που οι άνθρωποι θεωρούν μια επιτυχημένη απόπειρα της Μις Εξέλιξης να μας διασκεδάσει περίλαμπρα υπηρετεί πιο πρακτικούς σκοπούς.
Πρόκειται για τους τρεις βασικούς κανόνες ζωής μέσα στο αιώνιο σκότος:
Ας καταπιαστούμε με τον κανόνα νούμερο ένα, δηλαδή με το πώς βρίσκουμε κάτι να τσιμπήσουμε χωρίς να κουνηθούμε από τη θέση μας. Κατά κανόνα, το φαγητό εξαφανίζεται αμέσως μόλις αντιληφθεί τον κυνηγό. Θα περιμέναμε λοιπόν τα αρπακτικά να εκτιμούν τη μαυρίλα του βυθού και να παραμένουν αόρατα.
Επειδή κάτι τέτοιο θα απέβαινε σε βάρος των κυνηγημένων, καμουφλάρονται κι αυτοί με τη σειρά τους- και το καλύτερο καμουφλάζ θα ήταν θεωρητικά να γίνουν επίσης αόρατοι.
Με συγχωρείτε, λέει ο μικρός Φριτς, αλλά έτσι η όλη ιδέα του βιοφωσφορισμού είναι σκέτη ανοησία! Όταν φέγγει ο κυνηγός, το θύμα την κοπανάει, όταν όμως φέγγει το ίδιο, τον προσελκύει.
Όχι, τον αντικρούει η μικρή Έρνα, δεν είναι καθόλου ανοησία. Αν οι λάμπες έσβηναν παντού, κανείς δεν θα ωφελούνταν. Πώς να βρει ο κυνηγός τη λεία του μέσα στο μαύρο σκοτάδι, πώς να βρει ο οποιοσδήποτε κάτι για φαγητό; Όλοι τους θα κάθονταν στ’ αβγά τους σαν παραλυμενοι, θα είχαν πονοκεφάλους από το γενικό γουργουρητό στα στομάχια και το σεξ θα ανήκε στο παρελθόν.
Τα κορίτσια βέβαια είναι πολύ πιο μπροστά από τα αγόρια.
Υπάρχει επομένως μόνο μία εναλλακτική ανάμεσα στο να μη φέγγει κανείς ή να φέγγουν όλοι! Το πρώτο είναι άχρηστο, άρα μας μένει το «Λας Βέγκας τη νύχτα».
by Αντικλείδι , https://antikleidi.com
Συναφές:
Ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα της σύγχρονης επιστήμης είναι ότι ενώ συνθέτει μια ηγεμονική κουλτούρα,…
Από όλες τις προφητικές γνώσεις που μπορεί να βρει κανείς στο κλασικό μυθιστόρημα του Όργουελ,…
Το 1784, σε ένα δοκίμιό του με τίτλο αυτή την ερώτηση: "Was ist Aufidarung?", ο…
Υπάρχουν δύο απαραίτητα στοιχεία για τη γνώση: το υποκείμενο της γνώσης (ο γνωρίζων, ή ο…
Ένα μικρό αφιέρωμα στον συγγραφέα και ψυχολόγο Daniel Kahneman που διακρίθηκε για το έργο του…
Για κάποιους είναι τόσο εύκολο να ερωτευτούν με μια ιδέα όσο και έναν άνθρωπο. Οι…