Το δίλημμα “μάχη ή φυγή”


Δεν κυκλοφορώ πια μόνος, έχω προσλάβει ανθρώπους να με ακολουθούν και θα κινηθώ νομικά για τα απειλητικά μηνύματα και τηλέφωνα που δέχομαι. Αν το κράτος αυτό δεν φανεί ικανό να εξασφαλίσει την ελευθερία ενός πολίτη θα αναγκαστώ να εγκαταλείψω τη χώρα. Έχω βαρεθεί να κάνω τον ήρωα. Θα κοιτάξω να προφυλάξω εμένα και την οικογένειά μου“.

Αυτά είπε μιλώντας στο tvxs.gr ο σκηνοθέτης της παράστασης Corpus Christi, Λαέρτης Βασιλείου. Το δίλημμα “μάχη ή φυγή” αφορά όλους τους ζωντανούς οργανισμούς και εμφανίζεται κάθε φορά που απειλείται η ζωή τους. Το ερώτημα είναι γιατί φτάνουμε σε τέτοιο σημείο να ενεργούμε απειλητικά, εμείς, ως άνθρωποι, ως νοήμονα κοινωνικά όντα, ενώ έχουμε τόσα άλλα μέσα επικοινωνίας και συνεργασίας στη διάθεσή μας.

Το να λειτουργήσει έτσι ένα ζώο-θήραμα στη ζούγκλα είναι απολύτως φυσιολογικό από τη στιγμή που απειλείται η ζωή του από κάποιον θηρευτή. Πώς όμως ο άνθρωπος φτάνει σ’ αυτό το σημείο, να λειτουργήσει ως θηρευτής; Με άλλα λόγια, είναι σαν να ψάχνουμε να βρούμε τις αιτίες που οδηγούν κάποιους ανθρώπους στην πεποίθηση ότι τα προβλήματα λύνονται με τη βία και την εξάλειψη εκείνου που συμπεριφέρεται με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που έχουν συνηθίσει. Επειδή πολλά γράφονται επ’ αυτού τον τελευταίο καιρό, θα εστιάσω σε κάτι λίγο διαφορετικό. Στο πώς μπορεί να αποφευχθεί το βιολογικά διαχρονικό δίλημμα “μάχη ή φυγή”.

Κατ’ αρχήν, τι είναι αυτό που συμβάλλει στην αποφυγή αυτού του διλήμματος; Είναι οτιδήποτε συμβαίνει στα πεδία της έρευνας, της αναζήτησης και του στοχασμού με αντικείμενο την ανθρώπινη φύση και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής μας. Δηλαδή, η ψυχολογία, οι θετικές επιστήμες και η φιλοσοφία αποτελούν μια μορφή επένδυσης ώστε να μειωθεί το ρίσκο να εμφανιστεί ο κίνδυνος του διλήμματος. Σ’ αυτό αποσκοπούν όλα αυτά. Όσο βελτιώνεται η ποιότητα ζωής μας, τόσο μειώνεται η πιθανότητα να εμφανιστεί αυτό το δίλημμα. Και όσο χειροτερεύει η ποιότητα ζωής μας, ή το βιοτικό επίπεδο, κάτι που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να έρθουμε αντιμέτωποι με το συγκεκριμένο δίλημμα.

Πού αποτυγχάνει το όλο σύστημα; Στη μόρφωση των πολιτών. Δεν είναι τυχαίο που οι άνθρωποι που αντιδρούν στη διαφορετική οπτική και αντίληψη των πραγμάτων είναι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου ή θύματα μιας ανατροφής μπολιασμένης με κάθε είδους φανατισμό (θρησκευτικό, αθλητικό, πολιτικό, φυλετικό, πατριωτικό, κ.ά.). Δεν είναι δυνατόν να συμβαδίσει ποτέ η μύηση στην έρευνα και την αμφισβήτηση (μέσω της παιδείας ή μέσω μιας ισορροπημένης ανατροφής), με μια δογματική αντίληψη και κοσμοθεωρία που βασίζεται στο μίσος και την εξάλειψη του διαφορετικού.

Δεν είναι δύσκολο λοιπόν να προβλεφθεί το μέλλον σ’ αυτό το πεδίο: όσο θα υπάρχουν άνθρωποι που ατυχούν να λάβουν μια μόρφωση επιστημονικής φύσεως, αλλά και άνθρωποι που μεγαλώνουν σε οικογένειες με προσκολλήσεις και φανατισμό, θα υπάρχει πάντα μια δεξαμενή πολιτών που θα είναι έτοιμη, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, να στρατευτεί στο όνομα ενός εφιαλτικού παραμυθιού. Όσο τα πολιτικά κόμματα, υπεύθυνα για την παιδεία που λαμβάνουν οι πολίτες, είναι προσκολλημένα στη θρησκεία και τον εθνικισμό για ψηφοθηρικούς λόγους, τόσο θα αυξάνονται οι πιθανότητες να βρίσκονται αντιμέτωποι με το δίλημμα “μάχη ή φυγή” άνθρωποι που έχουν τη σπάνια αυτή ικανότητα να βλέπουν τον κόσμο με άλλο μάτι. Και όλοι μπορούμε να φανταστούμε τι θα γίνει σε μια κοινωνία αν αποχωρήσουν από αυτή αυτοί οι άνθρωποι. Τα υπολείμματα θα φροντίσουν να μετατρέψουν το δίλημμα σε νόμο μέσα σε ένα καθεστώς συνεχούς σύγκρουσης και πολέμου. Γιατί όπως έχει γράψει και ο Ουμπέρτο Έκο (New York Review of Books, 1995): “Για τον φασισμό ο ειρηνισμός ισοδυναμεί με συναλλαγή με τον εχθρό. Είναι κακός γιατί η ζωή είναι ένας συνεχής πόλεμος. Εφόσον οι εχθροί πρέπει να ηττηθούν θα πρέπει να υπάρξει μια τελική μάχη, μετά από την οποία το κίνημα θα έχει υπό τον έλεγχό του ολόκληρο τον κόσμο. Μια τέτοια “τελική λύση” όμως, θα σημάνει την έναρξη μιας περιόδου ειρήνης, πράγμα που έρχεται σε αντίφαση με το δόγμα του συνεχούς πολέμου“.

Κάποιες από τις λύσεις λοιπόν που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στην κατάσταση που βρισκόμαστε είναι οι ακόλουθες.

  • Πρώτον, πρέπει να βρούμε τρόπους να μικρύνουμε τη δεξαμενή με τους άτυχους συνανθρώπους μας που, χωρίς οι ίδιοι να μπορούν να το αντιληφθούν, έπεσαν θύματα άλλων, άτυχων μεν, φορέων μιας στολής της αυθεντίας δε. Αυτό θα εμποδίσει μελλοντικά την κοινωνία να στραφεί πάλι ενάντια στον εαυτό της.
  • Δεύτερον, πρέπει να εστιάσουμε στον απώτερο σκοπό μας που είναι η βελτίωση της ποιότητας ζωής μας και όχι η εκδίκηση ή η τιμωρία των υπαίτιων.
  • Και τρίτον, να ασχοληθούμε πρώτα με τον εαυτό μας και μετά με τα κοινωνικά δρώμενα. Η αντίθετη πορεία οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε καταστροφικά αποτελέσματα.

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -