Ηταν μια χώρα απομονωμένη από τον έξω κόσμο, μ’ ένα κράτος εντελώς διαλυμένο. Επειτα από επτά χρόνια στρατιωτικής δικτατορίας, ούτε καν μια επιστράτευση δεν κατόρθωνε να φέρει εις πέρας. Και είχε χάσει έναν πόλεμο πριν προλάβει να ρίξει μια τουφεκιά.
Ηταν μια χώρα φτωχή. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν στο ένα δέκατο του σημερινού – της κρίσης! Ελάχιστοι είχαν αυτοκίνητο, ελάχιστα σπίτια είχαν τηλεόραση, εκατοντάδες χωριά ήταν ακόμη δίχως ηλεκτρικό ρεύμα και τηλέφωνο. Στα πανεπιστήμια είχαν εισαχθεί εκείνη τη χρονιά μόλις 15.000 φοιτητές. Οι ανισότητες στα εισοδήματα και στο επίπεδο κατανάλωσης ήταν θηριώδεις, λατινοαμερικανικού τύπου. Τριτοκοσμικής διάρθρωσης ήταν και το ελληνικό Δημόσιο – με τη δημόσια δαπάνη κάτω από 30% του ΑΕΠ, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ξεπερνούσε το 45%.
Οι άνθρωποι αγόραζαν ακόμη την εφημερίδα τους από μακρινό περίπτερο και τη δίπλωναν ανάποδα. Κι αν το βράδυ άκουγες βήματα να σε ακολουθούν, αλαφιαζόσουν – δεν φοβόσουν τον ληστή αλλά τον χαφιέ. Η ελληνική Αστυνομία είχε 60.000 έμμισθους πληροφοριοδότες σε πληθυσμό 9 εκατομμυρίων – ήμασταν η τρίτη χώρα στον κόσμο μετά τη Ρουμανία του Τσαουσέσκου και την Ανατολική Γερμανία σε κατά κεφαλήν χαφιεδισμό…
Αυτή η χώρα έπαψε να υπάρχει εδώ και τόσο πολλά χρόνια που, ακόμη κι αν πρόλαβες να τη ζήσεις, δυσκολεύεσαι να την ανακαλέσεις στη μνήμη. Προσπαθώ να τη θυμηθώ. Και να σας τη θυμίσω. Οχι τόσο για να αποτίσουμε ξανά φόρο τιμής στο μικρό θαύμα της μετάβασης στη δημοκρατία ή για να ξορκίσουμε τις βλακώδεις φωνές που αντηχούσαν πέρυσι στις πλατείες – «η χούντα δεν τελείωσε το ’73». Μα κυρίως για να αναστοχαστούμε τι, πότε και γιατί πήγε στραβά.
Και τι οδήγησε μια χώρα, που έγινε πρώτη από όλες τις περιφερειακές χώρες της Ευρώπης ισότιμο μέλος των ευρωπαϊκών κοινοτήτων, να μετατραπεί σε κράτος – παρία, χρεοκοπημένο όχι μόνο από την άποψη των βασικών του οικονομικών μεγεθών, αλλά και κατά το κυρίαρχο δημόσιο πρότυπο. Και γιατί φέτος, 38 χρόνια μετά – παρά δύο τεσσαράκοντα -, αντί να γιορτάζουμε την Επέτειο της Δημοκρατίας, την ερχόμενη Τρίτη θα παρακολουθούμε με κομμένη ανάσα τον Στουρνάρα να υποδέχεται την τρόικα. Και να εκλιπαρεί για λίγο οξυγόνο.
Χρόνια τώρα μηρυκάζουμε τη φιλολογία του «τέλους της Μεταπολίτευσης» – ως εάν αυτό να ήταν μια ελπιδοφόρα προοπτική. Μισοείδαμε πρόσφατα ότι αυτό το «τέλος» μπορεί και να είναι μια προοπτική εφιαλτική, ντυμένη στα μαύρα, βίαιη. Και συνειδητοποιούμε – νομίζω – πως αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι ένα «τέλος», μα μια νέα αρχή. Μια επανανομιμοποίηση.
Του Παύλου Τσίμα tanea.gr
by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com
Συναφές:
Ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα της σύγχρονης επιστήμης είναι ότι ενώ συνθέτει μια ηγεμονική κουλτούρα,…
Από όλες τις προφητικές γνώσεις που μπορεί να βρει κανείς στο κλασικό μυθιστόρημα του Όργουελ,…
Το 1784, σε ένα δοκίμιό του με τίτλο αυτή την ερώτηση: "Was ist Aufidarung?", ο…
Υπάρχουν δύο απαραίτητα στοιχεία για τη γνώση: το υποκείμενο της γνώσης (ο γνωρίζων, ή ο…
Ένα μικρό αφιέρωμα στον συγγραφέα και ψυχολόγο Daniel Kahneman που διακρίθηκε για το έργο του…
Για κάποιους είναι τόσο εύκολο να ερωτευτούν με μια ιδέα όσο και έναν άνθρωπο. Οι…