Το άρθρο 99 του νέου πτωχευτικού κώδικα, προβλέπει τη διαδικασία συνδιαλλαγής µε τους πιστωτές για τις επιχειρήσεις που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις οικονοµικές τους υποχρεώσεις. Ουσιαστικά είναι µια… ανάσα πριν από την πτώχευση, η έσχατη επιλογή πριν να πέσουν οι «τίτλοι τέλους», αν πειστεί το δικαστήριο να δώσει αυτή την τελευταία ευκαιρία.
Το άρθρο 99 του νόµου 3588/2007, το οποίο αντικατέστησε σε πολλά το άρθρο 44 περί προστασίας πιστωτών, επιτρέπει στις επιχειρήσεις να προσφύγουν στα πολυµελή πρωτοδικεία και να ζητήσουν προστασία και συνδιαλλαγή µε τους πιστωτές τους, ώστε να αποφευχθεί η πτώχευση.
Όπως έχει δείξει η εµπειρία, για να ξεκινήσει µια επιχείρηση αυτή τη διαδικασία, ουσιαστικά έχει ήδη επέλθει συµφωνία µε τους βασικούς πιστωτές της. Προσφεύγοντας δικαστικά µε την αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99, η εταιρεία καλείται να αποδείξει ότι βρίσκεται σε οικονοµική δυσπραγία, χωρίς όµως να έχει µπει σε παύση πληρωµών. Ενώπιον του πολυµελούς πρωτοδικείου θα πρέπει να περιγράψει τη δραστηριότητα, τα µεγέθη της, την κοινωνική σηµασία της, αλλά και να παρουσιάσει ένα εφαρµόσιµο και βιώσιµο επιχειρηµατικό πλάνο, ζητώντας την προστασία του πτωχευτικού κώδικα. Το δικαστήριο θα αποφασίσει αν θα συνεχίσει ή όχι τη λειτουργία της µέσω διαπραγµάτευσης των οφειλών µε τους πιστωτές της και αν το κρίνει αναγκαίο (κυρίως για µη εισηγµένες που δεν υποβάλλουν ανά τρίµηνο οικονοµικές καταστάσεις), να ορίσει εµπειρογνώµονα για να ελέγξει τα οικονοµικά στοιχεία.
Ο εµπειρογνώµονας, εντός 20ηµέρου, καλείται να συντάξει και να υποβάλει τη σχετική έκθεση στο δικαστήριο. Εφόσον η αίτηση γίνει δεκτή και ανοίξει η διαδικασία συνδιαλλαγής, το δικαστήριο ορίζει το µεσολαβητή, ο οποίος θα επιχειρήσει την επίτευξη τελικής συµφωνίας µεταξύ της εταιρείας και των πιστωτών – προµηθευτών που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 50% των απαιτήσεων, ενώ θα προτείνει και λύσεις για τη διάσωση της επιχείρησης.
Το επόµενο βήµα είναι η κατάρτιση µιας πρότασης επιβίωσης, την οποία θα παρουσιάσει ο µεσολαβητής στις πιστώτριες τράπεζες. Στη συνέχεια, η πρόταση αυτή και µέσα σε διάστηµα διµήνου, υποβάλλεται στο δικαστήριο, το οποίο, εφόσον υπάρχει η σύµφωνη γνώµη των πιστωτών, εγκρίνει και επικυρώνει την πρόταση. Ωστόσο, δεν είναι δεδοµένο ότι το πρωτοδικείο θα δεχτεί de facto την πρόταση.