Μικρό σχόλιο για τα χαϊκού των Μπασό και Ίσσα

«Όλα σωπαίνουν: η φωνή του τζίτζικα σχίζει τον βράχο» (Ματσούο Μπασό, χαϊκού 5).


Η Ιαπωνική ποιητική τεχνοτροπία του χαϊκού διαμορφώνει τους όρους για την ανάδυση μίας ποίησης της διάστικτης οριακότητας, της απόδοσης μορφών, για την ανάδυση μίας ποίησης της μετωνυμίας: η ποίηση που μετονομάζεται σε εικόνα, σε αναπαράσταση ενός κόσμου που ‘διασπάται’ σε πολλά κομμάτια, καθίσταται πλαίσιο μεταξύ λέξης και μη-λέξης..

Οι Ματσούο Μπασό και Κομπαγιάσι Ίσσα, δύο από τους θεμελιωτές του ποιητικού λόγου του χαϊκού ‘μετρούν’ αναγκαιότητες, αίρουν ιεραρχίες, συγκροτούν την ταυτότητα του καθαυτό χαϊκού: προσδιορισμός του μετα-χρονολογημένου χρόνου, ‘μύηση’ στη λειτουργία της φύσης που «γεννά» επιθυμίες αλλά και αμφιβολίες..

Το χαϊκού καθίσταται η ποίηση αξιολόγησης της διαρκούς ανθρώπινης ερμηνείας, των αποχρώσεων της, ποίηση «λεπτή», ποίηση μίας κοινοποίησης της υποκειμενικής δι-επαφής.. Στο χαϊκού 13, ο Ματσούο Μπασό αναφέρει: «Σεληνόφωτη δαμασκηνιά, κρατήσου: θα’ ρθει η άνοιξη».[1]

Όσο ο κόσμος αισθητικοποιείται, ή αποκτά την αίσθηση του επερχόμενου και του πάλι βιωμένου, τόσο περισσότερο ενσκήπτει η αρχή αλλά και η ‘οδύνη’ του.. Η άνοιξη που επέρχεται φέρει συνηχήσεις, εικονοκλαστικές αντανακλάσεις, την αναπαράσταση μέσω της ποιητικής και μη «Σεληνόφωτης δαμασκηνιάς», δαμασκηνιάς που  ο ποιητής Μπασό θέλει να «κρατηθεί» για  να «γεννήσει» την κατάλληλη στιγμή την ιστορία του μη-ακέραιου, της κίνησης & της ακινησίας, της «άνοιξης» της μνήμης..

Το συγκεκριμένο χαϊκού ‘διασπάται’, ενυπάρχει με μία γλώσσα «χυμώδη», σχεδόν ερωτική, μεταφοράς μίας εγκράτειας η οποία δύναται να αρθεί..

Μεταξύ βίου και θανάτου-θανάτωσης, η ποίηση, η «Σεληνόφωτη δαμασκηνιά», η επανευθυγράμμιση φυσικοκοινωνικού γίγνεσθαι και μητρικής έγκλησης, σώματος που «αφηγείται» την ιστορία, μία ιστορία.

Στο τελευταίο χαϊκού της συλλογής, ο Ματσούο Μπασό θα γράψει: Χωρίς πρόσωπο: σπαρμένα οστά κι ο αγέρας κόβει τη σάρκα».[2] Στις μεταιχμιακές απολήξεις του καιρού, το χαϊκού διακρατεί το σχηματισμένο & το ‘ασχημάτιστο’ πρόσωπο. Στα ‘ερείπια’ των εφαρμοσμένων πράξεων, «σπαρμένα οστά κι ο αγέρας κόβει τη σάρκα».

Το πρόσωπο διακρατεί συναντήσεις, «ενδύεται» & «ενδύει» πρόσφυγες και μετανάστες, την  ιστορία που «ρέει» και γράφεται σήμερα, στον καιρό των απαιτήσεων πολλών από πολλούς. Εντός της διαδικασίας της πολιτικής «κηδείας», τα «σπαρμένα οστά κι ο αγέρας κόβει τη σάρκα», όπως αναφέρει ο Μπασό.

Τα «σπαρμένα οστά» της πολιτικής απεύθυνσης, της κυβερνολογικής της απόκρισης, και στο περιβάλλον της επώδυνης «ακηδείας», σε υποκείμενα που καθίστανται εν θάνατω ταυτότητες της αριθμητικής σειράς, αλλά και πρωταρχικές μνήμες, και υποκείμενα μεταξύ του δικού μας και του πάλι δικού μας. Η υποκειμενοποίηση λαμβάνει χώρα. Με τις μεταφορές του Ματσούο Μπασό, τις ‘ενσαρκώσεις’ της πολλαπλής ποιητικότητας, της διαδικασίας της αφιέρωσης στο ποθητό και στο μη-ποθητό.. Η συγχρονία και η παράλληλη ανάγνωση του χαϊκού συνιστά την προσίδια ιστορία του, την ιδιαίτερη τελεολογία και την αρχή του, την επανεκκίνηση του στις στενωπούς της λειτουργικότητας. Το σήμερα των «σπαρμένων οστών», των προσώπων που στερούνται προσώπου, που εκτίθενται στα διάκενα της τελετουργικής «ακηδείας», στις σύγχρονες κριτικές πράξεις της εξουσίας, ευρωπαϊκής και μη.

Και, με το χαϊκού του Κομπαγιάσι Ίσσα να διηγείται: «Άνθη κερασιάς και λάμπουν: από κάτω ποιος είναι ξένος»;[3]

Το χαϊκού του Ίσσα, σε τρεις σειρές που αναδύουν λογικές μίας βιωμένης εντοπιότητας, αναπαριστά και εγκιβωτίζει διερωτήσεις: «από κάτω ποιος είναι ξένος»; Ποιος επαναχαράσσει ζώνες μίας ταυτοτικής, βίαιης και «λυτρωτικής» ετεροποίησης; Πως συγκροτούνται οι ζώνες της κανονικοποιημένης ‘ασφάλειας’; Ποιες οι συγκλίσεις και ποιες οι αποκλίσεις; Η ενσκήπτουσα κοινωνική & πολιτική σχεσιακότητα; Η τάξη του εφικτού; Ποιος αποκτά το δικαίωμα της «σιωπηρής» και μη θανάτωσης; Ποιος ο ξένος στον καιρό της λαλίστατης «αφωνίας»; Ο κοινός, ο «όμοιος» αδελφός; Των αποσιωπητικών αλλά και των επάλληλων δράσεων; Των δόσεων της «αρκετής» θανάτωσης που ίσως δεν  είναι  αρκετή; Οι απολήξεις της «ανένταχτης» ιστορικής μνήμης;

«Άνθη κερασιάς και λάμπουν», υπό το πρίσμα της οικειοποίησης του συμβόλου, της λάμψης που γύρω της περιστρέφεται η «γέννηση» και η αναπαραγωγή της ιστορίας.. Της κατακερματισμένης ιστορίας.. Μήπως είναι «ξένη» η λέξη; «Ξαφνική βροχή: το γυμνό μου άλογο γυμνός ιππεύω».[4]

Μία λειτουργία ‘μύησης’ εντός του περιβάλλοντος των περισπούδαστων πράξεων και βλεμμάτων. «Το γυμνό μου άλογος γυμνός ιππεύω» στην επικράτεια της διαρρύθμισης, του χαϊκού του άλλου ρυθμού, της ρυθμιζόμενης έντασης, του περιεχομένου που επιστρέφει στο γίγνεσθαι.. Του περιεχομένου που φέρει στο επίκεντρο τα πλαίσια της κοινωνιοϊστορίας, της φύσης του φανερού και του απόκρυφου, και, του φανερού και απόκρυφου ανθρώπινου λόγου και πράττειν..

Οι δύο ποιητές, διαλεκτικά συνδιαλέγονται κάτω από συγκλίσεις και αντιθέσεις, κοινοποιώντας τον λόγο περί του χαϊκού, της μικρής φόρμας της έκθετης συλλογικότητας, της αξίας της αρχής & του δικαιώματος θανάτωσης.

Κάτω από τα πολλά «άνθη της κερασιάς», τους καρπούς της έκκεντρης επικοινωνίας υποκειμένων από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις-διαβαθμίσεις.. Το χαϊκού καθίσταται «άνοιξη» του κόσμου που μας περιβάλλει αλλά και «άνοιξη» των ανοιχτών συμβάντων..

Διότι, «Ο κόσμος της πάχνης κόσμος της πάχνης είναι· κι ωστόσο, κι ωστόσο».[5] Τα χαϊκού εστιάζουν στο ανεξάντλητο, στην προσδοκία της φωνής, στη φύση της λιτής αφιέρωσης. Το χαϊκού είναι η αντανάκλαση της Ιαπωνίας και του Ιαπωνικού λόγου στο χθες και στο σήμερα. Το γίγνεσθαι διαπερνάται από την ποίηση των χαϊκού..

***

[1] Βλέπε σχετικά, ‘Ο Κόσμος της Πάχνης’, Σαραντατρία χαϊκού του Ματσούο Μπασό και του Κομπαγιάσι Ίσσα, Απόδοση: Καψάλης Διονύσης, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2008, σελ. 19.

[2] Βλέπε σχετικά, ‘Ο Κόσμος της Πάχνης…ό.π, σελ. 25.

[3] Βλέπε σχετικά, ‘Ο Κόσμος της Πάχνης…ό.π, σελ. 29.

[4] Βλέπε σχετικά, ‘Ο Κόσμος της Πάχνης…ό.π, σελ. 31.

[5] Βλέπε σχετικά, ‘Ο Κόσμος της Πάχνης…ό.π, σελ. 37.

**********

Σίμος Ανδρονίδης

Υποψήφιος διδάκτορας στο ΑΠΘ.


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -