Dariel Alarcon Ramirez – Δεν μπορεί να υπάρχει μεγαλύτερη αυστηρότητα, από αυτήν των κουβανικών φυλακών


Σήμερα, στις κουβανικές φυλακές επικρατεί κάθε λογής κακομεταχείριση. Χτυπούν τους κρατούμενους, τους προσβάλλουν με λόγια πολύ άσεμνα, φθάνουν σε σημείο να τους αρνούνται τη δυνατότητα να πάρουν κάποιο φάρμακο ή να εξεταστούν από έναν γιατρό, απλώς και μόνον επειδή οι φύλακες θεωρούν ότι προσποιείται τους άρρωστους για να μην δουλέψουν.

Υπήρξαν περιπτώσεις κρατουμένων που, εξαιτίας αυτής της κατάστασης, χρειάστηκε να χειρουργηθούν επειγόντως και άλλων που αρρώστησαν σοβαρά εξαιτίας των συνθηκών διαβίωσης.

Συμπεριφέρονται στους κρατούμενους σαν να ήταν ζώα.

Επιπλέον, ο κρατούμενος φτάνει σε τέτοιο σημείο που, όταν δέχεται επισκέψεις, ζητάει από τους συγγενείς του να μην καταγγείλουν τα όσα συμβαίνουν εκεί, γιατί υπάρχει πολύ αυστηρός έλεγχος των επισκέψεων. Αν ο επισκέπτης υποβάλει αναφορά σε οποιονδήποτε υπουργό, σε οποιοδήποτε μέλος του Πολιτικού Γραφείου ή στον ίδιον το Φιντέλ, αυτός πράγματι θα ζητήσει να ληφθούν μέτρα, αλλά θα ζητήσει να μάθει και ποιος κρατούμενος είναι αυτός που ο συγγενής του κάνει την αναφορά.

Έπειτα, ο συγκεκριμένος κρατούμενος δεν θα μείνει ούτε μια βδομάδα σε εκείνην την φυλακή, αμέσως θα τον πάνε αλλού, θα αναζητήσουν τον τρόπο για να υποπέσει στο παράπτωμα της ανυπακοής. Αν αυτός δεν το κάνει, έχουν άλλους κρατούμενους που τους βάζουν να τον προκαλέσουν, ώστε να συμπλακεί μαζί τους και έτσι να πρέπει να τον τιμωρήσουν. Μετά, τον κρατούμενο που προκάλεσε τη συμπλοκή, τον επιβραβεύουν, τον πηγαίνουν σε επίλεκτη ομάδα, από αυτές που διαμένουν εκτός φυλακής, στις περιοχές Σιμπονέι ή Μιραμάρ, όπου κάνουν συγκεκριμένες δουλειές. Αυτόν δε που έκανε την αναφορά τον στέλνουν στο Σίνκο ι Μέδιο, μια φυλακή υψίστης ασφαλείας που βρίσκεται στο Τακοτάκο, στην επαρχία Πινάρ ντελ Ρίο, ή στο Κίλο 7, στην Καμαγουέι.

Τα λέω αυτά για να εξηγήσω τι σημαίνει διαρκής εγκληματικότητα. Στο Κίλο 7 έχουν σκάψει τρεις υπόγειους ορόφους. Εκεί πλέον ο κατάδικος δεν έχει δικαίωμα σε τίποτε και επιπλέον δεν ξέρει πότε είναι μέρα και πότε νύχτα, γιατί όλη εκείνη η υπόγεια φυλακή φωτίζεται πάντα με ηλεκτρικό φως. Αν η διαγωγή του είναι πολύ καλή, παραδειγματική, του δίνουν δικαίωμα στον ήλιο μια φορά το μήνα. Επιπλέον, εκεί κάτω έχει τρομερή παγωνιά, γιατί οι αεραγωγοί δεν δουλεύουν σωστά. Κι από τον ιδρώτα υπάρχει μια μυρωδιά πανούκλας, μια φρικτή βρόμα. Επειδή οι κρατούμενοι αυτοί δεν δουλεύουν, ισχύει το καθεστώς του ενός γεύματος την ημέρα, που δεν είναι παρά λίγα φασόλια ή ρύζι, ένα ψάρι νερόβραστο ή ένα αυγό. Αυτό είναι το φαγητό που τους δίνεται, με τη δικαιολογία ότι δεν ξοδεύουν ενέργεια και το μόνο που κάνουν είναι να κοιμούνται. Και όντως, τους είναι απαγορευμένη ακόμα και οποιαδήποτε χειροτεχνική δουλειά.

Στην Κούβα σήμερα ο αριθμός των κρατουμένων για ποινικά αδικήματα πρέπει να ξεπερνάει τις εκατό χιλιάδες, γιατί ήδη το Κομπινάδο ντελ’Εστε, στα ανατολικά της Αβάνας, προβλέπεται να δέχεται δέκα χιλιάδες και στο Κομπινάδο δεν μπορούν να βάλουν ούτε έναν παραπάνω γιατί δεν χωράνε πια ούτε κι αυτοί που βρίσκονται εκεί. Κουκέτες υπάρχουν δέκα χιλιάδες, αλλά μέχρι και τα αναρρωτήρια τα έχουν μετατρέψει σε θαλάμους. Δηλαδή, στο Κομπινάδο πρέπει να υπάρχουν περίπου δώδεκα χιλιάδες κρατούμενοι. Κοντά στο Κομπινάδο άνοιξε κι άλλη φυλακή, το Κομπιναδίτο -μια φυλακή ανηλίκων- και στο Αλαμάρ υπάρχει άλλη μία, η Μίκρο 10, που στεγάζει τρεις-τέσσερις χιλιάδες κρατούμενους. Σχεδόν απέναντι από τη θάλασσα υπάρχει η Μίκρο 4, που είχε μέχρι πριν λίγο καιρό δυο χιλιάδες κρατούμενους.


Όλοι αυτοί οι κρατούμενοι χρησιμοποιούνται σαν εργάτες στις κατασκευές, αυτοί είναι που κτίζουν όλα τα κτίρια στο Αλαμάρ. Εκτός από αυτές, υπάρχει η Λα Καμπάνια στο Πινάρ ντελ Ρίο, η Κοντέσα στην Γουαναχάι, υπάρχουν άλλες δυο στρατιωτικές φυλακές, η μια στο Σαν Χοσέ ντε λας Λάχας και η άλλη στο Γουίρα ντε Μελένα, όπου στην καθεμιά υπάρχουν πάνω από δυο χιλιάδες στρατιωτικοί κρατούμενοι. Αυτά, μόνο κοντά στην Αβάνα, γιατί κάθε επαρχία έχει τη δική της στρατιωτική φυλακή. Στην Αβάνα υπάρχει επίσης η φυλακή Χαρούκο.

Επειδή στην Κούβα υπάρχει η πρόθεση να γίνει πιστευτό ότι όλες οι φυλακές έχουν κλείσει, εκτός από αυτήν του Κομπινάδο, οι άλλες είναι γνωστές σαν κέντρα εργασίας, παρόλο που στην πραγματικότητα είναι φυλακές και διαθέτουν μάλιστα και τομείς υψίστης ασφαλείας. Υπάρχουν και αρκετές γυναικείες φυλακές. Τελευταία κρατούνταν σ’ αυτές περίπου τέσσερις χιλιάδες γυναίκες, που όλες θεωρούνται του κοινού ποινικού δικαίου. Υπάρχουν τρεις φυλακές ανηλίκων, μια γυναικεία και μια ανδρική, αλλά υπάρχει ακόμα και μια ενδιάμεση για ανήλικους που θεωρούνται ομοφυλόφιλοι, παιδιά από δέκα μέχρι δεκαέξι ετών κι αυτό είναι τραγικό. Υπάρχει η φυλακή για ανήλικα κορίτσια, που, μόλις συμπληρώσουν τα δεκαέξι τους χρόνια, τα περνάνε στη φυλακή του Μάντο Νέγκρο.

Σήμερα, η σκληρότητα που υπάρχει στις κουβανικές φυλακές δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη. Οι φυλακισμένοι δεν παίρνουν πρωινό, ούτε καν έναν καφέ. Το φαγητό που παίρνουν σε αλουμινένιο κατσαρολάκι του μισού λίτρου για όλη την ημέρα είναι ένα μίγμα από ρεβίθια και ρύζι ή μόνο ρεβίθια με ένα κομμάτι γλυκοπατάτας, αυτό είναι όλο, δεν υπάρχει ούτε ψωμί, ούτε γάλα, τίποτε. Όποιος μπορέσει και μπει εκεί μέσα θα δει κρατούμενους κατάχλομους, σαν πεθαμένους. Φάρμακα σχεδόν δεν υπάρχουν, οι συγγενείς πρέπει να τα αγοράσουν στη μαύρη αγορά για να τους τα πάνε. Αυτή είναι η κατάσταση στις φυλακές σημερα.

Όσον αφορά τα βασανιστήρια, ο Φιντέλ λέει ότι στην Κούβα δεν υπάρχουν. Αλλά πρέπει να ξέρει κανείς τι εννοεί αυτός λέγοντας βασανιστήρια και τι όχι. Γιατί στο Βάγιε Γκράντε, για παράδειγμα, μια περιοχή στα δυτικά της Αβάνας, πίσω από το αεροδρόμιο Χοσέ Μαρτί, που είναι το πιο κρύο μέρος όλης της Κούβας, πήγανε κρατουμένους που, για να ικανοποιήσουν τα σαδιστικά τους γούστα, τους κάνανε τρομερά πράγματα. Δεν είναι έτσι όλοι οι φύλακες, βέβαια, αλλά υπάρχουν άτομα, σαν εκείνον το λοχία, τον El Perro (Σκύλο) και που στις μια ή στις δυο το πρωί πήγαινε και φώναζε τέσσερις-πέντε κρατούμενους, που δεν τους έβλεπε με καλό μάτι, τους πήγαινε στο μπάνιο, τους χτυπούσε με μια μάνικα γεμάτη με άμμο, για να μην αφήνει ίχνη, και μετά τους έστελνε να κάνουν μπάνιο. Αυτός στεκόταν στην πόρτα με τη μάνικα και όποιον δεν ήθελε να μπει κάτω από το παγωμένο νερό τον χτυπούσε μ’ αυτή. Όταν πια τους είχε εκεί τριάντα με σαράντα λεπτά, τους έλεγε: «Λοιπόν, πηγαίνετε επάνω, ανεβείτε στη σκοπιά, εκεί είναι η πετσέτα».

Η σκοπιά ήταν ανεβασμένη στα έξι με οχτώ μέτρα και εκεί πάνω δεν υπήρχε ούτε πετσέτα, ούτε τίποτε. Οι κρατούμενοι όμως έπρεπε να στεγνώσουν με τον κρύο αέρα και μελάνιαζαν, ώστε κάποιες φορές το σώμα τους μούδιαζε τόσο πολύ που δεν κατάφερναν ούτε να κατεβούν. Αυτό εξακολουθεί να γίνεται πολύ συχνά εκεί, είναι κάτι σαν διασκέδαση για αρκετούς από τους αξιωματικούς και για τους λοχίες που μένουν σαν αξιωματικοί υπηρεσίας τη νύχτα -γιατί αυτό γίνεται πάντα νύχτα.

Ακόμα, τους κρατούμενους τους χτυπάνε καθημερινά με κλοτσιές, με χτυπήματα στο σβέρκο -έτσι τους βάζουν στη σειρά όταν πάνε για το λιγοστό φαγητό τους ή στις δέκα τη νύχτα, όταν γίνεται ο έλεγχος, δηλαδή η καταμέτρηση των κρατουμένων. Επειδή μερικές φορές υπάρχουν αξιωματικοί υπηρεσίας που είναι πολύ κακοί, κάποιοι κρατούμενοι κρύβονται, γιατί εφόσον λείπει κάποιος, πρέπει να συνεχιστεί το μέτρημα. Εάν κρύβονται λοιπόν, ο αξιωματικός καθυστερεί και περνάει άσχημη νύχτα. Όντως είναι έτσι, αλλά επίσης όλοι οι κρατούμενοι μένουν εκεί μέχρι να εμφανιστεί και ο τελευταίος, πράγμα που μπορεί να γίνει στις τρεις το πρωί. Οι κρατούμενοι παραμένουν όρθιοι αντί να πάνε να ξεκουραστούν και πρέπει να ξυπνήσουν στις έξι το πρωί για να πάνε να δουλέψουν. Αυτό δεν φαίνεται βασανιστήριο, όπως το βλέπει ο Φιντέλ, και όλα αυτά τα ξέρει, γιατί αποτελούν γενικά μέτρα των φυλακών.

Είναι πολύ γνωστό ότι πέφτει ξύλο στο DTI, το Τεχνικό Τμήμα Ερευνούν, όπου γίνονται ανακρίσεις όλων όσων θεωρούνται κοινοί κατάδικοι και τους χτυπάνε συνέχεια. Για παράδειγμα, ο σύντροφος Πατρίσιο Ρόχας, ένας πρώην κατάδικος που με επισκέπτεται συχνά, χρειάστηκε ολόκληρη προσθετική επέμβαση στο στόμα, γιατί του σπάσανε όλα τα δόντια με κλοτσιές. Και άλλα πολλά του έκαναν.

Στο Βίγια Μαρίστα, μια φυλακή υψίστης ασφαλείας στην Αβάνα, έχουν κάποιους θαλάμους, που τους αποκαλούν «δωμάτια», με όλες τις ανέσεις ενός δωματίου, όπου δεν πέφτει καθόλου ξύλο. Αλλά το ξύλο ίσως θα ήταν προτιμότερο. Εκεί σε κρατάνε με όλα τα φώτα αναμμένα, να ακούς κάθε είδους δυνατά χτυπήματα και σου κάνουν συνεχώς ερωτήσεις. Στο τέλος. καταλαβαίνεις ότι ξέρουν τα πάντα για τη ζωή σου και για όλα σου τα αγαπημένα πρόσωπα, μέχρι του σημείου να μπορούν να σου πουν ότι την τάδε ώρα, μέρα, μήνα, έτος, έφαγες το τάδε φαγητό. Αυτό σημαίνει ότι σε πολλές περιπτώσεις, όταν κάποιος τους φαίνεται επικίνδυνος, κάνουν έναν έλεγχο στην οικογένεια του, τους παρακολουθούν με κάθε τρόπο, χρησιμοποιώντας για το σκοπό αυτό κάθε είδους μέσα.

Προτού κάποιος ύποπτος μπει σε αυτού του είδους τη δοκιμασία, τον κρατάνε χωρίς καμιά επικοινωνία για αρκετό καιρό και, τελικά, η οικογένεια κουράζεται να τρέχει σε όλη την Αβάνα προσπαθώντας να δει τον τάδε ηγέτη ή τον δείνα. Κανείς τους δεν ξέρει τίποτε, σε καμιά φυλακή δεν τον βρίσκουν και μόνον μετά από ενάμισι] μήνα του επιτρέπουν επίσκεψη μιας ή δύο ωρών, όχι όμως για να δει ο κρατούμενος τους δικούς του, αλλά για να τον πείσουν μέσοι αυτών. Γιατί δεν είναι μόνο ο κρατούμενος που βασανίζεται πνευματικά με τον τρόπο αυτό αλλά και οι συγγενείς του. Γιατί συνεχούς ανακρίνουν τη μητέρα. τον πατέρα, τα αδέλφια, τη σύζυγο, τα παιδιά. Και όλοι ζουν με έναν διαρκή τρόμο, διερωτώμενοι τι θα γίνει, σκεφτόμενοι ότι η κατάσταση χειροτερεύει συνεχούς. Πολλές φορές, φτάνουν να γράψουν και στον ίδιον το Φιντέλ. Ο Φιντέλ, φυσικά, δεν παίρνει κανένα γράμμα, γιατί οι υπασπιστές του αναλαμβάνουν να το καταστρέψουν ή να απαντήσουν κυνικά: «Η περίπτωσή σας εξετάζεται ήδη, παραπέμφθηκε αρμοδίως».

***

Dariel Alarcon – Ramirez – Η ζωή και ο θάνατος της επανάστασης στην Κούβα

ένα βιβλίο απόλυτα πρωτότυπο, εκρηκτικό στο περιεχόμενό του, γραμμένο από έναν απλό Κουβανό χωρικό, ο οποίος, το 1957, για λόγους περισσότερο προσωπικούς παρά ιδεολογικούς, εντάχθηκε ως στρατιώτης στο αντάρτικο που είχε επικεφαλής το Φιντέλ Κάστρο και τον Τσε Γκεβάρα στη Σιέρα Μαέστρα. Αγωνίστηκε στο πλευρό τους μέχρι τη νίκη της Επανάστασης, ανέλαβε ευθύνες με τους νικητές, στρατολογήθηκε από τον Τσε στην Αφρική και το 1966 έφυγε μαζί του για την «εκστρατεία» στη Βολιβία. Εκεί ο Τσε βρήκε τα θάνατο τον επόμενο χρόνο, ενώ αυτός έφυγε απογοητευμένος, πράγμα που δεν τον εμπόδισε να ξαναπάει στη Βολιβία. Επιστρέφοντας στην Κούβα, τον διόρισαν υπεύθυνο για τη στρατιωτική εκπαίδευση των διεθνών ανταρτών/μαχητών και για επικίνδυνες μυστικές αποστολές. Από αναλφάβητος χωριάτης σε μέλος της Ασφάλειας του Στρατού και αξιωματικός του υπουργείου Εσωτερικών, ο Μπενίγνο διήνυσε την έντονη ζωή του μαχητή της Επανάστασης, χαραγμένη από περιπέτειες και κινδύνους. 

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

 

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -