Λεό Μπουσκάλια – Είμαστε, απρόσεκτοι φύλακες του πολυτιμότερου αγαθού· της φιλίας.


Πιστεύω να συμφωνούμε όλοι ότι, αν ζήσουμε τη ζωή μας δίχως έναν αληθινό φίλο, θα έχουμε χάσει μια από τις πιο συγκινητικές και προκλητικές ανθρώπινες εμπειρίες. Ωστόσο, κάθε μέρα, άνθρωποι ζουν και πεθαίνουν ανάμεσα σε ξένους, μόνοι, χωρίς να έχουν γνωρίσει ποτέ έναν αληθινό φίλο.

Εμείς οι άνθρωποι, έχουμε μια ενστικτώδη ανάγκη να είμαστε ο ένας κοντά στον άλλο. Έχουμε γύρω μας ανθρώπους, σχεδόν αδιάκοπα· ανθρώπους που γνωρίζουμε τυχαία, που τους βλέπουμε περιστασιακά ή τους συναντούμε για λίγες στιγμές καθημερινά. Μερικούς απ’ αυτούς τους αποκαλούμε φίλους, αλλά ουσιαστικά εννοούμε ότι είναι απλά γνωστοί μας. Το να έχεις ένα φίλο, σημαίνει κάτι πολύ διαφορετικό, πολύ πιο ιερό. Ο Αριστοτέλης περιγράφει τη φιλία σαν «μια ψυχή σε δύο σώματα». Η φιλία προϋποθέτει αμοιβαία αφοσίωση δυο ανθρώπων, ανθεκτική στο χρόνο, τις συγκρούσεις, τις χαρές, τις δυστυχίες και τις αλλαγές. Οι περισσότεροι θεωρούμε τις φιλίες μας δεδομένες. Δεν κάνουμε τίποτα για να τις διατηρήσουμε και παραβλέπουμε το γεγονός, ότι η φιλία χρειάζεται αδιάκοπη προσπάθεια, φροντίδα και προσοχή.

Ο Έμερσον, στο θαυμάσιο δοκίμιό του «Περί Φιλίας» , λέει:

«Φροντίζουμε την υγεία μας, φτιάχνουμε το σπίτι μας γερό και αρκετά ρούχα, αλλά ποιος φροντίζει συνετά να μη στερηθεί το μεγαλύτερο απ’ όλα τ’ αγαθά, το φίλο;»

Και προσθέτει:

«Ο καλύτερος τρόπος για να έχεις ένα φίλο, είναι να είσαι φίλος».

Οι περισσότεροι έχουμε διαπιστώσει την αλήθεια αυτής της φράσης. Νοιαζόμαστε υπερβολικά και φυλάμε άγρυπνα τ’ αγαθά που συσσωρεύουμε, αλλά είμαστε, πολύ συχνά, απρόσεκτοι φύλακες του πολυτιμότερου αγαθού· της φιλίας. Αν πραγματικά το σκεφτούμε λίγο, θα εργαστούμε πιο σκληρά για την ανάπτυξη και την ισχυροποίηση των φιλικών μας δεσμών. Υπάρχουν ελάχιστα πράγματα στη ζωή, που μας προσφέρουν μεγαλύτερη ανταμοιβή.

Πριν λίγο καιρό, πέθανε ένας εκλεκτός φίλος μου. Κι οι δυο εκτιμούσαμε και αναπτύσσαμε τη σχέση μας πάνω από εικοσιπέντε χρόνια. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, συχνά μας χώρισαν ο χρόνος ή οι περιστάσεις, αλλά ήμασταν αποφασισμένοι να μην επιτρέψουμε σε τίποτα να παρέμβει στην συνεχή ωρίμανση της φιλίας μας. Σκέφτομαι συχνά τις διαφορετικές εμπειρίες μας, τις αλλαγές που υποστήκαμε και τους δεσμούς που μας έκαναν φίλους μια ολόκληρη ζωή.

Ο φίλος μου με βοήθησε να δω τον εαυτό μου μ’ όλες τις ανθρώπινες ατέλειές του, ενώ μου αποκάλυπτε τις δικές του. Δίναμε ο ένας στον άλλον το δικαίωμα να κάνει λάθη, τη δύναμη ν’ αντιμετωπίζει την απογοήτευση, ακόμη και την αποτυχία, επειδή ξέραμε ότι θα είχαμε πάντα αμοιβαία υποστήριξη και ενθάρρυνση, για ένα καινούριο ξεκίνημα.

Πληγώναμε ή απογοητεύαμε ο ένας τον άλλον, πότε -πότε, αλλά έτσι μαθαίναμε να εφαρμόζουμε στην πράξη τη λεπτή τέχνη της ανθρώπινης συγνώμης, μέχρι που φτάσαμε στο σημείο να μπορούμε να βλέπουμε πέρα από την πικρία, αντί να γυρίζουμε πίσω στο θυμό και την αγανάκτηση. Πάψαμε να κατακρίνουμε και να αποδοκιμάζουμε. Ξέραμε πως, όταν ο άλλος έκανε ανοησίες ή είχε κάποιες μεταπτώσεις, ήταν κάτι παροδικό.


Μοιραζόμασταν τις πιο προσωπικές μας σκέψεις, συναισθήματα, ιδέες, σχέδια κι όνειρα. Όταν έπρεπε να ξεπεραστεί μια σύγκρουση, ανακαλύπταμε τα αμοιβαία οφέλη της φιλίας μας, που δεν μπορούσαμε να τα βρούμε μ’ άλλον τρόπο. Γίναμε ο ένας καθρέφτης του άλλου κι ο καθένας αντικαθρέφτιζε τη μοναδικότητα του άλλου, από μια διαφορετική προοπτική. Συχνά υποβάλαμε τη φιλία μας σε δοκιμασία, για να δούμε πόσα ήμασταν διατεθειμένοι να κάνουμε και να δώσουμε, για να την κρατήσουμε ζωντανή με το πέρασμα των χρόνων. Υπάρχει ένα πανάρχαιο απόφθεγμα, μα πάντα αληθινό, που λέει: «Οι καλοί φίλοι στην ανάγκη φαίνονται»

Η απώλεια του αγαπημένου μου φίλου, ύστερα από τόσα χρόνια επένδυσης αγάπης, ήταν τρομερά οδυνηρή. Ήταν δύσκολο ν’ αποχωριστώ μια τέτοια θετική δύναμη στη ζωή μου. Αλλά τίποτα δεν διαρκεί για πάντα. Στην πραγματικότητα, δεν χάνουμε ποτέ τους ανθρώπους που αγαπούμε. Γίνονται αθάνατοι μέσα από μας. Συνεχίζουν να ζουν στις καρδιές και τη σκέψη μας. Συμμετέχουν σ’ όλες μας τις πράξεις, τις ιδέες και τις αποφάσεις. Κανένας δεν θα τους αντικαταστήσει και, παρ’ όλο τον πόνο, είμαστε πιο πλούσιοι με τα χρόνια που επενδύσαμε σ’ αυτούς. Εξαιτίας τους έχουμε πολύ περισσότερα να προσφέρουμε στις τωρινές και τις μελλοντικές μας σχέσεις.

2 φίλες – Pablo Picasso 1904

Πρόσφατα ήμουν με μια απελπισμένη φίλη, της οποίας ο άντρας έφυγε για να βρει αυτό, που πίστευε ότι ήταν ο επίγειος παράδεισος. Εγκατέλειψε τη φίλη μου και τα δυο παιδιά τους, με τη δικαιολογία ότι πάει διακοπές. Παπαγαλίζοντας τις ιδέες κάποιου βιβλίου «αυτοβοήθειας», που είχε διαβάσει πρόσφατα, είπε ότι είχε δικαίωμα στην ευτυχία κι ότι η μεγαλύτερη ευθύνη του ήταν απέναντι στον εαυτό του. Έλπιζε, ωστόσο, ότι θα εξακολουθούσε να έχει φιλικές σχέσεις με τη γυναίκα του και, φυσικά, απεριόριστο δικαίωμα επισκέψεων στα παιδιά.

Η γυναίκα του είχε διαφορετική γνώμη. Ήταν πικραμένη, πληγωμένη και εκδικητική. Της είχε ποδοπατήσει τον εγωισμό κι είχε διαλύσει την οικογένειά τους. Κατά κανέναν τρόπο δεν θα δεχόταν να διατηρήσει φιλία μαζί του. Στην πραγματικότητα, τον έβριζε με επίθετα, τα οποία δεν την είχα ακούσει να χρησιμοποιεί ποτέ άλλοτε!

Απευθύνθηκε σε μένα, το φίλο της, για βοήθεια. Έκλαιγε ασταμάτητα. Είχε χάσει κάθε ενδιαφέρον για το σπίτι και τα παιδιά της. Αν και εξακολουθούσε να εργάζεται, ανακάλυψε ότι ήταν πάντα τόσο εκνευρισμένη κι αφηρημένη, ώστε αντιδρούσε συνέχεια αρνητικά. Θύμωνε με φίλους, γινόταν ανυπόμονη με τους συνεργάτες της στο γραφείο και πολλές φορές έπιανε τον εαυτό της να φέρεται άσχημα στα παιδιά.

Εξακολουθούσε να βρίσκει αναρίθμητους λόγους για να μισεί τον πρώην άντρα της, αλλά με τον καιρό άρχισε να μισεί και τον εαυτό της. Την έπνιγαν οι τύψεις και η αυτοκριτική. Ήταν σίγουρη, πως αν είχε κάνει περισσότερα γι’ αυτόν αν πρόσεχε την εμφάνισή της, αν φρόντιζε καλύτερα το σπίτι δεν θα τον είχε χάσει και τα παιδιά θα είχαν ακόμη τον πατέρα τους.

Πώς μπορούσα να τη βοηθήσω; Όλα τα δάκρυα και οι τύψεις δεν θα ‘φερναν πίσω τον άντρα της, ούτε θα ξανάδιναν ζωή στο νεκρό γάμο. Δεν ήμουν ποτέ καλός στις συμβουλές. Εγκατέλειψα την προσπάθεια εδώ και χρόνια. Είμαι τόσο μπερδεμένος, όσο κι οποιοσδήποτε άλλος. Πώς μπορούσα να της πω τι να κάνει;

 Έτσι κι αλλιώς, δεν υπήρχε εύκολη λύση. Ο πληγωμένος εγωισμός χρειάζεται μακρόχρονη θεραπεία.

Δεν μπορούσε, όμως, να συνεχίσει στην κατάσταση που βρισκόταν. Η παρατεινόμενη απελπισία, είχε κιόλας κάνει τη δουλειά της. Φυσικά, υπήρχαν πολλά πράγματα που θα μπορούσε να κάνει. Κι ανάμεσα σ’ αυτά, πίστευα ότι έπρεπε, τελικά, ν’ αντιμετωπίσει το γεγονός πως η ζωή συνεχίζεται. Ήταν ακόμη νέα, όμορφη και ικανή. Επειδή ο άντρας της προφανώς υποτίμησε αυτά τα προσόντα, δεν σήμαινε ότι τα υποτιμούσαν κι οι άλλοι. Δεν υπήρχε λόγος να συγκρίνει τον εαυτό της με την άλλη γυναίκα. Δεν υπήρχε καμιά βάση για σύγκριση. Οπλισμένη μ’ αυτά τα πραγματικά στοιχεία, της πρότεινα ν’ αποδεχτεί την κατάσταση, να συγχωρήσει τον άντρα της για τις πράξεις του και τον εαυτό της για το ρόλο που, υποσυνείδητα, είχε παίξει στην απόφασή του.

Κουβεντιάσαμε ότι μεγάλο μέρος του πόνου της, οφειλόταν στο γεγονός ότι αναλάμβανε την ευθύνη για τις πράξεις τού άντρα της. Αφού εκείνη ήταν το αθώο θύμα, της θύμισα, ήταν αντίθετο με τη λογική να νιώθει τόσο μεγάλη ενοχή και να χύνει τόσα δάκρυα. Ενοχλήθηκε και φώναξε οργισμένη: «Να τον συγχωρήσω; Μα είσαι τρελός; Καλύτερα να πεθάνω! Θα του το ξεπληρώσω! Θα βρω τρόπο να τον πληγώσω, όπως με πλήγωσε κι αυτός!». Το πρόσωπό της είχε πάρει μια τρομακτική έκφραση. Καινούρια δάκρυα κυλούσαν κι αρνιόταν να παραιτηθεί απ’ το θυμό της.

Ο άντρας της είχε φύγει, απολαμβάνοντας μια καινούρια ζωή με νέες πιθανότητες κι ένα νέο πρόσωπο και κείνη δεν μπορούσε να ελέγξει τίποτα απ’ αυτά. Εκείνη, από την άλλη μεριά, πνιγόταν στην απελπισία.

Οι περισσότεροι ξέρουμε από εμπειρία, πως τον να μη συγχωρούμε  μας πληγώνει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Γιατί, λοιπόν, βρίσκουμε τόσο δύσκολο το να συγχωρούμε;

Η μνησικακία που κρατάμε μέσα μας, για μια ζωή, είναι πολύ βαρύ φορτίο. Εκτός από τις ρυτίδες ανάμεσα στα φρύδια, δημιουργεί πολλή πικρία και καχυποψία. Κανένας δεν είναι απαλλαγμένος από ενοχές. Αν θέλουμε να μας συγχωρούν για τις πράξεις μας ή τα σφάλματά μας, πρέπει ν’ αρχίσουμε, προσπαθώντας να συγχωρούμε εμείς τους άλλους. Δεν υπάρχει πάντα δικαιοσύνη. Καμιά φορά πρέπει να συγχωρούμε, ακόμη κι αν μας έβλαψαν, για το δικό μας καλό.

Ίσως η φίλη μου συνειδητοποιήσει κάποια μέρα, πως έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε στη σχέση της με τον άντρα της κι ότι ο άντρας της νόμιζε πως είχε κάνει το ίδιο. Βέβαια, δεν δικαιολογώ τις πράξεις του, αλλά μέσα από τη διαδικασία της συγνώμης, απελευθερώνουμε τον εαυτό μας. Έτσι μόνο μπορούμε να προχωρήσουμε και ν’ αγαπήσουμε πάλι, σοφότεροι από την εμπειρία μας.

Λεό Μπουσκάλια – Λεωφορείο 9 για τον παράδεισο – Εκδόσεις Γλάρος

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -