Μύθοι πίσω από τη γυναίκα

ginaika1


Όπως όλες οι σοβαρές εργασίες, έτσι και αυτή υπακούει στην αρχή «από Θεού άρξασθαι». Ο Θεός έπλασε τον Αδάμ και την κουφόμυαλη Εύα. Ο Δίας την πλανεύτρα Πανδώρα. Ο Πυγμαλίων τη φιλντισένια Γαλάτεια. Ο Όμηρος την ελικοβλέφαρη Ελένη και όλες αποδείχτηκαν καταστροφικές. Ας πάρουμε τους μύθους από την αρχή.

Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα διότι ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον. Έπλασε λοιπόν την Εύα, ωραία και τρυφερή πλάι στον Αδάμ, και όλα ήταν καλά εκεί, μέσα στον παράδεισο. Μέχρι που εμφανίστηκε το τρίτο πρόσωπο της ιστορίας, ο όφις, να την ενημερώσει πως, όταν φάει από τον απαγορευμένο καρπό, θα… κτλ., κτλ. Κι ήταν ωραίο το μήλο που δάγκωσαν, αλλά ούτε θεοί έγιναν και έξωση τους έκαναν.

ginaika2

Ο Πυγμαλίων στην Κύπρο, σαν θεός και γλύπτης παράφορος, έπλασε και αυτός την Πανδώρα, ίδια Αφροδίτη, φιλντισένια, σαν το γάλα άσπρη και, όπως ήταν φυσικό, την ερωτεύτηκε και την ικέτευε να του μιλήσει. Η θεά ακούγοντας τις ικεσίες του μεταμόρφωσε τη Γαλάτεια σε γυναίκα κι εκείνος την παντρεύτηκε και γέννησε τον Πάφο, εξ ου και η Παφία Αφροδίτη. Τώρα πώς η Παφία Αφροδίτη γεννήθηκε από τον εαυτό της είναι μια άλλη υπόθεση, μυθική. Η Γαλάτεια όμως, έπειτα από μια περίοδο ευδαιμονίας πλάι στον Πυγμαλίωνα, ερωτεύτηκε τον τρίτο ωραίο της παρέας, τον αδελφό του Πυγμαλίωνα Ρέννο, και τότε ο έρωτας έγινε τραγωδία. Τι καλά θα ήταν να μην είχε προσευχηθεί ο ένας, να μην ήταν εκεί ο άλλος, να μην είχε ζωντανέψει η άλλη και να μην είχε γενικώς πραγματοποιηθεί το όνειρο του πρώτου, γιατί «Όταν το όνειρο πραγματοποιηθεί, η βροχή του ουρανού μεταβάλλεται πάνω στη γη σε βόρβορο», λέει ο Σπυρίδων Bασιλειάδης που μεταμόρφωσε τη Γαλάτεια σε θεατρικό έργο. Και όλα έγιναν συντρίμμια. Κι αυτή είναι άλλη μια έξωση από τον παράδεισο.

ginaika3Κι όπως ο καλός Θεός της Παλαιάς Διαθήκης έπλασε την Εύα για το καλό πλάι στον Αδάμ… Ο Δίας έπλασε την Πανδώρα πλάι στον Επιμηθέα για κακό του κόσμου όλου:

Ως δ’ αύτως άνδρεσσι κακόν θνητοίσι γυναίκας
Ζευς υψιβρεμέτης θήκεν

Μεγάλο μένος εναντίον των γυναικών πρέπει να είχε ο Ησίοδος, ο οποίος πήρε και τον Δία συνένοχό του, εφόσον ο μύθος του λέει πως ο Δίας για να εκδικηθεί το ανθρώπινο γένος, για τη φωτιά που του έκλεψε ο Προμηθέας (και γι’ αυτό τον τιμώρησε χίλια χρόνια δεμένο στον Καύκασο, αλλά δεν του άρκεσε αυτό), διέταξε τον Ήφαιστο να πλάσει από άργιλο ένα πλάσμα που να μοιάζει με θεά, αλλά και ντροπαλή παρθένα, «παρθένω αιδοίη ίκελον», να έχει φωνή ανθρώπινη και να είναι ερωτική. Για τον σκοπό αυτό επιστράτευσε και όλους τους θεούς, τις Χάριτες, τις Ώρες και την Πειθώ. Η Αθηνά τής έμαθε να υφαίνει, η Αφροδίτη την έκανε ποθητή, ο ίδιος ο Δίας έβαλε τον Ερμή να την κάνει καταστροφική, πανούργα και ψεύτρα. Της κρέμασαν χρυσά περιδέραια «όρμους χρυσείους έθεσαν χροΐ», οι Ώρες στόλισαν τα μαλλιά της με λουλούδια, «στέφον άνθεσι εαρινοίσι». Ήταν γλυκιά κι ήταν καλή κι είχε τις χάρες όλες, που θα έλεγε και ο Ρίτσος, και την ονόμασαν Πανδώρα επειδή όλοι οι θεοί είχαν προσφέρει τα δώρα τους στο στόλισμά της:

ονόμηνε δε τήνδε γυναίκα
Πανδώρην, ότι πάντες Ολύμπια δώματ’ έχοντες
δώρον εδώρησαν, πήμ’, ανδράσιν αλφηστήσιν

αλλά της έδωσαν και την περιέργεια, δώρο πάθημα καταστροφικό για τον άνθρωπο που κουράζεται να βγάλει το ψωμί του. Υπακούοντας λοιπόν στις φυσικές και θεϊκές προδιαγραφές της, σαν την άλλη στον παράδεισο που έφαγε το μήλο για να μάθει (!), ετούτη άνοιξε το πιθάρι/κουτί για να δει. Και τότε ξεπήδησαν όλες οι συμφορές μαζί και έπληξαν τον κόσμο. Κι απέμεινε η ελπίδα μόνη.


Στα μεσαιωνικά χρόνια υπάρχει πάλι ένας μύθος με την ερωτική βασίλισσα Γουίνεβιρ που ζούσε ευτυχισμένη στο δίκαιο και νομοταγές βασίλειο του Κάμελοτ με τον Αρθούρο της, όπου όλοι ήταν ίσοι γύρω από τη στρογγυλή τράπεζα, μέχρι που παρουσιάστηκε ο ωραίος ιππότης Λάνσελοτ και… Η βασίλισσα υπέκυψε στη γοητεία του, εκείνος στη δική της, και πάλι όλα έγιναν συντρίμμια. Άλλη μια έξωση από τον παράδεισο.

Στον δικό μας μεσαίωνα, κάπου στα 830 μ.Χ., και δεν είναι μύθος, ο Θεόφιλος συγκέντρωσε, στην απαστράπτουσα από μεγαλοπρέπεια αίθουσα του παλατιού, σε λαμπρή παράταξη τις ευγενέστερες κόρες της αυτοκρατορίας για να επιλέξει σύζυγο και, ενώ σαν τον Πάρι έπαιζε το χρυσό μήλο στο χέρι για να το δώσει στην ωραία της προτίμησής του, κεραυνοβολήθηκε από την ομορφιά της Κασσιανής. Προτού όμως κάνει και την τελεσίδικη κίνηση, έτσι για να την τεστάρει ή και για να της σπάσει τον τσαμπουκά, που λένε και οι νέοι σήμερα, της είπε το αψυχολόγητο εκείνο: «εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα», εννοώντας την Εύα. Εκείνη που, εκτός από ωραία, ήταν και πεπαιδευμένη, τον διόρθωσε παραχρήμα διότι, θρησκευόμενη ούσα, είχε ενημερωθεί από τον πνευματικό της ότι «εκ γυναικός ερρύη τα κρείττω», εννοώντας την Παναγία. Βρισκόμαστε στο θεοκρατικό Βυζάντιο γαρ. Κι ο Θεόφιλος, που δεν του αρέσανε οι έξυπνες (ή μήπως ήταν πρόφαση;), δίνει το μήλο, για το καλό της αυτοκρατορίας πάντα, στην άσκημη μυστακοφόρα Θεοδώρα, γόνο ισχυρής οικογένειας του Βυζαντίου, αδελφή του Βάρδα, που θα τον είχε και σύμμαχο στα δύσκολα… κάνοντας κίνηση ματ. Βεβαίως, άλλαι μεν βουλαί ανθρώπου, άλλα δε Θεός κελεύει και άλλο είναι το θέμα μας.

Και από τον μικρό εμβολισμό της Ιστορίας, ξαναβγαίνουμε στην απλωσιά του μύθου, ο οποίος γιγαντώθηκε μέσα από τον κινηματογράφο. Γιατί ο κινηματογράφος «σκότωσε» τον Θεό και έβαλε στη θέση του τον εαυτό του. Αυτός είναι τώρα πολύ μεγαλύτερος πλάστης από όλους σε ιδανικές μορφές, τέλειες ερωτικές, παραπλανητικές, αποπλανητικές, καταστροφικές. Διέλυσε τους παλιούς μύθους και έφτιαξε τους δικούς τους. Επαναμύθευσε τον κόσμο και έπλασε Εύες, Πανδώρες, Γαλάτειες, Ελένες και Γαλάζιους Αγγέλους ικανούς για τον έρωτα και την καταστροφή. Η γνωστή γαλλική παροιμία «cherchez la femme» αποβλέπει στο να επιρρίψει πάσα ευθύνη στην όμορφη γυναίκα, στη femme fatale. Γιατί αυτή κρύβεται πίσω από κάθε καταστροφή. Όπου ωραία και συμφορά. Η Ελένη της Σπάρτης και η συμφορά της Τροίας και όχι μόνον, γιατί και οι Αχαιοί πλήρωσαν το τίμημα ακριβά. Η ωραία Δαλιδά κούρεψε τον Σαμψών, η Ιουδήθ πήρε το κεφάλι του Ολοφέρνη, η Σαλώμη πήρε το κεφάλι του Ιωάννη, η βασίλισσα του Σαβά, η Κλεοπάτρα, η Μεσσαλίνα κι άλλες κι άλλες, αυτές κι αν πήραν κεφάλια και κεφάλια. Βεβαίως ο μύθος κρύπτει νουν αληθείας και το δόλωμα δεν μπορεί παρά να προσφέρεται σε περιτύλιγμα ομορφιάς, αθωότητας, ερωτικής επιθυμίας, και άλλα πολλά από κάποιον κρυμμένο αλιέα. Οι αρχοντοπούλες π.χ. δεν είχαν καλύτερη τύχη από τις απλές γυναίκες του λαού, εφόσον οι πατεράδες τους τις εξέτρεφαν για δολώματα άλλων αρχόντων και βασιλέων με πολιτικές σκοπιμότητες.

Ανιδιοτελής αλιεύς που βγαίνει προς άγραν του απόλυτου είναι ο ρομαντικόπληκτος «Ναθαναήλ» σταΠαραμύθια του Χόφμαν του Ζακ Όφενμπαχ, ο οποίος αναζητεί την τέλεια και ωραία γυναίκα, αθώα και αγνή, περιπλανώμενος σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη Γη. Η μία είναι έτσι, η άλλη αλλιώς, αλλά τελικά τη βρίσκει! Είναι μια κούκλα. Τραγουδάει τέλεια, δε φέρνει αντιρρήσεις, είναι ευγενική και υπάκουη. Όμως έχει κι αυτή ένα ελάττωμα: όταν ξεκουρδιστεί γίνεται παράφωνη• και τότε λύνονται τα μάγια και συνάγεται το θλιβερό συμπέρασμα. Δεν υπάρχει τέλεια γυναίκα!

Αλλά και για τους άλλους άντρες, τους καθημερινούς, τις παλαιότερες εποχές, προαπαιτούμενο προσόν της γυναίκας ήταν να είναι όμορφη και να μη μιλάει πολύ, να μην έχει άποψη, να μοιάζει με την κούκλα του Χόφμαν. Και μπορεί παραδοσιακά ο Θεός να έπλασε τη γυναίκα για την «ανάπαυση του πολεμιστή», για να ζει στο πλάι του άντρα, για να τον υπηρετεί, να κάνει παιδιά και στα νεότερα χρόνια για να φέρνει μισθό, αν και πάντα έφερνε, τουλάχιστον η μεγαλοαστή την προίκα της και την κοινωνική προβολή της, η μικροαστή την προικούλα της και την οικιακή εργασία της• δε λέμε για την αγρότισσα που δούλευε στα κτήματα περισσότερο από τον άντρα της, αφού αυτή δεν πήγαινε ποτέ στο καφενείο, ούτε λέμε για τη βοσκοπούλα που έβοσκε τα αρνιά. Το «μια ωραία βοσκοπούλα έβοσκε τ’ αρνιά και περνάει ένας λεβέντης με την καλή καρδιά» είναι ρομαντικό βουκολικό ειδύλλιο, αλλιώς καβαλερία ρουστικάνα γκροτέσκα, και καμιά σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα. Η γυναίκα, λοιπόν, μπορεί να πλάστηκε για όλα αυτά, όμως όμορφη ή μη όμορφη, ξεπέρασε τα κλισέ, τα καλούπια, τις παλιές φόρμες και τις απαγορεύσεις, και άλωσε όλα τα αντρικά πόστα, μερικές φορές μάλιστα ξεπερνώντας τα όρια. Αλλά τα πρότυπα που είχε να μιμηθεί και τα εμπόδια που όφειλε να υπερβεί ήταν ισχυρά και είναι ακόμη.

Α! Και έχω πια πεισθεί πως η γυναίκα δεν είναι ασθενές φύλο. Ισχυρόν, ισχυρότατον είναι. Αντέχει τα πάντα: αυταρχικούς αφέντες, πατέρες και συζύγους. Πείνα, δίψα, κόπους, στερήσεις, κακομεταχείριση, πένθη, πόνους, ωδίνες τοκετού. Η Μήδεια δεν είπε: ως τρις αν παρ’ ασπίδα στήναι θέλοιμ’ αν μάλλον ή τεκείν άπαξ(καλύτερα τρεις φορές να πάω στον πόλεμο παρά να γεννήσω μία). Ε, τώρα και στον πόλεμο πάει, και τρένο, πλοίο, αεροπλάνο οδηγεί, και κράτος κυβερνάει. Μερικές φορές είναι να απορεί κανείς με τις αντοχές της. Πότε προλαβαίνει, ζωή να ‘χει; Ο Θεός ξέρει που την έπλασε…

της Ανθούλας Δανιήλ

Πηγήhttp://diastixo.gr

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Συναφές: 

Η δοκιμασία του να είσαι γυναίκα

Ποια είναι αυτή η γυναίκα;

Ο διάλογος του Σωκράτη και της Διοτίμας περί έρωτος

Φρύνη – Η ωραιότερη εταίρα της αρχαιότητας

Μελέαγρος και Αταλάντη

Ο Γύγης και η γυναίκα του Κανδαύλη

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -