Οδυσσέας Ελύτης : Τα ρω του έρωτα

elitis


Ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης γεννήθηκε στο Ηράκλειο στις 2 Νοεμβρίου του 1911. Είναι ο τελευταίος από τα 6 παιδιά του Παναγιώτη Αλεπουδέλη και της Μαρίας Βρανά.

Οι άγγελοι τραγουδάνε. Και οι ερωτευμένοι επίσης. Πίσω από κάθε ανάταση, από κάθε μεράκι, μια κιθάρα περιμένει έτοιμη να πάρει τα λόγια και να τα ταξιδέψει από χείλη σε χείλη. Δεν είναι λίγο αυτό. Είναι η χαρά να δίνεις χαρά στους άλλους, είναι αυτό που μας βαστάει στη ζωή. Γι΄ αυτό, κοντά στα ποιήματά μου, δοκίμασα να γράψω και μερικά τραγούδια, χωρίς να τα υποτιμώ καθόλου. Έτσι ή αλλιώς, μιλά κανείς για τα ίδια πράγματα που αγαπά, και από κει και πέρα το λόγο έχουν αυτοί που θα τ’ ακούσουν. Λένε πως το είδος έχει ορισμένους κανόνες. Δεν τους ξέρω και, πάντως, δεν ενδιαφέρθηκα ή δεν μπόρεσα να τους ακολουθήσω. Δουλεύει ο καθένας όπως νοιώθει. Και η θάλασσα είναι απέραντη, τα πουλιά μυριάδες, οι ψυχές όσες και οι συνδυασμοί που μπορούν να γεννήσουν οι ήχοι και τα λόγια, όταν ο έρωτας και το όνειρο συμβασιλεύουν.

michael-maier-fantasy-emotions-love-contemporary-art-post-surrealism

ΤΑ ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ  (1972) – Οδυσσέας Ελύτης

1. Αρχή του κόσμου πράσινη

         κι αγάπη μου θαλασσινή
    Την κλωστή σου λίγο λίγο
         τραγουδώ και ξετυλίγω

 

2. Διαβάζω μέσα στο νερό

         το άλφα το βήτα και το ρω
    Τα δυο γυμνά σου πόδια

         τους κήπους με τα ρόδια

 

3. Σ’ έκανα πουκάμισό μου

         σε φορώ και περπατάω
    Με το σώμα το μισό μου

         στο δικό σου που κρατάω

 

4. Σου ‘χτισα μια Σαντορίνη

         με καμάρες και πορτιά
    Να γυρνάς σαν το λυθρίνι
         μες στη δροσερή φωτιά

 

5. Θα κλείσω μια θα κλείσω δυο

         την απαλάμη των χαδιώ
    Θα κλείσω δυο θα κλείσω τρεις
         την Τύχη κι άμε να τη βρεις

 

6. Έλα να γίνουμε δυο ζώα

         σε μακρινούς να πάμε τόπους
    Όπου τα πλάσματα τ’ αθώα

         να μας φαντάζονται γι’ ανθρώπους

 

7. Άκουσα μες στον ύπνο σου

         που κολυμπούσε ο κύκνος σου

    Τα δύο μας τα ονόματα

         ν’ αλλάζουν χίλια χρώματα

 

8. Τα χέρια μου τ’ αδίσταχτα

         πιάναν την άνοιξη πριν φτάσει
    Τα μάτια σου τ’ ανύσταχτα

         της ρίχνανε άνθη να χορτάσει

 

9. Βγήκε απ’ το κόκκινο το μαύρο

         και τώρα που να πάει δεν ξέρει
    Κόκκινα που ‘ναι όλα τα μέρη

         Το ‘να που απόμεινε ίσως θα ‘βρω

 

10. Μου ‘φυγ’ ένα συννεφάκι

          πάει τη λύπη στα βουνά
      Ψάχνει να χτίσει ένα σπιτάκι
          στο πάντα και στο πουθενά

 

11. Σ’ ένα λιμανάκι μωβ

          ξύπνησα τα χαράματα
      Όχι να μη γίνω Ιώβ

          μήτε να μάθω γράμματα

 

12. Στήνει καρτέρι ο κεραυνός

          χώρια να μας πετύχει
      Μα ‘ναι μεγάλος ο ουρανός
          και τοσοδούλα η Τύχη

 

13. Φύγε από κει μωρέ πουλί

          και γέρνει η βάρκα μας πολύ
      Μόνο σου πέταξε και δες:

          ίσα που παίρνει δυο καρδιές

 

14. Σταμάτα μου την αστραπή

          ν’ ανάψω ένα τσιγάρο
      Και πες του σύννεφου να πει
          πως θα ‘ρθω να σε πάρω

 

15. Την αγάπη μια τη λες

          την ντύνεσαι τη γδύνεσαι
      Όσο που γίνονται πολλές
          και πάλι σ’ όλες δίνεσαι

 

16. Περνώντας απ’ τις λυγαριές

          κάποιος μου το μουρμούρισε
      Το ‘παν οι σκύλοι στις αυλές
          κι η γάτα το χουρχούρισε

 

17. Κάνε με Μωαμεθανό

          να προσκυνώ στη Μέκκα
      Και να σε πάρω μια και δυο
          κι εφτά φορές γυναίκα

 

18. Ο που ξέρει ελληνικά

          πέντε κι έξι έντεκα
      Κι ο που ξέρει μόρτικα
          δύο αλλ’ αλλιώτικα

 

19. Η χαρά μου για να παίξει

          διάλεξε κοπέλες έξι
      Καθεμιά κι από μια λέξη

          να τη λέει ώσπου να φέξει

 

20.Ένα κύμα μέσα σ’ όλα

          έγια λέσα έγια μόλα
      Πήρε τα κρυφά μας λόγια
          να τα κάνει κομπολόγια

 

21. Αυτό που λέμε «σ’ αγαπώ»

          στα δέντρα θα το τρίξω
      Με τον αέρα να σ’ το πω
          και να σου το φυσήξω

 

22. Λένε πως κατιτίς κοιμάται

          μέσα στης θάλασσας τον πάτο
      Κάποια που πια δεν το θυμάται

          μ’ έχασε σαν σταυρό εκεί κάτω

 

23. Σαν κάποιος ν’ αναστέναξε

          ή να ‘κοψ’ έναν μενεξέ
      Ραγίστηκεν ο ουρανός

          και φάνηκε ο κατάμονος

 

24. Τι να ‘γινε το μαξιλάρι

          που ‘χε απ’ τα λόγια μας γεμίσει
      Στον ουρανό θα το ‘χει πάρει
          άγγελος για ν’ αποκοιμίσει
          κάτι που πια δε θα γυρίσει

 

25. Μόνο που κοιτάχτηκες

          μέσα στο πηγάδι
      Στην ηχώ σου πιάστηκες
          σαν σε παραγάδι

 

26. Να σου δένω τα μαλλιά

          με χρυσόν αστάχυ
      Και να λένε τα πουλιά:

          ο που τα ‘βρε ας τα ‘χει

 

27. Μες στου κήπου το σκοτάδι

          φέγγεις μόνο με το χάδι
      Όμως όταν μπεις στο σπίτι
          σβήνεις τον Αποσπερίτη

 

28. Να ‘χα μια γομολάστιχα

          να πιάνει στα Γραμμένα
      Να σβήσω τα τετράστιχα
          και να κρατήσω εσένα.

kolaz_elytis

——————————————————-

Της πατρίδας μου πάλι ομοιώθηκα – Ελύτης

Στην εκπομπή αυτή ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης μιλά λίγο μετά τη βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1979). Η αφήγησή του ξεκινά με πληροφορίες για την καταγωγή του, τους τόπους όπου έζησε και τον επηρέασαν καθώς και για την προέλευση του ονόματός του. Στη συνέχεια αναφέρεται στην επίδραση των θαλασσινών τοπίων και της αιγαιοπελαγίτικης αισθητικής στην ποίησή του και μιλά για τη σύνδεσή του με τον υπερρεαλισμό, αν και ποτέ δεν υπήρξε αμιγώς υπερρεαλιστής ποιητής. Διευκρινίζει πώς αντιλαμβάνεται την «ελληνικότητα» και τη «διαφάνεια», έννοιες κεντρικές στην ποίησή του, ενώ ιδιαίτερη μνεία επιφυλάσσει στον Διονύσιο Σολωμό, στην ποιητική παράδοση του οποίου θεωρεί ότι ανήκει. Αναφερόμενος στο μείζον έργο του «Άξιον εστί», εξηγεί τον τρόπο που εργάστηκε για να δημιουργήσει μια ποιητική σύνθεση με αναλογίες χριστιανικής λειτουργίας, αλλά με θεματολογία που θα σχετιζόταν με τη σύγχρονη Ελλάδα και το δράμα της. Παραθέτει επίσης την εμπειρία του στο αλβανικό μέτωπο και πώς αυτή μετουσιώθηκε σε ποίηση στο «Άξιον εστί». Τέλος αναφέρεται στη σχέση του με τους νέους και ση φωνή που τους έδωσε για να εκφραστούν μέσω της ηρωίδας του ομώνυμου έργου του «Μαρία Νεφέλη». Στη διάρκεια της εκπομπής το έργο του ποιητή σχολιάζουν ο Ευγένιος Αρανίτσης και ο μεταφραστής Κίμων Φραιαρ.

by Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Σχετικά:

Το Άξιον Εστί

Τι φταίει για την κακοδαιμονία των Ελλήνων; Μια σπάνια συνέντευξη του Οδυσσέα Ελύτη

“Λόγος στην Ακαδημία της Στοκχόλμης” του Οδυσσέα Ελύτη 

Ελύτης : ‘Η πολυτέλεια σε διαλύει’ , ‘η βιτρίνα με απωθεί’. 

Ποίηση της Σαπφούς σε απόδοση του Οδυσσέα Ελύτη.

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -