Τι σημαίνει να γίνουμε ευέλικτοι;


Η απαγκίστρωση από τις αποκτημένες ικανότητες μολύνει την κοινωνία με νέου τύπου ανασφάλεια και στοιχίζει στην οικονομία.

Να γίνετε ευέλικτοι… Ιδού τι ζητούν σήμερα οι περιστάσεις, οι ανάγκες, η οικονομία, τα ήθη. Η λέξη δεν ηχεί άσχημα κατ’ αρχήν. Την ακούει κανείς και στον νου του έρχονται εικόνες γεμάτες από κίνηση και πλαστικότητα. Αλλά αμέσως οι εικόνες εξαφανίζονται από τη στιγμή που η λέξη συνδεθεί με συγκεκριμένες ενέργειες, οι οποίες επιβάλλεται να γίνουν.

Πρέπει να ενεργούμε ευέλικτα, να σκεφτόμαστε ευέλικτα, να φερόμαστε ευέλικτα. Η επιταγή είναι αμείλικτη και φέρει τη σφραγίδα του οικονομικού επείγοντος.

Εδώ και αρκετό καιρό το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα έδειχνε πως αυτά που παλαιότερα αποτελούσαν αρρυθμίες στη λειτουργία του άρχισαν να γίνονται ο κυρίαρχος ρυθμός του, ένας ρυθμός άτακτος, σπασμωδικός που αυξομείωνε απότομα την παραγωγή, που νέκρωνε απότομα ολόκληρους κλάδους και απαιτούσε γρήγορα την αναζωογόνηση άλλων.

Ολο και συχνότερα οι εργαζόμενοι ήταν υποχρεωμένοι είτε να μετακινούνται σε νέες θέσεις εργασίας είτε να μένουν χωρίς εργασία, κεραυνοβολημένοι από απρόβλεπτες αλλαγές. Σήμερα το κεραυνοβόλημα έγινε κανόνας. Και για να ελεγχθεί κάπως ο αριθμός των θυμάτων, οι πολιτικοί, οι επιχειρήσεις, ακόμη και η εκπαίδευση ζητούν από τους εργαζόμενους να γίνουν περισσότερο ευέλικτοι.

Αυτό γενικά σημαίνει να μπορούν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις μιας καινούργιας δουλειάς χρησιμοποιώντας «δεξιότητες» που δεν είχαν ως τότε. Πράγμα που στη συνέχεια σημαίνει πως είναι υποχρεωμένοι να προετοιμάζονται, να βρίσκονται σε εγρήγορση, να είναι πρόθυμοι να ξεχάσουν όσα είχαν μάθει για να τα αντικαταστήσουν με άλλα τα οποία θα είναι κι αυτά προσωρινά. Η γνώση η ίδια γίνεται προσωρινή.

Γιατί όχι; Θα ρωτούσε ένας θιασώτης της εξέλιξης για την εξέλιξη. Στην περίπτωση όμως αυτή δεν θα έπρεπε να μιλάμε και για θεμελίωση. Και χωρίς μια κάποια θεμελίωση αυτών που προσλαμβάνει και επεξεργάζεται η διάνοια, δεν μπορεί να υπάρχει μάθηση, επειδή λείπει η θέληση για μάθηση. Κανένα παιδί, κανένα σπουδαστή, όπως και κανένα τεχνίτη ή επιστήμονα δεν θα τον είλκυε η διαδικασία της μάθησης, αν του έλεγαν ότι αυτά που θα σημειώσει, θα σκεφτεί και θα τα εφαρμόσει κατόπιν είναι εξ αρχής τόσο ευπαθή, τόσο τρωτά απέναντι στον χρόνο, ώστε το μόνο που έχει πραγματικό ενδιαφέρον είναι να δει κανείς πόσο γρήγορα θα παραμεριστούν ως άχρηστα. Οταν το αντικείμενο της προσοχής μας φαντάζει μακροχρονίως άχρηστο, τότε κι εμείς νιώθουμε πως ματαιοπονούμε. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς προοπτική.


Η ύπαρξη, ακόμη και η πιο στριμωγμένη, έχει ανάγκη να τεντωθεί στον χρόνο. Ομως το άπλωμα σήμερα απαγορεύεται. Απεναντίας, συνιστάται το μάζεμα, η επιφυλακή, η προσεκτική στη συνέχεια έξοδος από το κέλυφος και η περιήγηση από δω κι από κει μέχρι να βρεθεί μια νέα τρυπούλα να χωθεί κανείς, μια νέα απασχόληση.

Αυτή είναι λοιπόν η ευελιξία. Μια τεθλασμένη πορεία από κάπου προς το οπουδήποτε, και από εκεί προς το οπουδήποτε αλλού.

Τι κερδίζεται μ’ αυτό; Πιθανόν η επιβίωση (αν και ποτέ οριστικά). Τι χάνεται; Η αίσθηση της προσωπικής συνέχειας. Αλλά δεν είναι δα και τόσο μεγάλο το κόστος, θα πουν μερικοί. Αφού και χωρίς να βασίζονται σε κάποιες σταθερές αρχές, γνώσεις ή πεποιθήσεις, οι άνθρωποι μπορούν να συνεχίζουν να εξασφαλίζουν τη ζωή τους και να πνίγουν τη μελαγχολία τους στη μικροδιασκέδαση που η κοινωνία πάντα θα φροντίζει να τους δίνει.

Η άποψη αυτή θέλει να λέγεται «ρεαλιστική». Αλλά δεν είναι καθόλου τέτοια, και δεν είναι ούτε καν στο οικονομικό επίπεδο.

Πράγματι, η ώθηση των εργαζομένων σε διαρκή μετατόπιση, ο εξαναγκασμός τους να εγκαταλείπουν μαζί με τις θέσεις εργασίας τις οποίες κατείχαν, τη βεβαιότητά τους πως τουλάχιστον ορισμένα πράγματα στη δουλειά τους τα ήξεραν (και μερικοί απ’ αυτούς τα ήξεραν καλά), αυτή η απαγκίστρωση από τις ίδιες τις αποκτημένες ικανότητές τους μολύνει την κοινωνία με μια νέου τύπου ανασφάλεια κι αυτή στοιχίζει ήδη αρκετά στο οικονομικό σύστημα. Λιγοστεύουν επικίνδυνα αυτοί που μπορούν να δουλέψουν σε βάθος.

Η ευέλικτη εργασία ευνοεί την ευκολία και εμποδίζει την εμβάθυνση. Ομως η εμβάθυνση είναι αναγκαία για την παραγωγή καινοτομιών καθώς και για την παραγωγή ποιοτικών αποτελεσμάτων σε κάθε τομέα. Αν δεν αγκυροβολήσει το μυαλό σε μερικά σημεία, αν δεν αφοσιωθεί στο να λύσει μερικά προβλήματα, αν δεν αγνοήσει τα ζιζάνια που του ψιθυρίζουν «παράτα το, άσ’ το και φύγε, μην είσαι μονομανής», αν δεν κλείσει τ’ αυτιά του ο εργαζόμενος στους ψιθύρους των περισπασμών και δεν συγκεντρωθεί σε ό,τι κάνει, δεν θα δώσει ποτέ η εργασία του μια αξία στο προϊόν του που να ξεπερνά το παροδικό και να εμπλουτίζει τον κόσμο σε κάτι.

Εφόσον λοιπόν χρειαζόμαστε τη διάρκεια, πρέπει να επιμείνουμε στην ποιότητα. Αν η Ελλάδα θέλει τη μακροημέρευση, πρέπει να πει όχι στην επιφανειακή παραγωγικότητα, στην άκρα ευελιξία που τάχα θα την κάνει πιο ανταγωνιστική.

Πιο βασικό και από τη μείωση του χρέους μας είναι να μην ανταγωνιστούμε τον εαυτό μας. Και μια πλευρά του εαυτού μας είναι συνδεδεμένη (και είναι σε κάθε λαό) μ’ αυτό που σήμερα βιαστικά υποτιμάται: τη μαστοριά, ή ό,τι απέμεινε απ’ αυτήν. Ενας άνθρωπος, όπως και ένας λαός, νιώθει καλά μόνον όταν κάνει κάτι καλά και είναι γι’ αυτό υπερήφανος. Με την ευελιξία ποτέ δεν θα έρθει ένα τέτοιο αίσθημα. Αλλά και καμιά ανάπτυξη επίσης που να έχει μέλλον.

   του Β. Καραποστόλη,  καθηγητή Πολιτισμού και Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com

Συναφές: 

Μοντέρνες δουλειές , αλλοτρίωση της εργασίας

4 μύθοι στους οποίους πιστεύουν οι εταιρείες 

Θα πρέπει να συνηθίσουμε τη λιτότητα

Οι ικανοποιημένοι εργαζόμενοι δουλεύουν σκληρότερα

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

7 CommentsΣχολιάστε

  • Διαφωνώ. Τα συμπεράσματα του άρθρου είναι υπερβολικά για τα δεδομένα στα οποία βασίζεται. Όταν μαθαίνει κανείς κάτι καινούργιο δεν ξεχνάει αυτομάτως ότι είχε μάθει προηγουμένως, ούτε ξεκινάει από το μηδέν. Όλη η προηγούμενη εμπειρία, όλες οι προηγούμενες γνώσεις έχουν επίπτωση, σε κάποιο βαθμό, σε οτιδήποτε κάνει κανείς στο μέλλον, αλλά ακόμα και αν κάποιος εργάζεται σε μία σταθερή θέση είναι χρήσιμο να μαθαίνει καινούργια πράγματα ώστε να μην τελματώνει το μυαλό του. Η φράση:

    “Κανένα παιδί, κανένα σπουδαστή, όπως και κανένα τεχνίτη ή επιστήμονα δεν θα τον είλκυε η διαδικασία της μάθησης, αν του έλεγαν ότι αυτά που θα σημειώσει, θα σκεφτεί και θα τα εφαρμόσει κατόπιν είναι εξ αρχής τόσο ευπαθή, τόσο τρωτά απέναντι στον χρόνο, ώστε το μόνο που έχει πραγματικό ενδιαφέρον είναι να δει κανείς πόσο γρήγορα θα παραμεριστούν ως άχρηστα.”

    μου ακούγεται εντελώς ξενική, ως πρώην παιδί, πρώην σπουδαστής και νυν επιστήμονας. Ως πολιτισμός μαθαίνουμε συνεχώς νέα πράγματα, εφευρήσκουμε διαρκώς νέες τεχνολογίες, αποκτάμε νέους τρόπους αλληλεπίδρασης. Κατά τα λεγόμενα του συγγραφέα, κανένα παιδί δεν θα έπρεπε να ενδιαφέρεται για το πως λειτουργεί ένα πρόγραμμα υπολογιστή επειδή σε δέκα χρόνια θα χρησιμοποιούνται καινούργια προγράμματα. Όμως η μελέτη αφενώς μεν εξοικειώνει τον μαθητή με βασικές αρχές που διατηρούνται και σε νέες εκδόσεις ενός προγράμματος, αφετέρου δε βοηθούν και στη κατανόηση εντελώς διαφορετικών προγραμμάτων. Η γνώση δεν περιορίζεται σε αυτούσιες φούσκες που είτε είναι χρήσιμες είτε δεν είναι.

    Όσο για τη ‘μαστοριά’ που ο συγγραφέας αναφέρει ως απώλεια της κουλτούρας ευελιξίας, αυτό εύκολα αποδεικνύεται λανθασμένο από τη πραγματικότητα. Υπάρχουν πολυάριθμα niches, μικρές εξειδικευμένες δουλειές που, επειδή είναι επικερδείς, επιτρέπουν σε αυτούς που γίνονται καλοί σε αυτές να παραμένουν συνεχώς εκεί και να γίνονται όλο και καλύτεροι. Όταν όμως ένα niche γίνεται υπερπληθές σε εργαζόμενους, δεν είναι πιά επικερδές να παραμένουν όλοι σε αυτό. Αναπόφευκτα θα παραμείνουν μόνο οι καλύτεροι (δεν μιλάμε για το δημόσιο, φυσικά), ενώ όσοι δεν είναι τόσο ευχερείς ή δεν είχαν σταθεί τόσο τυχεροί σε προηγούμενες συγκυρίες ώστε να καταξιωθούν αναγκάζονται να στραφούν σε νέες δουλειές. Αυτό δεν είναι κακό. Δεν είναι κακό το να μην υπάρχουν υπεράριθμοι τεχνίτες σε ένα αντικείμενο. Είναι καλό οι τεχνίτες που δεν παραμένουν εκεί να έχουν τη νοητική ευελιξία ώστε να αναζητήσουν νέες ιδέες, ενδεχομένως δημιουργόντας/ανακαλύπτοντας νέα niches, στα οποία είναι πιό χρήσιμοι στη κοινωνία και πιό ευχαριστημένοι με το έργο τους.

    Ευελιξία δεν σημαίνει αρπαχτή. Σημαίνει περιέργεια. Σημαίνει ανοιχτό μυαλό. Σημαίνει ανακάλυψη νέων δεξιοτήτων, σε αντίθεση με τον παλιό συντεχνιασμό, όπου για αιώνες κάποια μυστικά του επαγγέλματος μπορεί να μεταδίδονταν από μάστορα σε μαθητή, αλλά το να μπει κάποιος με νέες ιδέες σε μία συντεχνία ήταν σχεδόν αδύνατον.

    • Με πρόλαβες! Αυτά ακριβώς σκεφτόμουν διαβάζοντας το κείμενο.

    • Εγώ αντίθετα, θα συμφωνήσω με το άρθρο σε μεγάλο βαθμό.

      Είναι διαφορετικό πράγμα να επιζητείς διαρκώς την μάθηση και την καινούργια γνώση, και διαφορετικό να εξαναγκάζεσαι βίαια σε διαφορετική κατεύθυνση και πιθανώς στην εκμάθηση δεξιοτήτων που δεν κατέχεις καθόλου προκειμένου να επιβιώσεις.

      • Συμφωνώ ότι το
        ” … να εξαναγκάζεσαι βίαια σε διαφορετική κατεύθυνση”
        είναι λάθος.

        Χρειάζεται κατανόηση και του εργοδότη ώστε η αλλαγή να είναι βαθμιαία και ήπια και του εργαζόμενου, ο οποίος αφού κατανοήσει την αναγκαιότητα θα κάνει κάθε προσπάθεια για να προσαρμοστεί.

    • Δεν είναι πάντα ευχάριστο, αλλά δεν μπορούμε να έχουμε πάντα ό,τι θέλουμε. Σκεφτείτε το εξής παράδειγμα:

      Σε μία πόλη ζουν και εργάζονται άνετα 100 τσαγκάρηδες. Αν αυτοί γίνουν 200 και όλες οι άλλες συνθήκες είναι ίδιες, οι δουλειές που μπορούν να αναλάβουν δεν αυξάνουν αναλόγως. Η πόλη εξακολουθεί να έχει ζήτηση μόνο για 100 τσαγκάρηδες. Τι γίνεται τότε? Να τρία ενδεχόμενα:

      1) Οι τσαγκάρηδες συνενώνονται σε μία συντεχνία μέσω της οποίας φροντίζουν να μοιράζονται τις δουλειές τους. Επειδή οι δουλειές είναι λίγες, καταλλήγουν να εργάζονται όλοι το μισό από το σύνηθες. Έτσι, είτε (α) κερδίζει ο καθένας τα μισά λεφτά από ότι θα κέρδιζε αν οι τσαγκάρηδες ήταν μόνο 100, με αποτέλεσμα να είναι όλοι φτωχοί, είτε (β) η συντεχνία φροντίζει να αυξηθούν οι μισθοί που ζητούν με αποτέλεσμα αυτοί μεν να κερδίζουν τόσα όσο και παλιά, αλλά οι πολίτες της πόλης να πρέπει να πληρώνουν τα διπλάσια για τις ίδιες υπηρεσίες. Ανταγωνισμός δεν υπάρχει γιατί η συντεχνία δεν τον επιτρέπει.

      2) Οι τσαγκάρηδες ανταγωνίζονται μεταξύ τους για πελατεία. Όσοι είναι πολύ καλοί στο επάγγελμά τους ή έχουν εξασφαλίσει μία μόνιμη πελατεία από πρωτύτερα ή απλά καταφέρνουν να είναι πιό ανταγωνιστικοί στις τιμές τους, παραμένουν τσαγκάρηδες. Οι υπόλοιποι αναγκάζονται να αναζητήσουν κάποιο άλλο επάγγελμα.

      3) Η κυβέρνηση της πόλης αποφασίζει να επιδοτήσει τους τσαγκάρηδες ώστε αφενώς μεν όλοι να έχουν δουλειά με τους παλιούς, παχουλούς μισθούς, έστω και αν εργάζονται λιγότερο, αφετέρου δε οι τιμές τους να παραμένουν χαμηλές. Για να εξασφαλίσει χρήματα για τα επιδόματα αυξάνει τους φόρους σε όλους τους άλλους (εργζόμενους κανονικά) πολίτες.

      Από τις τρεις (εντάξει, τέσσερεις) αυτές επιλογές, η 1α οδηγεί όλους τους τσαγκάρηδες στη φτώχεια και στη μιζέρια, οι 1β και 3 οδηγούν τους υπόλοιπους πολίτες στο να πληρώνουν περισσότερα χρήματα ώστε μία μικρή κάστα εργαζόμενων να εργάζεται λιγότερο, και η 2 απαιτεί “ευελιξία” από όσους τσαγκάρηδες δεν μπορούν να παραμείνουν τσαγκάρηδες, ώστε να βγάλουν τα προς το ζην κάπως αλλιώς. Προσωπικά προτιμώ τη 2.

  • Το άρθρο του κ. Καθηγητή είναι όχι μόνο κακό και στερούμενο επιχειρημάτων, σε βαθμό που να μοιάζει με πολιτικό μανιφέστο, είναι επιπλέον ανησυχητικό.

    Προτρέπει τους νέους να μείνουν στατικοί στις δεξιότητες που ανέπτυξαν κάποτε και να μην παρακολουθήσουν τις εξελίξεις. Προτρέπει τον αμαξά να μην μάθει να οδηγεί αυτοκίνητο και να γίνει ταξιτζής, τον πεταλωτή να μην μάθει άλλο επάγγελμα, τον τηλεγραφητή να αγνοήσει την ύπαρξη του email και του SMS, τον υπάλληλο υπουργείου να αρνηθεί την έλευση του υπολογιστή και να παραμείνει στην δακτυλογράφηση (ή καλύτερα στα χειρόγραφα κείμενα) και την αρχειοθέτηση σε σκονισμένους φακέλους.

    Ξεκινά από το αξίωμα ότι η εκμάθηση κάτι νέου συνεπάγεται, όχι την πρόσθεση νέων, αλλά την αυτόματη εγκατάλειψη των παλαιών γνώσεων και δεξιοτήτων. Παραθέτω: ” …να είναι πρόθυμοι να ξεχάσουν όσα είχαν μάθει για να τα αντικαταστήσουν με άλλα…”. Άραγε όταν διδάσκει κάτι καινούριο στους φοιτητές του, αυτοί “ξεχνούν” κάτι άλλο;

    Επιπλέον, έχει παντελή άγνοια των λόγων που υπαγορεύουν τις αλλαγές.

    – Ένας Οργανισμός δεν φέρνει αλλαγές για να ταλαιπωρήσει τους εργαζόμενους, όπως πολλά συνδικάτα αφήνουν να εννοηθεί. Εισάγει αλλαγές για να γίνει πιό αποδοτικός και να επιβιώσει ή και να αναπτυχθεί, σε ένα περιβάλλον που εξελίσσεται. Αν δεν το κάνει, θα σβήσει (εκτός και αν πρόκειται για ένα καλά φυλαγμένο φέουδο).

    – Ένας οργανισμός θέλει να προσθέσει γνώσεις στους εργαζομένους του, ώστε πάνω στη “μαστοριά” τους να προσθέσουν τεχνολογία και να γίνουν ιδιαίτερα αποδοτικοί. Δεν θέλει να ευνουχίσει την παλιά τους γνώση.

    Είναι γεγονός ότι με τις αλλαγές κάποιοι δυσκολεύονται ή ξεβολεύονται. Ο εργοδότης θα πρέπει να δείξει κατανόηση προς τους εργαζόμενους μεγάλης ηλικίας και να τους βοηθήσει σε μια ήρεμη μετάβαση.

    Είναι επίσης γεγονός ότι πολλές αλλαγές εισάγονται με λάθη στη στρατηγική, στην επικοινωνία, στο χρόνο, στο ρυθμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να γίνουν.

    Η ευελιξία είναι ένα από τα μεγάλα προτερήματα του Έλληνα εργαζόμενου. Ξέρει να διαβάζει τις νέες συνθήκες, να προσαρμόζεται, να προσθέτει γνώσεις, να εξελίσσεται. Ας μην τον ευνουχίσουμε με ιδέες σαν και αυτές του κ. Καθηγητή.

  • Eυελιξία δε σημαίνει σε καμία περίπτωση επιφανειακή γνώση. Ναι στην κινητικότητα αλλά όχι στην τσαπατσουλιά. Ναι στον επαγγελματισμό. Ο Steve jobs to έθεσε σωστά. Γρήγορες αποφάσεις χωρίς να έχεις πλήρη εικόνα. Στην πορεία θα βρεις την άκρη