Οι αδιάφοροι, του Αντόνιο Γκράμσι

«Μισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω ότι το να ζεις σημαίνει να εντάσσεσαι κάπου. Όποιος ζει πραγματικά δεν μπορεί να μην είναι πολίτης και ενταγμένος. Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι’ αυτό μισώ τους αδιάφορους.


H αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Η αδιαφορία δρα δυνατά πάνω στην ιστορία. Δρα παθητικά, αλλά δρα. Είναι η μοιρολατρία. Είναι αυτό που δεν μπορείς να υπολογίσεις. Είναι αυτό που διαταράσσει τα προγράμματα, που ανατρέπει τα σχέδια που έχουν κατασκευαστεί με τον καλύτερο τρόπο. Είναι η κτηνώδης ύλη που πνίγει την ευφυΐα. Αυτό που συμβαίνει, το κακό που πέφτει πάνω σε όλους, συμβαίνει γιατί η μάζα των ανθρώπων απαρνείται τη βούλησή της, αφήνει να εκδίδονται νόμοι που μόνο η εξέγερση θα μπορέσει να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία άνθρωποι που μόνο μια ανταρσία θα μπορέσει να ανατρέψει.

Μέσα στη σκόπιμη απουσία και στην αδιαφορία λίγα χέρια, που δεν επιτηρούνται από κανέναν έλεγχο, υφαίνουν τον ιστό της συλλογικής ζωής, και η μάζα είναι σε άγνοια, γιατί δεν ανησυχεί. Φαίνεται λοιπόν σαν η μοίρα να συμπαρασύρει τους πάντες και τα πάντα, φαίνεται σαν η ιστορία να μην είναι τίποτε άλλο από ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια έκρηξη ηφαιστείου, ένας σεισμός όπου όλοι είναι θύματα, αυτοί που τον θέλησαν κι αυτοί που δεν τον θέλησαν, αυτοί που γνώριζαν κι αυτοί που δεν γνώριζαν, αυτοί που ήταν δραστήριοι κι αυτοί που αδιαφορούσαν.

Κάποιοι κλαψουρίζουν αξιοθρήνητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά κανείς ή λίγοι αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;

Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.

Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ’ αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ’ αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι’ αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους.

11 Φεβρουαρίου 1917»

*Ο Αντόνιο Γκράμσι (Antonio Gramsci, 23 Ιανουαρίου 1891 — Ρώμη, 27 Απριλίου 1937) ήταν Ιταλός συγγραφέας, πολιτικός και πολιτικός επιστήμονας.

Πηγή:  roadartist.blogspot.gr

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

Συναφές: 

Προσπαθούν να διασώσουν, όχι να αλλάξουν 

Ο παροξυσμός της αδιαφορίας 

Οι άνθρωποι που πίστεψαν τα ψέματά τους 

Π.Κονδύλης – Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί περίπτωση φθίνοντος έθνους 

Kατά βάθος αδιαφορία

Σχετικά Άρθρα

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -

8 CommentsΣχολιάστε

  • «Μισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω ότι το να ζεις σημαίνει να εντάσσεσαι κάπου. Όποιος ζει πραγματικά δεν μπορεί να μην είναι πολίτης και ενταγμένος. Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι’ αυτό μισώ τους αδιάφορους.»

    Η δική μου προοπτική:

    «Βρίσκω αξιοπερίεργους τους ενδιαφερόμενους που πιστεύουν ότι πρέπει να έχουν άποψη για τα πάντα, όσο ελλιπείς πληροφορίες και αν έχουν για αυτά. Πιστεύω ότι το να ζεις σημαίνει να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου, όχι υποταγμένος στην ανάγκη να ‘ανήκεις’ σε ομάδες. Όποιος ζει πραγματικά μπορεί να ζήσει γιά λίγο καιρό και μόνος, σε μία εκδρομή στο βουνό, χωρίς να του λείπει η επιβεβαίωση του πλήθους. Η αδιαφορία είναι θέμα προτεραιοτήτων, είναι αυτό που κάνει έναν επιστήμονα ή έναν καλλιτέχνη να μεγαλουργεί όταν ο κόσμος έξω σφάζεται για ένα πολιτικό, κοινωνικό ή αθλητικό ζήτημα, είναι το γέλιο του Θαλή. Για αυτό αντιπαθώ αυτούς που ενδιαφέρονται όσο τίποτε άλλο να με πείσουν για μία γνώμη που βασίζεται σε κάποια φευγαλαία πολιτική ή οικονομική θεώρηση αλλά που πιστεύουν ότι έχει το βάρος επιστημονικής θεωρίας, επειδή έτσι έχουν συμφωνήσει στην ομάδα τους και όλοι επιβεβαιώνουν ο ένας τον άλλον γιατί όλοι ανήκουν στην ίδια ομάδα. Δεν τους μισώ, αλλά όταν παθιάζονται έχουν κάποια γελοιότητα και, από κάποιο σημείο και έπειτα, μία επικινδυνότητα για όσους δεν συμφωνούν μαζί τους.»

  • Μην τα “τσουβαλιάζουμε” όλα . Δεν είναι το ίδιο σε κάποιον να μην πάει στην συναυλία ή τον αγώνα ή την ταδε εκδήλωση ή να μην του αρέσει αυτή ή η άλλη έκφανση της ζωής. Μιλάμε για τα κοινά με την ευρύτερη έννοια
    O Θουκιδίδης είπε το εξής : Αυτόν που δε συμμετέχει στα κοινά τον θεωρούμε όχι άνθρωπο απράγμονα που κοιτάζει τη δουλειά του, αλλά άχρηστο άνθρωπο.

    Αναρωτιέμαι αν τώρα κάποιος θέλει ν απομονωθεί απο τον κόσμο γιατί να τον θεωρήσουμε ως κομμάτι της κοινωνίας μας και ν απολαμβάνει τα -οποια- αγαθά της?

  • Δεν είπα να απομονώμαστε από τον κόσμο και να γινόμαστε ερημήτες – απλά θεωρώ επιτηδευμένο το να μισεί κανείς έναν άνθρωπο (ναι, ο κ. Γκράμσι χρησιμοποιεί συνεχώς τη λέξη ‘μισώ’) που δεν δείχνει συνεχή ενθουσιασμό στο να εκφέρει άποψη για κάτι που πιθανότατα δεν γνωρίζει παρά επιφανειακά. Ή που προτιμάει να περνά το χρόνο του παράγοντας γνώση, τέχνη ή πλούτο, τα ίδια τα αγαθά για τον έλεγχο των οποίων θεωρεί ο κ. Γκράμσι τόσο ευγενές το να τσακώνεται κανείς. Είναι μία νοοτροπία ελέγχου για τη ζωή, όχι δημιουργικότητας. Για αυτό και στον Θουκιδίδη (με όλο το θαυμασμό που τρέφω για τα επιτεύγματά του) αντιπαραβάλλω τον Θαλή, για να δείξω ότι δεν είναι έτσι μονοδιάστατα τα πράγματα.

    Λίγες μόλις εβδομάδες μετά από αυτά τα γραφόμενα του Γκράμσι έγινε η Φεβρουαριανή Επανάσταση στη Ρωσία. Ο Τσάρος ανατράπηκε και το πολίτευμα έγινε δημοκρατικό, με μία συμμαχία φιλελεύθερων και σοσιαλιστών στη κυβέρνηση επιφορτισμένη να επιφέρει μεταρυθμίσεις. Αλλά κάποιοι δεν ήταν ικανοποιημένοι με αυτό. Κάποιοι πίστευαν ότι έπρεπε να συνεχίζουν να φωνάζουν και να δρουν μέχρι να επιβληθεί η δικιά τους, πολύ συγκεκριμένη γνώμη. Έτσι τον Οκτώβριο έγινε νέα επανάσταση που ανέτρεψε τη δημοκρατία – η Οκτωβριανή – και οδήγησε σε έναν εμφύλιο πόλεμο που ρήμαξε την αχανή εκείνη χώρα για χρόνια. Το κομμουνιστικό καθεστώς που επικράτησε έφερε την πλήρη εναρμόνιση με τα γραφόμενα του Γκράμσι – κανείς δεν έπρεπε να είναι αδιάφορος. Όλοι έπρεπε να είναι ταγμένοι στον αγώνα που οδηγουσε στην ιστορική αναγκαιότητα όπως ήταν ορισμένη από το κομουνιστικό κόμα και οποιαδήποτε αντίθετη άποψη δεν μπορούσε παρά να είναι προδοτική, μπουρζουαζίδικη, αντιεπαναστατική…

  • δεν είχα πρόθεση να “εκθειάσω” τις απόψεις του Γκράμσι, ούτε συμφωνώ με κάποιο ιδεολογικό μανιφέστο (κομουνιστικό ή μη)
    Μόνο να τονίσω ότι οφείλουμε ν ασχοληθούμε ενεργά κι όχι να κάνουμε κριτική χωρίς αυτοκριτική απο απόσταση & απομονωμένοι. Και θα αναφέρω ένα ακόμη ρητό (που δεν θυμάμαι ποιος το πε) ότι “όποιος δεν ασχολείται με τα κοινά τον κυβερνούν κατώτεροι…”

  • Έχεις δίκιο στο ότι είναι καλό να ασχολούμαστε με τα κοινά και να ασκούμε αυτοκριτική πρώτα από όλα, αλλά η ενασχόληση με τα κοινά γίνεται σε πολλά επίπεδα, από τις παρέες και τον εργασιακό χώρο μέχρι την ανώτατη κυβέρνηση. Στη σύγχρονη ελληνική κουλτούρα, αντιθέτως, έχει επικρατήσει η μονομανής ενασχόληση με τη τελευταία. Η λύση για όλα τα προβλήματα θεωρείται πως είναι το να βγει η κατάλληλη κυβέρνηση, που θα ψηφίσει τους κατάλληλους νόμους (ή θα δώσει τα κατάλληλα διατάγματα, για αυτούς που προτιμούν λιγότερο δημοκρατικές κυβερνήσεις) και όλα τότε θα πάνε καλά. Είναι ένα ‘από πάνω προς τα κάτω’ μοντέλο πολιτικής πραγματικότητας, οι μόνοι τρόποι επιρροής του οποίου είναι οι εκλογές και οι διαδηλώσεις. Όσοι ασχολούνται με μία ‘από κάτω προς τα πάνω’ νοοτροπία, εστιάζοντας στο να κάνουν τις ζωές τους και των γύρω τους καλύτερες, πιό οικονομικές και οικολογικές, πιό σοφές με το είδος της γνώσης που κατακτά κανείς μόνο όταν βρίσκεται μακρυά από το πλήθος, περιστοιχισμένος από βιβλία, αυτοί επιφανειακά φαίνεται σαν να μην ασχολούνται με τα κοινά. Αλλά ένα άλλο ρητό λέει ότι οι κοινωνίες έχουν τις κυβερνήσεις που τους αξίζουν, και αν αυτό το ρητό ισχύει δεν πρόκειται να αλλάξουν οι δε πριν αλλάξουν οι μεν.

  • αν η κοινωνία πρέπει ν αλλάξει απο πανω προς τα κάτω ή τανάπαλιν , είναι το ίδιο ερώτημα αν φταίνε οι “πάνω” ή οι κάτω (η “βάση”) και το ίδιο ακριβώς με την κότα και το αυγό.. και δεν γίνεται να προχωρήσουμε έτσι.
    Γι αυτό έχει δίκιο ο Καζαντζάκης που έλεγε “ναι, εσύ θα σώσεις τον κόσμο!” (γιατί μέχρι τώρα το λέμε ως ερώτηση μόνο)
    Οι κοινωνίες αλλάζουν (ναι κι η δικιά μας!) αλλά αυτό πιστεύω ότι δεν είναι κάτι που να παρατηρείται εμφανώς βραχυπρόθεσμα . Μόνο ο παρατηρητής του μέλλοντος θα μας το λεγε αλλά…